Πρόλογος
Ένα από τα κυριότερα θέματα ενδιαφέροντος ετούτου του ταπεινού ιστολογίου διαχρονικά αποτελούσε και η νεοΕλληνική βλακεία, η οποία αποτελεί εγχώρια ΠΟΠ. και που όσοι παρακολουθείτε αυτό το βλόγι γνωρίζετε καλά ότι ο παρόν θεός της έχει κηρύξει πόλεμο εδώ και χιλιετίες. Βέβαια εδώ που τα λέμε, κάποιες φορές αναγνωρίζω ότι είμαι λίγο άδικος κι αυτό διότι η βλακεία είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία. Αν θέλουμε να βρούμε τις αιτίες θα πρέπει να πάμε πολλά βήματα πίσω, όπου θα καταλήξουμε στον συνδυασμό της γελοίας νοοτροπίας με την εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου Παιδεία, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει η πολυτέλεια να βρούμε κι άλλους "ενόχους". Ήδη στα 9 σχεδόν γεμάτα χρόνια παρουσίας ετούτου του βλογιού, έχουμε ξεσκεπάσει αρκετούς δίχως καν αυτός να ήταν ο σκοπός. Η ουσία του παρόντος προλόγου έχει να κάνει με κάτι άλλο.
SPOILER ALERT: Ακολουθεί τυπικό κατωκοσμικό σενδόνι. Λάβετε τα μέτρα σας, βάλτε ουισκάκι κι όσοι δεν γουστάρετε, λάβετε το πτηνόν και αδειάστε μου τη γωνιά σας περικαλώ.
Εισαγωγή
Πριν από (σχεδόν ακριβώς) τρία χρόνια και συγκεκριμένα στις ημερομηνίες 4 και 10 Απριλίου 2013 είχα δημοσιεύσει σε δύο "τεύχη" ένα από τα καλύτερά μου πονήματα, τον Βιασμό του Επίκουρου (ιδού το πρώτο, ιδού και το δεύτερο), ένα πραγματικά ιστορικό δράμα (με την μεν σύγχρονη έννοια, αλλά υπερπλήρες τραγωδίας και τραγελάφων). Αν και ξέρω ότι για μια σειρά από λόγους τα όσα γράφονται εδώ δεν τα διαβάζουν παρά λίγοι μερακλήδες (μεταξύ μας, από μιαν άποψη καλύτερα), η διαχρονική μου απαίτηση από όλους είναι απλή: αφού κάτι τόσο απλό μπορώ να το δω εγώ, γιατί να μην μπορούν και οι υπόλοιποι; Είναι περίπου σαν το φερόμενο πείραμα του εκατοστού πιθήκου, αν το έχετε ακουστά το οποίο αυτό που θέλει να πει είναι το εξής: κάποιες "παγκόσμιες" ανάγκες δεν ανακαλύπτονται κάπου συγκεκριμένα, αλλά σε πολλά μέρη ταυτόχρονα. Η γραφή, η φωτιά, ο τροχός κλπ, δεν έχουν έναν τόπο προελεύσεως αφού προέκυψαν από παγκόσμιες ανάγκες. Κάπως αντίστοιχα κι εγώ, λοιπόν, έχω την μάλλον παράλογη απαίτηση όχι βέβαια να διαβάσουν όλοι κάτι που το έγραψα εγώ, αλλά να ψάξουν (ούτως ειπείν να στρώσουν κώλο) και να ανακαλύψουν τι στο διάολο συμβαίνει με κάποια "υπόθεση", από την στιγμή που όλα τα στοιχεία είναι διαθέσιμα σε όλους. Μμμμμ... μισό... Βασικά τα στοιχεία ανέκαθεν ήταν διαθέσιμα σε όλους, διότι πάντοτε υπήρχαν τα απαιτούμενα Βιβλία (ουπς.... τζιζ... κακή λέξη), όμως τα βιβλία έπρεπε να τα πληρώνεις κατά κύριο λόγο (και ως γνωστόν πάντα ψάχνουμε για δικαιολογίες, έτσι;).
Πλέον όμως όλα είναι διαθέσιμα δωρεάν χάρη στο μεγαλείο του διαδικτύου και εδώ ακριβώς έγκειται η τραγωδία: ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται να μάθει (το οποίο είναι μία χρονοβόρα κι ενίοτε επίπονη διαδικασία). Ο κόσμος απλώς ενδιαφέρεται να παριστάνει τον παντογνώστη, τον πολυμαθή, τον καλλιεργημένο. Κοινώς ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται να είναι, ενδιαφέρεται απλώς να φαίνεται. Για να το επιτύχει αυτό, καταφεύγει στην εύκολη λύση του junk food (ούτως ειπείν της Βικημάστιγας, όπως την έχω μάλλον επιτυχημένα αποκαλέσει) όπου βρίσκεται "υλικό" που μπορεί να ανεβάσει ανεπιβεβαίωτα ο καθείς ημιμαθής (συνήθως) ή και αμαθής (μάλλον σπανιότερα) και με αυτό δεν θέλω να τα ισοπεδώσω όλα, αλλά αναφέρομαι στον γενικό κανόνα.
Εδώ λοιπόν έχουμε από μιαν άλλη άποψη το φαινόμενο του εκατοστού πιθήκου: μόλις κάτι εμφανιστεί, άπαξ και είναι ελκυστικό στο αφτί (διότι σε αυτούς που απευθύνεται ο εγκέφαλος συνήθως είναι αρκούντως αδρανής) αρχίζει και αναπαράγεται με απίστευτους ρυθμούς με αποτέλεσμα να καταλήγει όπως και το φιλοσοφικό ερώτημα της κότας και του αβγού και βεβαίως συνακόλουθα να καθίσταται αληθές ακριβώς επειδή το αναπαράγουν "όλοι" και κάπως έτσι φτάνουμε να έχουμε ένα "άρθρο" ή (συνηθέστερα) μιαν άποψη (και ξέρετε τι έλεγε ο Επιθεωρητής Κάλαχαν για τις απόψεις, έτσι;), οι οποίες βασίζονται πάνω σε "πηγές" τέτοιες που να αρχίσεις να κάνεις τις αναγωγές προς τα πίσω πολύ συχνά διαπιστώνεις (όπως στα βιβλία του γίγαντα Λιακόπουλου ας πούμε) ότι τελικώς οι πηγές όχι μόνο δεν είναι και τόσες πολλές αλλά πολύ συχνά καταλήγουν σε αριθμό που εύκολα μετριέται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Κι όχι όποιου κι όποιου χεριού. Συνήθως του χεριού του ξυλουργού, που σηκώνει το χέρι να πει πιάσε πέντε μπύρες αλλά έχει τρία δάχτυλα και μοιραία δείχνει τρεις.
Μέρος Πρώτον: Το Επικούρειο Ζήτημα
Κάπως έτσι λοιπόν έφτασα στο σημείο να ασχολούμαι (προ τριετίας και με ιδιαίτερη καθυστέρηση αρκετών ετών τολμώ να πω) με τον λεγόμενο γρίφο του Επίκουρου, ο οποίος είναι σχεδόν εξίσου διαδεδομένος με την μαύρη πανώλη κατά την περίοδο του Μεσαίωνα (και με σχεδόν τα ίδια αποτελέσματα, αν και σε πνευματικό επίπεδο). Ας θυμηθούμε τι λέει αυτός ο περιβόητος γρίφος...
Θέλει ο Θεός να εμποδίσει το κακό αλλά δεν είναι ικανός; Τότε δεν είναι παντοδύναμος.
Μπορεί αλλά δε θέλει; Τότε δεν είναι πανάγαθος
Και θέλει και μπορεί; Τότε γιατί υπάρχει το κακό;
Δεν θέλει ούτε μπορεί; Τότε γιατί να τον αποκαλούμε Θεό;
Το πρόβλημα δεν είναι αμελητέο: ο λόγος που τότε είχα βγει από τα ρούχα μου είχε να κάνει με το ότι είχε πέσει στην αντίληψή μου όχι μόνο το ζήτημα σε κόμικ (βλ. το πρώτο λινκ), αλλά έως και ένα βίδεον ολόκληρου BBC με πασίγνωστο, μάλιστα, ηθοποιό που σχεδόν θριαμβολογικά μετέφερε στο γυαλί την φερόμενη φιλοσοφική "άποψη" (αποδεικνύωντας βεβαίως ότι η... μετάσταση έχει χτυπήσει όλα τα ζωτικά όργανα και ιδίως τον εγκέφαλο, άρα ο ασθενής δεν σώζεται).
Να ξεκαθαρίσω κάτι, τώρα που ακόμη είναι νωρίς: το παρόν υπερσενδόνι δεν θα αποτελέσει συγχώνευση των δύο αρχικών μου κειμένων διότι αυτό απλούστατα "απαγορεύεται" να γίνει με την δομή που είχα κάνει και στα δύο. Να "υπενθυμίσω" (λέμε τώρα...) ότι στο πρώτο είχα χρησιμοποιήσει ένα τρικ: παρουσίαζα κάποια (αληθινά) στοιχεία με τόσο επιλεκτικό και απολύτως πειστικό τρόπο αποκρύπτωντας (διά μέσου της βεβαιότητας της επαγωγικής διαδικασίας) σημαντικά στοιχεία για το θέμα και έτσι κατέληγα τεχνηέντως σε ένα εντελώς εσφαλμένο συμπέρασμα. Άφησα λοιπόν για μια βδομάδα το κείμενο να σέρνεται στην βλογόσφαιρα (μπάς και...) όπου και στην συνέχεια προέβην στην αποκατάσταση της αλήθειας. Είναι, λοιπόν, προφανές για ποιους λόγους αυτά τα δύο σενδόνια δεν παντρεύονται.
Εντούτοις, λοιπόν, θα κάνω εν μέρει μια συρραφή όλων των στοιχείων που συνθέτουν τον κορμό της υποθέσεως, κάνοντας κάποιες σημαντικές παρεμβάσεις στο υπόλοιπο κείμενο (κοινώς, θα του αλλάξω τα φώτα). Τώρα, θα αναρωτιέστε για ποιον λόγο κάνω όλον αυτόν τον κόπο, όταν ήδη τα έχω γράψει. Ο λόγος είναι απλός και τον μνημόνευσα στην αρχή: δεν την αντέχω άλλη βλακεία. Το ζήτημα με τον Επίκουρο έχει λάβει γιγαντιαίες διαστάσεις κατά βάσην από τους αυτοφερόμενους πολυγνώστες τε και υπερμορφωμένους αθέους, μιας και ουδείς άλλος έχει ενδιαφέρον να ασχοληθεί με τέτοιες φόλες και προσοχή: με αυτό δεν βάζω όλους τους αθέους μέσα, διότι γνωρίζω αρκετούς σοβαρότατους, οι οποίοι ακριβώς επειδή είναι σοβαροί προτιμούν να διαβάζουν αντί να μιλάνε και να αναπαράγουν αηδίες (παρεμπιμπτόντως αρκετοί εξ αυτών βρίσκονται παραπλεύρως στην στήλη των φιλίων ιστολογίων και για να σοδομίσω εντελώς και αυτήν την παρένθεση αξίζει να σημειώσω ότι στο πλαίσιο του πειράματός μου διαπίστωσα ότι όσοι εξ αυτών με εμπιστεύονται την πάτησαν επίσης διότι δεν θεώρησαν τότε ότι υπήρχε περίπτωση να γράφω τέτοιες μεγαλειώδεις παπάτζες. Για να καταλάβετε δηλαδή πόσο εύκολο είναι να την πατήσει ο κόσμος. Κλείνω την παρένθεση και συνεχίζω).
Αυτοί που μιλάνε ακατάπαυστα είναι (συνήθως) το πρόβλημα και αυτό που λέω πάντοτε σε όλους όσους αναπαράγουν αυτήν την παπάτζα είναι ότι οι αρχαιοι φιλόσοφοι (και όχι μόνο αυτοί) δεν φταίνε σε τίποτε ώστε βιάζονται συστηματικά από τους αμόρφωτους και δραματικά κατώτερους (τουλάχιστον των προσδοκιών) απογόνους τους. Επειδή, λοιπόν, το τελευταίο διάστημα ιδίως εις τον θαυμαστό κόσμο του φεηστσιμβούκιου έχω ασχοληθεί επί του θέματος με περισσότερες περιπτώσεις από κάθε άλλη φορά και δεν μπορώ να ποστάρω είτε δύο λινκ όπου στα μάτια κάποιου που δεν ξέρει να διαβάζει δείχνουν αυτοαναιρούμενα, ούτε να να ποστάρω... δύο λινκ γενικώς ενώ ξέρω ότι ούτε το ένα δεν διαβάζουν, ούτε όμως να ποστάρω μόνο το δεύτερο του οποίου η ύπαρξη βασιζόταν στο πρώτο, αποφάσισα να δημιουργήσω ετούτη την "επανέκδοση" όπως λέγω και στον τίτλον του παρόντος υπερσενδονιού προκειμένου να τα έχω όλα μαζεμένα εδώ, και για την δική σας διευκόλυνση (λέμε τώρα) και για τη δική μου. Επίσης, στο πλαίσιο της ίδιας διευκολύνσεως να μνημονεύσω κι ένα (βοηθητικό για εσάς) λινκ του wikiquotes όπου μνημονεύεται με υποφερτή ακρίβεια η πορεία των αναφορών στο ζήτημα.
Μέρος Δεύτερον: Λακτάντιος
Ας πιάσουμε. λοιπόν, από την αρχή τα στοιχεία με τη σειρά. Ο Επίκουρος φέρεται να έζησε από το 341 έως το 270 πΧ. Από όλα τα αποσπάσματα ή και κέιμενα που έχουν σωθεί, ρηθέν ωσάν αυτό του γρίφου δεν έχουμε στα χέρια μας: αυτό είναι ένα ακατάρριπτο στοιχείο, είτε αρέσει είτε όχι. Μάλιστα, το σχόλιο δεν επεκτείνεται μόνο στον Επίκουρο, αλλά και σε όλους όσους τον ακολούθησαν και φυσικά αναφέρομαι τόσο στους Επικούρειους (αρκετοί εκ των οποίων σαφώς και τον είχαν για δάσκαλο), αλλά και τους νεοπλατωνικούς (που ως απέλπιδα προσπάθεια αντίστασης τα είχαν εισάγει σχεδόν όλα τα διαθέσιμα "όπλα" στην φιλοσοφία τους). Η περιβόητη ρήση του Επίκουρου εμφανίζεται για πρώτη φορά σε παγκόσμιο επίπεδο μόλις... πεντεμιση αιώνες μετά τον θάνατο του Επίκουρου από έναν Χριστιανό διδάσκαλο και απολογητή συνάμα, τον Ρωμαίο Λακτάντιο (250-325 μΧ), ο οποίος μάλιστα είναι ένας εξ αυτών των απολογητών στους οποίους φέρεται να οφείλεται πολύ μεγάλο μέρος της δημιουργίας του αρχικού "φιλοσοφικού" υποβάθρου του Χριστιανισμού, το οποίο για να δημιουργηθεί σε στέρεο έδαφος έπρεπε να εμπεριέχει και την με κάθε τρόπο αποδόμηση της αρχαιοελληνικής Φιλοσοφίας. Σε αυτό το σημείο επιβάλεται να κάνουμε μία πολύ σημαντική παρένθεση: είναι βέβαιο ότι έχετε ακούσει τον ισχυρισμό ότι ο Επίκουρος ήταν άθεος (και γι'αυτό άλλωστε έχει γίνει μπαντιέρα από τους άθεους κιόλας). Η αλήθεια είναι ότι όσο άθεος ήταν ο Επίκουρος, άλλο τόσο προ Χριστού χριστιανός ήταν κι ο Πλάτων ή παραβάτης ο Ιουλιανός. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αν ο Επίκουρος ήταν άθεος οι πρωτοχριστιανοί δεν θα είχαν ασχοληθεί καν με την περίπτωσή του, καθ'όσον είναι πασίγνωστο ότι αυτό που τους ενδιέφερε ήταν η (με κάθε τρόπο) αποδόμηση όσων θεωρούνταν επικίνδυνοι, κι ο Επίκουρος ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος διότι είχε καταφέρει να καταστήσει την Φιλοσοφία προσιτή στους πολλούς και αυτό ήταν πολυ κακό. Άρα ο Επίκουρος έπρεπε να στιγματιστεί και ο τρόπος ήταν προδιαγεγραμμένος: ο Χριστιανισμός (όπως γνωρίζουμε από πλήθος πηγών, μεταξύ άλλων και από τις προσπάθειες του Ωριγένη ιδίως κατά του Κέλσου) διαδώθηκε τόσο διά της τρομοκρατίας όσο και διά των υποσχέσεων για το μετέπειτα. Άρα ο Επίκουρος συκοφαντήθηκε ως άθεος διότι ήταν γνωστό τι κάνει ο θεός στους άθεους κλπ. Βέβαια θα μου πείτε, δηλαδή ποια είναι η διαφορά αν ήταν με το αν δεν ήταν; Η απάντηση είναι απλούστατη: αν όντως ήταν, από τον φόβο δεν θα τον διάβαζε κανείς. Το ότι τον διάβαζαν συνεπάγεται ότι δεν ήταν άρα έπρεπε να "γίνει" ώστε με την πίεση του φόβου να σταματήσουν να τον διαβάζουν. Κλείνουμε την παρένθεση και συνεχίζουμε με τον Λακτάντιο.
Τι λέει ο Λακτάντιος, λοιπόν, για τον Επίκουρο; (το κείμενο σε αγγλική μετάφραση εδώ. Άντε, για να μην σας βάζω να ψάχνετε να σας πω ότι το επίμαχο σημείο βρίσκεται στο τέλος του 13ου κεφαλαίου. Όποιος γνωρίζει λατινικά βεβαίως μπορεί να το διαβάσει κι από εδώ):
". ..Λέει ότι ο θεός είτε επιθυμεί να απομακρύνει το κακό και δεν μπορεί, είτε μπορεί αλλά είναι απρόθυμος, είτε δεν θέλει και δεν μπορεί, ή και θέλει και μπορεί. Εάν θέλει αλλά δεν μπορεί, τότε είναι αδύναμος, το οποίο δεν ταιριάζει στον θεό. Εάν μπορεί αλλά δεν θέλει, τότε είναι φθονερός, το οποίο απέχει από τη φύση του θεού. Εάν ούτε θέλει ούτε μπορεί, τότε είναι και φθονερός και αδύναμος άρα δεν είναι θεός. Εάν και θέλει και μπορεί που είναι τα μόνα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν σε έναν θεό, τότε από που προέρχεται το κακό; Ή γιατί δεν το απομακρύνει;..."
Να δούμε το θέμα λίγο πιο εμπεριστατωμένα:
Η πρώτη παρατήρηση που κάνουμε έχει να κάνει με το γεγονός ότι το ερώτημα του Λακτάντιου δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον λεγόμενο Γρίφο του Επίκουρου όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, άρα από την στιγμή που ο Λακτάντιος είναι αποδεδειγμένα η πρώτη επίσημη πηγή του "γρίφου", παναπεί πως μέχρι σήμερα κάτι έχει συμβεί στον "γρίφο" και αυτό είναι έναυσμα για να ψάξουμε περαιτέρω.
Το δεύτερο που παρατηρούμε είναι ότι το σχόλιο του Λακτάντιου δεν σταματάει εκεί, ούτως ειπείν έχει υποστεί "αποκοπή" για να μιλήσουμε με σύγχρονους όρους. Συμπληρώνει λοιπόν ότι "δεν απομακρύνει το κακό διότι απλούστατα θέλει να δούμε το κακό για να μάθουμε και το καλό". Σε αυτό το σημείο συνεπώς αναφύεται ένα πολύ σημαντικό ερώτημα: όταν η αρχική σου πηγή σου γράφει ένα συγκεκριμένο σχόλιο, πως έρχεσαι εσύ (όποιος κι αν είσαι) και απομονώνεις το συμπέρασμα που αναφανδόν αποτελεί και την κατακλείδα του όλου σχολίου; Με αυτό θέλω να καταδείξω πως ο συνδυασμός βλακείας και αμάθειας κατέληξε να παρουσιάζει μιαν άποψη Χριστιανού απολογητή για άποψη του Επίκουρου.
Πλέον δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι το ερώτημα του Επίκουρου έτσι όπως πρωτοτέθηκε από τον Λακτάντιο δεν έχει την παραμικρή σχέση με το ερώτημα έτσι όπως το γνωρίζουμε σήμερα (όπως δηλαδή το είπε ο... Θέοντεν στο βίδεον, που όμως είναι και η διαδεδομένη του μορφή). Το "σημερινό" ερώτημα είναι ουσιαστικά μια αυθαίρετη περίληψη του αρχικού. Αν υποθέσουμε ότι η περιβόητη τέταρτη (χαμένη) ερώτηση του σημερινού ερωτήματος του Επίκουρου προέρχεται όντως από το αρχικό ερώτημα του Λακτάντιου, τότε προκύπτει ότι μόνο από τον τρίτο όρο μπορεί να προέρχεται, ήτοι ότι αν ούτε θέλει ούτε μπορεί, τότε είναι και κακός και αδύναμος άρα δεν είναι θεός. Αυτό που λέει, δηλαδή, είναι ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις που πρέπει να έχει ένας θεός και δεν συμπεραίνει ότι δεν υπάρχει θεός, αλλά ο συγκεκριμένος που δεν μπορεί και δεν θέλει. Επίσης, έχει μεγάλη σημασία που ο εν λόγω όρος έρχεται τρίτος, ακριβώς επειδή εκεί είναι η θέση του, μιας και στο φτιαχτό ερώτημα του Λακτάντιου την πόρτα αφήνει ανοικτή τεχνηέντως ο τέταρτος όρος που φυσικά ουδέποτε αμφισβητεί το μεγαλείο του θεού έτσι όπως το έχει κατά νου ο Λακτάντιος, παρά απλώς διερωτάται γιατί δεν το καταλαβαίνει κανείς. Ελπίζω να γίνεται κατανοητή η διαφορά καθ'όσον στις παραχαράξεις οι διαχωριστικές γραμμές σπάνια γίνονται αντιληπτές άπαξ και είναι πειστικές. Επίσης, δεν πρέπει να μας διαφύγει η πολύ σημαντική λεπτομέρεια που ανέφερα, ήτοι η... πέμπτη απάντηση, η οποία φυσικά και αποκρύπτεται πλήρως από την παραχάραξη της παραχάραξης, δηλαδή ότι ο θεός τα κάνει όλα για... εκπαιδευτικούς λόγους.
Ο Λακτάντιος δεν πρέπει να ήταν τυχαίος (εξάλλου ήταν και στο περιβάλλον του αυτοκράτορα), άρα πρέπει να προσπάθησε πολύ για να φτιάξει ένα φιλοσοφικό ζήτημα με τόσο πολύ (φύσει) λειψό ερώτημα, ώστε έτσι όπως τέθηκε να αφήνει χώρο (τελικώς) όχι μόνο για μια πέμπτη απάντηση αλλά αν χρειαζόταν και για έκτη και για έβδομη μην σας πω, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα διότι θα ξεφύγουμε. Έτσι, η απάντηση που δίνει ο Λακτάντιος έρχεται σχεδόν ως μεγαλείο από ψηλά, ότι δηλαδή ο θεός το κάνει για το καλό μας, ότι ήταν μέρος του αρχικού σχεδίου και ο πολύ κακός Έλληνας φιλόσοφος ήταν τόσο μικρόνοος που αδυνατούσε να το καταλάβει.
Γίνεται πλέον προφανές ότι σε τέτοια κείμενα (και να τονίσω ότι και του Λακτάντιου είναι φιλοσοφικό το κείμενο, άσχετα αν πρόκειται για παραχάραξη, αυτό είναι άλλο θέμα) είναι τρομερά επικίνδυνο να κόψεις και να ράψεις μια φράση για να την χρησιμοποιήσεις ως "υπόδειγμα". Όσοι έχουν το... κακό ελάττωμα να υπογραμμίζουν σε βιβλία (καταστρέφοντάς τα φυσικά!) ξέρουν πολύ καλά τι εννοώ αφού πολλές φορές που θες να υπογραμμίσεις κάτι σημαντικό είναι σα να λύνεις σπαζοκεφαλιά: "να ξεκινήσω από εδώ ή από εκεί;". Προσωπικά μου έχει τύχει να θέλω να υπογραμμίσω μισή παράγραφο και τελικώς να καταλήγω να υπογραμμίζω μιάμιση σελίδα. Όλη την ώρα συμβαίνει το ίδιο πράγμα. Κάπως έτσι, λοιπόν, συμβαίνει και με τις αποκοπές/περικοπές, διότι παρατηρώντας το αγγλικό κείμενο βλέπουμε ότι το ερώτημα του Επίκουρου προηγουμένως βασίζεται σε μία υπόθεση που έχει εξετάσει λίγο πιο πριν ο Λακτάντιος και αφορούσε τους Στωϊκούς, δηλαδή ένα άλλο ρεύμα. Το πως υπερπήδησε από τους Στωϊκούς στον Επίκουρο προφανώς και δημιουργεί κάποιες μάλλον εύλογες απορίες αλλά δεν είναι της απαρούσης. Αυτό που χρειάζεται να κρατήσουμε είναι ότι για (μάλλον προφανείς) λόγους οικονομίας, ο Λακτάντιος τα είχε τσουβαλιάσει όλα ώστε να τα βγάλει όλα μαζί άκυρα κατά το μ'έναν σμπάρο δυό (ή και περισσότερα) τρυγώνια. Η ουσία που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι ότι αυτή η μικρούλα λεπτομέρεια χάθηκε εις τους αιώνας των αιώνων ακριβώς επειδή δεν βόλευε κανέναν μιας και καθιστούσε το περιβόητο ερώτημα και πιο μεγάλο και πιο πολύπλοκο και πιθανώς και πιο δυσνόητο (άρα και πιο απίθανο να διαβαστεί -είδατε πως όλα επιστρέφουν στο θέμα μας; ) ή έστω (για να μην είμαστε και... κακεντρεχείς) διέφυγε πλήρως της προσοχής ή κάτι άλλο ανώδυνο, τέλος πάντων.
Μέρος Τρίτον: η Λήθη, η Νεκρανάσταση και η αρχή της Επιδημίας
Ας περάσουμε όμως στον επόμενο της σειράς που επικαλέστηκε τον περιβόητο "γρίφο": πρόκειται για τον Γάλλο φιλόσοφο και διαφωτιστή Πιερ Μπελ (Pierre Bayle. Το κείμενό του στην αγγλικήν εδώ. Υπάρχει και στα γαλλικά βεβαίως αλλά ας μην το πολυμπερδεύουμε) που έζησε (εδώ κρατηθείτε λίγο) από το 1647 έως το 1706 δηλαδή μόλις 13 και κάτι ψιλά αιώνες μετά, και στον οποίον οφείλεται η αναμόχλευση αυτού του εντελώς ξεχασμένου θέματος (καθ'όσον παντελώς ανούσιο).
Ως ειναι προφανές το πρώτο πράγμα που παρατηρούμε είναι το απολύτως προφανές: επί δεκατρείς με δεκατέσσερεις ολόκληρους αιώνες ένα τόσο... σημαντικό (ως εξελίχθηκε) θέμα ήταν παντελώς αδιάφορο για τους πάντες. Πως είναι δυνατόν; Δεν το παρατήρησε άραγε κανείς; Ούτε καν οι θεωρητικοί του Χριστιανισμού (λόγιοι, μοναχοί, απολογητές κλπ) κάθε εποχής; Να το κάνουμε πενηνταράκια αυτό διότι έχει πραγματικά πολλή πλάκα: ψάχνοντας ανάμεσα στους χριστιανούς απολογητές βρίσκουμε μεταξύ άλλων και συχνές αναφορές τόσο στον Επίκουρο όσο και στον Πλάτωνα (και αντίστοιχα στους οπαδούς τους, οι οποίοι στα χρόνια της λαίλαπας είχαν συσπειρωθεί υπό τον όρο νεοπλατωνικοί προκειμένου να αντιμετωπίσουν το επερχόμενο χριστιανικό Σκότος): στις Πράξεις Αποστόλων ας πούμε, στον Επίσκοπο Αντιοχείας Θεόφιλο και την επιστολή του Προς Αυτόλυκον, στην Απολογία (Προτρεπτικόν προς Έλληνας) του Ιουστίνου, του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως στους Στρωματείς κ.α., προξενεί τουλάχιστον μεγάλο ενδιαφέρον το γιατί δεν υπάρχει κανένας απολύτως σχολιασμός από κανέναν πάνω σε ένα τόσο "πολύτιμο όπλο" ωσάν αυτό που "ανακάλυψε" ο Λακτάντιος. Θα μου πείτε λογικά σκεπτόμενοι ότι μπορεί να μην είπαν ποτέ τίποτε διότι το εν λόγω απόσπασμα πιθανώς να μην σώθηκε (εξάλλου είναι σωστό ότι "εξαφανίστηκε" πολύ πράμα από τους Χριστιανούς). Οκ, τότε πως είναι δυνατόν να ήταν εξαφανισμένο επί Κλήμεως που είναι προγενέστερος του Λακταντίου, ενώ ο τελευταίος να βρήκε την... χαμένη πραγματεία; Μήπως πρέπει να υποθέσουμε ότι είχε ανακαλύψει κάτι που διέφυγε από όλους τους υπολοίπους (μια... χάλκευση δηλαδή);!
Να επιστρέψουμε: όπως βλέπουμε από την περικοπή που παραθέτει ο Μπελ, το αρχικό κείμενο του Λακτάντιου στα λατινικά είναι αυτούσιο. Η αγγλική μετάφραση δε, δεν είναι ιδιαίτερα αλλαγμένη. Τουλάχιστον νοηματικά είναι το ίδιο κείμενο, μόνο κάποιες λέξεις έχουν αντικατασταθεί από συνώνυμες, κάτι που όμως δεν αλλάζει το διά ταύτα. Βέβαια να προσθέσω το εξής: δεδομένου ότι λατινικά δεν ξέρω, προκειμένου να επιβεβαιώσω αυτά που ήθελα κάθησα και αντέγραψα προσεκτικά το κείμενο έτσι όπως το έβλεπα στον google translator απλά και μόνο για να διαπιστώσω αν το γαλλικό κείμενο με το λατινικό απόσπασμα έλεγε τα ίδια με το αγγλικό και διαπίστωσα ότι όντως δεν υπήρχαν αλλαγές, τουτέστιν από πλευράς Μπελ διακρίνουμε μια συνέπεια: ναι μεν δεν έψαξε στον Επίκουρο, αλλά τουλάχιστον δεν παρήλλαξε τον Λακτάντιο και μάλιστα εξέφρασε και τις επιφυλάξεις του. Άρα αφού δεν δείχνει να υπάρχει κάτι το μπμπτόν ας περάσουμε στον επόμενο.
Πάμε τώρα στον τρίτο χρονικά που φέρεται να χρησιμοποίησε το ερώτημα του Επίκουρου και εδώ έχουμε ενδιαφέροντα πράγματα. Είναι ο Ντέιβιντ Χιουμ (David Hume, 1711-1776)), ο οποίος στο έργο του Dialogues Concerning Natural Religion βάζει (στα πρότυπα των πλατωνικών διαλόγων -λέμε τώρα) τρεις φίλους να συζητούν σε σωκρατική βάση αλλά στο παντελώς αποτυχημένο όπως μπορείτε να καταλάβετε. Σε κάποια στιγμή λοιπόν (σελίδα 186 του λινκ) τίθεται το μεγάλο ερώτημα:
Εδώ λοιπόν παρατηρούμε δύο πράγματα: πρώτον ότι όχι απλώς λείπει το μισό και βάλε κείμενο του Λακτάντιου, αλλά ότι πρόκειται για μια λιτή περίληψη που έχει και αλλαγμένες λέξεις. Και όταν λέω αλλαγμένες δεν εννοώ απλώς σαν συνώνυμα αλλά και νοηματικά, διότι το impotent σημαίνει ανήμπορος, ενώ το malevolent κακόβουλος. Και νομίζω ότι πλέον έχουμε στα χέρια μας τον κύριο "ύποπτο" (κι ουχί ακόμη ένοχο κύριε Πρόεδρε) για την παραχάραξη που μας έχει παραδοθεί έως τις μέρες μας, διότι είναι προφανές ότι αν το ερώτημα όπως μας έχει μεταφερθεί είχε ως πηγή τον Λακτάντιο ή τον Μπέλ, θα ήταν εντελώς διαφορετικό. Αντιθέτως αυτό που γνωρίζουμε ως ερώτημα του Επίκουρου προσεγγίζει περισσότερο την "περικοπή" του Χιουμ. Και ξαναλέω, προσεγγίζει: δεν είναι ακόμα.
Όπως προανέφερα. ο Μπελ (που ό,τι κουσούρια κι αν είχε, ήταν τουλάχιστον ένας σοβαρός άνθρωπος) για να μεταφέρει το ερώτημα του Επίκουρου εξέφρασε και μία μικρούλα και δυσδιάκριτη επιφύλαξη ότι "ας λάβουμε υπόψιν σε αυτό το σημείο ένα εδάφιο του Λακτάντιου που περιέχει την απάντηση σε ένα ζήτημα του Επίκουρου", ούτως ειπείν επειδή ενδεχομένως να είχε τις επιφυλάξεις του δήλωσε ότι μεταφέρει την απάντηση του Λακτάντιου, η οποία όμως (εδώ είναι το κλειδί) για να γίνει κατανοητή έπρεπε να συνοδεύεται και από το ερώτημα. Ίσως αυτό το τρικ να έκρυβε την απορία, γιατί δεν υπάρχει σωσμένο το ερώτημα του Επίκουρου στ' αρχαία. Ίσως, λέω, δεν ξέρω την απάντηση. Από την άλλη όμως ο Χιούμ, δεν αναφέρει τίποτε περί τυχόν επιφυλάξεως και όχι μόνον αυτό αλλά δεν αναφέρει καν την πηγή, ότι ήταν ο Λακτάντιος, απλώς πετάει μια μπηχτή ότι "εκείνο το παλαιό ερώτημα του Επίκουρου εξακολουθεί να μένει αναπάντητο", έτσι γενικώς και αορίστως. Τι σημαίνει αυτό για εμάς; Προφανώς ότι αφού δεν μνημονεύει τον Λακτάντιο ως πηγή, αφενός δείχνει ότι τον αποστρέφεται και κατά συνέπεια βασιζόμενος σε αυτό εμφανώς παρέχει στον εαυτό του κάποιο (παρ)άτυπο αλλά και αυθαίρετο δικαίωμα να μην αντιγράψει πλήρως κι επακριβώς την περικοπή, παρά να την αποδώσει όπως ήθελε.
Για να μην αναρωτιέστε πόσο σημαντική ήταν αυτή η τελευταία παρατήρηση (και για να φέρνω σιγά, σιγά το θέμα στα των ημερών μας) θα σας πω το εξής: από την στιγμή που κάποιος παίρνει την περικοπή του Χιουμ η οποία αναφέρεται σε κάποιον τρίτο βλέπει ότι δεν υπάρχει πηγή, κανονικά θα έπρεπε να ψάξει να δει από που προέρχεται αυτό το εδάφιο. Όταν δεν το κάνεις είναι σα να αποδέχεσαι αυταπόδεικτα την ύπαρξη του... ο Χόρχε στο Όνομα του Ρόδου με την αιτιολογία ότι μνημονεύεται σε κάποιο βιβλίο. Το πιάσατε, έτσι;
Κι ενώ, λοιπόν, προς στιγμήν πήγατε να νομίσετε ότι ο ύποπτος είναι και ο ένοχος κι εγώ σας το χάλασα, θα σας εξηγήσω και γιατί το έκανα καθ'όσον έχουμε πολύ δρόμο ακόμη.
Σύμφωνα με το κείμενο του wikiquotes, ο επόμενος που χρησιμοποίησε χρονικά την περικοπή του ερωτήματος ήταν δύο αιώνες μετά (τα παρατηρείτε τα χρονικά διαστήματαμ, έτσι;) κάποιος Charles Bray (1811-1884, τον οποίον οφείλω να ομολογήσω ότι πρώτη φορά άκουγα) και πιο συγκεκριμένα στο έργο του The Philosophy of Necessity: Or Natural Law as Applicable to Moral, Mental, and Social Science. Η περικοπή εμφανίζεται πρώτη μούρη στην σελίδα 41 και διαπιστώνουμε ευθύς αμέσως ότι είναι ακριβώς η ίδια με αυτήν του Χιουμ. Πάνω κάτω στα ίδια χρόνια, εμφανίζεται ένας ακόμη φιλόσοφος, ο Nathaniel Alexander Nicholson (τον οποίον παρομοίως δεν γνώριζα και δεν μπόρεσα να βρω και πληροφορίες της προκοπής κιόλας, πάντως στο περίπου τα βιβλία του δείχνουν να εκδίδονται μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1860) ο οποίος στο έργο του Philosophical Papers μνημονεύει το περιβόητο αλλά και προφανώς περιζήτητο πλέον ερώτημα του Επίκουρου. Επίσης σύμφωνα με την ίδιαν ιστοσελίδα υπήρξε κι ένας Ρώσος καθηγητής ονόματι Iosif Aronovich Kryvelev (1906-1991) που χρησιμοποίησε το υποτιθέμενο ερώτημα του Επίκουρου, αλλά για να μην σας λέω ψέματα βαρέθηκα να το ψάξω. Εξάλλου είχα ήδη βρει αυτά που ήθελα.
Μια λεπτομέρεια που πιθανώς να είναι σημαντική είναι και η εξής: επί του Νίκολσον το ερώτημα του Επίκουρου πλέον γίνεται famous, διάσημο. Νομίζω ότι αυτή η λέξη είναι που υποδηλώνει ότι η παρεξήγηση οφείλεται στον Χιούμ, μιας και δεν είναι δυνατόν τρεις χρονικά "κοντοχωριανοί" να παρουσιάζουν ακριβώς το ίδιο απόσπασμα που ως πηγή έχει τον πρώτο εκ των τριών και ο τρίτος να το ονομάζει και διάσημο πλέον. Πιθανώς (μάλλον ένεκα του προτεσταντισμού) το εν λόγω εδάφιο να είχε γίνει δημοφιλές και στην συνέχεια να επεκτάθηκε και σε άλλους κύκλους -υπόθεση κάνω.
Μέρος Τέταρτον: ο Μπόυφος
Πλέον όμως φτάνουμε σε μια ιδιαίτερη καμπή στην όλη ιστορία: ασφαλώς και θα θυμάστε ότι σε κάποιο σημείο θέσαμε ένα ερώτημα, το πως μπορεί να προέκυψε το τέταρτο ερώτημα του σύγχρονου "γρίφου" του Επίκουρου και σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται το όνομα του αμερικάνου Charles Bufe (τον οποίον στο αρχικό κείμενο είχα αποκαλέσει Μπούφο -που μάλλον ήταν διότι αδυνατώ να σκεφτώ ότι όλα αυτά που θα διαβάσετε τα σκέφτηκε τωόντι- αντί για Μπουφέ που θα μας το γύρναγε στο γαστριμαργικόν). Ο εν λόγω κύριος που αυτοπαρουσιαζόταν ως αναρχικός (μα φυσικά! Παρακαλώ τραβήξτε το καζανάκι!), λοιπόν, μόλις το 1992 δηλαδή 24 αιώνες μετά τον Επίκουρο και μόλις 250 χρόνια μετά τον αρχικό παραχαράκτη, Χιουμ, και τον οποίον για να είμαι απόλυτα ειλικρινής μόλις στο πλαίσιο της έρευνας που έκανα προ τριετίας ανακάλυψα, κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τίτλο "The Heretic's Handbook of Quotations: Cutting Comments on BurningIssues". Δεν το έχω διαβάσει το εν λόγω βιβλίο διότι η αλήθεια είναι ότι έχω κόψει τα σκουπίδια προ πολλών ετών, αλλά από μια μίνι-έρευνα που έκανα διαπίστωσα ότι δεν πρόκειται για κάτι πραγματικά σοβαρό, πλην όμως μας ενδιαφέρει άμεσα και θα εξηγήσω το γιατί ευθύς αμέσως: το παλουκάρι αυτό έχει φτιάξει ένα βιβλίο με ρήσεις διασήμων ανθρώπων και τις έχει κατηγοριοποιήσει, όπως φαίνεται και από τον κατάλογο περιεχομένων του βιβλίου του. Από το δείγμα που βρήκα συνειδητοποίησα ότι ο τύπος αυτός είναι δηλαδή παριστάνει τον πολυμαθέστατο: στο βιβλίο του έχει ρήσεις από όλο το εύρος των σκέψεων: Λάο Τσε, Τάκιτος, Τ. Τζέφερσον, Σαίξπηρ, Λένιν, Κάντ, Θουκυδίδης, Τσόμσκι, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Βολταίρος, Όσκαρ Ουάιλντ και αμέτρητοι άλλοι που κάποτε είπαν κάτι που εντυπωσίασε τον εν λόγω τύπο, κοινώς ομιλούμε για βλακεία μεγέθους τέτοιου που οφείλω να ομολογήσω ότι νόμιζα μέχρι σήμερα πως μόνο ο Πάσχος είχε κάνει. Προσπερνώντας αυτήν την ιδιάζουσα λεπτομέρεια, διαπιστώνουμε ότι αρκετά πράγματα που τον εντυπωσίασαν είπε και ο Χίτλερ και ένα ενδιαφέρον ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι το πω στις ίδιες σελίδες μπορούν να μπούν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Τζέφερσον και ο Χίτλερ ας πούμε...
Ευτυχώς όπως προανέφερα το βιβλίο αυτό δεν το έχω διαβάσει. Απ'όσο έψαξα όμως και από τα ελάχιστα που μπόρεσα να βρω, είναι η μοναδική πηγή στην οποίαν "επιστρέφει" τη τετραπλή πλέον ερώτηση του Επίκουρου, δηλαδή με την σημερινή του μορφή. Άρα ελλείψει άλλης πηγής το πιθανότερο είναι ότι αυτό είναι και το ισχύον σενάριο. Η μεγαλύτερη πλάκα είναι ότι από την εισαγωγή του βιβλίου του προκύπτει ότι μπορεί να του το έστειλε και κανάς άλλος ταχυδρομικώς ότι "φίλε, υπήρχε κι ένας Έλληνας της αρχαιότητας ο Επίκουρος που είχε πει και αυτό", το οποίο αυτό μάλλον (υποθέτω) πρέπει να βρίσκεται κάπου κοντά στην σελίδα 185 (κάπου εκεί βρήκα σε μιαν άλλη αναζήτηση ότι έχει την κατηγορία "θεός και θρησκεία").
Όπως γράφει ο ίδιος ο ποιητής, το "παρόν" βιβλίο στοχεύει να δώσει τα εφόδια στους ενδιαφερομένους να κατέχουν γνώση (μέσα από... ατάκες) για "μυριάδες θέματα" ενδιαφέροντος, κοινώς η γνώση δεν έρχεται με την μελέτη αλλά με τα αποκόμματα. Βέβαια θα ήμουν άδικος αν δεν επισήμαινα ότι προτρέπει τους ενδιαφερομένους "να διαβάσουν τουλάχιστον κάτι" και υποθέτω ότι εννοεί να διαβάσουν όπως ο ίδιος, δηλαδή πράγματα που δεν υπάρχουν ή και κανάν Χίτλερ άμα λάχει...
Το θέμα όμως έγκειται αλλού: μήπως σας θυμίζει τίποτε η παραπάνω τακτική; "να υπάρχουν έτοιμες οι ατάκες ώστε ο κόσμος να μην επανεφευρίσκει τον τροχό". Μήπως σας θυμίζει ακριβώς το θέμα που εξετάζουμε; Ότι ο κόσμος καταπιάνεται από μία ατάκα και δεν εξετάζει τίποτε άλλο; Οκ, να είμαστε ειλικρινείς: η εν λόγω τακτική σαφώς δεν έχει πατρότητα άρα δεν μπορούμε να την αποδώσουμε στον Μπόυφο. Για την ακρίβεια, τέτοιες τακτικές εύκολης μόστρας υπάρχουν μάλλον προαιωνίως, αλλά το να ρίχνεις τροφή στο στόμα της παπάτζας εν μέρει ισοδυναμεί με πατρότητα (μην πω και με έγκλημα).
Διότι ιδίως όταν μιλάμε για χώρες όπως η Ελλάδα όπου όχι μόνο ό,τι δηλώσεις είσαι, αλλά και τα χαρτιά έχουν όλα την ίδιαν αξία (πχ ένα διδακτορικό αστροφυσικής με μια κλήση της τροχαίας) και όπου ιδίως οι αμαθείς και οι βαριεστημένοι, οι χρυσές μετριότητες που πασχίζουν να πλασαριστούν σε κάποιον υποτιθέμενο στίβο γνώσης όπου μετράει μόνο η παπάτζα, η οποία είναι και το μόνο μέσον για να το πράξουν.
Για να το κάνεις αυτό δεν χρειάζονται πολλά πράγματα. Αρκεί μόνο να δηλώσεις τη θέση σου: πετάς κάποια ταμπέλα (γκουχ, γκουχ, πχ άθεος, λέμε τώρα ένα απλό παράδειγμα) που θεωρείς ότι σου προσδίδει κύρος και όλα τα υπόλοιπα έρχονται μαζί με την ταμπέλα. Αυτό που εγώ ξέρω είναι ότι αυτός που μελετάει δεν έχει ανάγκη καμία απολύτως ταμπέλα.
Σε αυτό το σημείο να ξεκαθαρίσω κάτι: πλέον έχουμε φτάσει σε ένα επίπεδο επιρροής τέτοιο που δεν έχει καμία σημασία αν κάποιος έχει κάνει συνειδητή ή κατά λάθος παραποίηση μιας υποθέσεως.
Μέρος Πέμπτον: η Παραχάραξη
Πλέον έχοντας φέρει στο προσκήνιο μαζεμένα όλα τα δεδομένα, ας κάνουμε μία άμεση σύγκριση ανάμεσα στα τρία "ερωτήματα" (δηλαδή του Λακτάντιου με μπλε, του Χιουμ με πράσινο και του Μπούφου με κόκκινο) διότι ξέρω ότι αρκετοί πιθανώς ακόμη να μην μπορούν να καταλάβουν τις διαφορές και πόσο ουσιώδεις είναι αυτές. Ας τα δούμε λίγο λοιπόν:
"...Λέει ότι ο θεός είτε επιθυμεί να απομακρύνει το κακό και δεν μπορεί, είτε μπορεί αλλά είναι απρόθυμος, είτε δεν θέλει και δεν μπορεί, ή και θέλει και μπορεί. Εάν θέλει αλλά δεν μπορεί, τότε είναι αδύναμος, το οποίο δεν ταιριάζει στον θεό. (Θέλει ο Θεός να εμποδίσει το κακό αλλά δεν είναι ικανός; Τότε είναι ανήμπορος.) / (Θέλει ο Θεός να εμποδίσει το κακό αλλά δεν είναι ικανός; Τότε δεν είναι παντοδύναμος.)
Εάν μπορεί αλλά δεν θέλει, τότε είναι φθονερός, το οποίο απέχει από τη φύση του θεού. (Μπορεί αλλά δε θέλει; Τότε είναι κακόβουλος) / (Μπορεί αλλά δε θέλει; Τότε δεν είναι πανάγαθος)
Εάν ούτε θέλει ούτε μπορεί, τότε είναι και φθονερός και αδύναμος άρα δεν είναι θεός. (------) / (Και θέλει και μπορεί; Τότε γιατί υπάρχει το κακό;)
Εάν και θέλει και μπορεί που είναι τα μόνα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν σε έναν θεό, τότε από που προέρχεται το κακό; Ή γιατί δεν το απομακρύνει;... (Εάν και θέλει και μπορεί, τότε από που έρχεται το κακό;) / (Δεν θέλει ούτε μπορεί; Τότε γιατί να τον αποκαλούμε Θεό;)"
Όπως παρατηρούμε και από την άμεση σύγκριση, η παραποίηση του Χιουμ είναι παραπάνω από εμφανής, όμως αν και δεν είναι η πιο ουσιαστική είναι αυτή που δημιούργησε διά της ασάφειάς της το γόνιμο έδαφος ώστε να γίνει σε μεταγενέστερο χρόνο η παραχάραξη. Κάπως έτσι λοιπόν, η επί Χιουμ απουσία του ενός ερωτήματος κατέληξε σε μετάθεση του βασικότερου, ίσως, όρου, πράγμα που δημιουργεί εντελώς εσφαλμένο συμπέρασμα διότι κατασκευάζει μια εντελώς διαφορετική λογική σειρά. Όπως ανέφερα και πιο πάνω η παραχάραξη του Λακτάντιου αφήνει να εννοηθεί ότι τελικά το πρόβλημα δεν είναι στον θεό αλλά στον άνθρωπο που δεν καταλαβαίνει και έτσι έρχεται μετά ο Λακτάντιος και δίνει μιαν άλλη λύση/απάντηση που αποδεικνύει το θεϊκό μεγαλείο. Στην περίπτωση του Μπούφου όμως, το συμπέρασμα είναι το γιατί να τον αποκαλούμε θεό, δηλαδή εντελώς διαφορετικό. Ενώ δηλαδή στον Λακτάντιο η αμφισβήτηση πηγαίνει στον ανθρώπινο τρόπο σκέψης, στην παραχάραξη του Μπούφου που έχει προέλθει είτε τυχαία είτε όχι από την παραχάραξη του Χιουμ, η αμφισβήτηση πηγαίνει στην ιδιότητα του θεού. Είναι προφανές ότι στο ερώτημα "τότε γιατί να τον αποκαλούμε θεό" είναι αδύνατον να δώσουμε την απάντηση ότι ο θεός αφήνει το κακό επίτηδες προκειμένου να το γνωρίσει ο άνθρωπος και εν συνεχεία να καταλάβει και τι εστί καλό.
Με όλον αυτόν τον συλλογισμό θέλω να καταδείξω το εξής: ξεκινήσαμε από μία περικοπή του Λακτάντιου η οποία φέρεται από τον ίδιον να αποδίδεται στον Επίκουρο, δίχως άλλη πηγή ή αναφορά. Η υποτιθέμενη αυτή ρήση ταξίδεψε απαρατήρητη μέσα στους αιώνες και ανακαλύφθηκε εκ νέου την εποχή του Διαφωτισμου αλλά τουλάχιστον τότε δεν παραχαράχθηκε. Αρκετά χρόνια μετά, υπήρξε μια μείζονα χάλκευση που κυριολεκτικώς της άλλαξε τα φώτα. Προσωπικά δεν μπορώ να απαντήσω αντί του Χιουμ γιατί έκανε αυτήν την παραποίηση και μόνο εικασίες μπορώ να κάνω, πιθανότατα όμως έτσι του έκατσε καλύτερα για να την παρουσιάσει στον διάλογό του (και μόνο αυτό) και δε νομίζω να περίμενε την απήχηση που θα είχε μελλοντικά η χάλκευσή του. Η ουσία είναι όμως ότι πλέον έχουμε ξεφύγει ακόμη και από την αρχική χάλκευση η οποία είχε παρουσιαστεί ως ερώτημα του Επίκουρου. Στις μέρες μας, έγινε και άλλη παραποίηση, ίσως η μεγαλύτερη, που τελικώς μας παρέδωσε δύο ρήσεις (την αρχική και την τελευταία) οι οποίες είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους και που υποτίθεται ότι είναι η ίδια ακριβώς. Αυτό δεν πρόκειται για παράδοξο: στα μαθηματικά λέγεται αδύνατον.
Μέρος Έκτον: ο Βιασμός του Επίκουρου
Νομίζω ότι δεν υπάρχει λόγος να ασχοληθούμε περαιτέρω με το θέμα, εκτιμώ ότι το εξαντλήσαμε. Ήρθε η ώρα των καυστικών σχολίων (από αυτά που μπορείτε να βγάλετε έως και το πουρί στην τουαλέτα σας, ξέρετε τώρα τι γίνεται σε τούτο το βλόγι...). Κατ' αρχάς να ξεκαθαρίσουμε κάτι πολύ σημαντικό για να μπορούμε να καταλαβαινόμαστε (και κυρίως για να γίνει κατανοητό το εξαιρετικά επιθετικό ύφος αυτού του υπέτριπλου υπερσενδονιού): Όταν διαβάζεις βιβλία (και εννοώ κυριολεκτικά το ρήμα "διαβάζω", με την έννοια της μελέτης των πραγματικών βιβλίων) μπορείς σχετικά εύκολα να καταλάβεις αν κάποιος διαβάζει βιβλία ή απλώς τα ξεφυλλίζει ή ακόμη χειρότερα δεν ξέρει καν πως είναι ένα βιβλίο. Αυτή είναι μία διαφορά που ένας αμαθής ή ημιμαθής αδυνατεί να κατανοήσει: πολύ απλά δεν μπορεί να καταλάβει πως σκέπτεται κάποιος που διαβάζει βιβλία, διότι απλούστατα δεν ξέρει πως είναι το να διαβάζεις πραγματικά ένα βιβλίο, πως νοιώθεις στην αφή καθώς χαϊδεύεις το χαρτί, πως ακούγονται οι σελίδες όταν τις γυρνάς. Είναι ολόκληρη μυσταγωγία. Όπως είχε πει και ένας καλός μου (φ)ίλος κάποτε, είναι σχεδόν σαν σεξ. Αλλά μην ξεφεύγουμε.
Τα όσα γράφτηκαν λοιπόν δεν απευθύνονται σε όσους διαβάζουν αλλά μπορεί να τους διέφυγε κάτι, , ούτε σε αυτούς που διαβάζουν αλλά δεν τους ενδιαφέρει το συγκεκριμένο θέμα, ούτε φυσικά εκείνους που την πάτησαν καθόσον όλοι μας την έχουμε πατήσει στο παρελθόνούτε βεβαίως εκείνους που κάποτε καλόπιστα εμπιστεύθηκαν την κρίση κάποιου ατόμου κυριολεκτικά της εμπιστοσύνης τους ο οποίος δυστυχώς για όλους έπεσε σε γκέλα. Οι προαναφερθέντες (αλλά και οι επόμενοι) κουβάδες με σκατά απευθύνονται αποκλειστικά σε αυτούς που παριστάνουν τους διαβασμένους και που δεν έχουν ανοίξει ποτέ τους έστω και ένα βιβλίο, στους ξερόλες, στους παντογνώστες, σ'εκείνους που έχουν εθιστεί τόσο πολύ στην αμάθειά τους που θεωρούν ότι όλοι είναι αμαθείς άρα και ίσοι, σε όσους μας τα έχουν κάνει κατ' επανάληψιν τσουρέκια, ούτως ειπείν σε αυτούς που όπως κάποτε μεγαλειωδώς είχε γράψει ο Αρκάς πιστεύουν ότι η Ημιμάθεια και η Αμάθεια είναι περιοχές της Ημαθίας. Αυτοί είναι που βιάζουν τον (κάθε) Επίκουρο συστηματικά, με αυτούς τα έχω.
Να ξεκαθαρίσω κάτι, διότι εδώ υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα: είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτη η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε "αντίστοιχες" περιπτώσεις απόδοσης "λόγου" σε συγκεκριμένα στόματα, και θα μπορούσαμε να μιλάμε για βδομάδες με συγκεκριμένα παραδείγματα. Η διαφοροποίηση δεν έγκειται στην φράση καθεαυτώ αλλά στην χρήση για την οποίαν προορίζεται. Για παράδειγμα, δύο φράσεις που πιθανώς δεν ειπώθηκαν ποτέ από τους φερόμενους "πνευματικούς πατέρες" των, είναι η μεν πασίγνωστη περί βλακείας και Σύμπαντος που αποδίδεται στον Αϊνστάιν, η δε περί υπεράσπισης του δικαιώματος ελευθερίας λόγου που αποδίδεται στον Βολταίρο.
Κι εγώ τις έχω χρησιμοποιήσει έτσι κατ' επανάληψη (όπως και μερικά εκατομμύρια άλλοι), αλλά δεν πιστεύω ποτέ να το έκανε κανείς (μήτε εγώ φυσικά) για να δημιουργήσει ένα νέο γίγνεσθαι (όπως επιχειρείται συστηματικά με την περίπτωση του Επίκουρου). Να το πούμε και αλλιώς για να μην υπάρχουν αμφιβολίες: είναι άλλο πράγμα να πεις ότι ο Αϊνστάιν κάποτε είπε ότι "δύο πράγματα είναι άπειρα, το Σύμπαν και η ανθρώπινη βλακεία, αν και για το Σύμπαν δεν είμαι βέβαιος" κι ας μην το είπε, κι άλλο πράγμα να πεις ότι είπε "Χαχα, μα τι μαλάκας" ή "πιάσε δυο χάινεκεν". Το δεύτερο καταντάει χυδαίο και προσβλητικό και εν προκειμένω, σε έναν άνθρωπο ή και θεό (ως ο υποφαινόμενος) που ο Επίκουρος είναι στην πρώτη πεντάδα -μην πω τριάδα- των αγαπημένων του φιλοσόφων, ευθύς εξαρχής γίνεται αντιληπτό ότι μια τέτοια παπάτζα μόνο ο Επίκουρος δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να την έχει πει. Επί τούτου θα μπορούσα να παραθέσω και κείμενα, αλλά το έχω κάνει ήδη στην "πρωτότυπη έκδοση".
Μέρος Έβδομον: οι Παρενέργειες
Όταν φέρνεις κάποιον (εκ των κείθε) σε δύσκολη θέση, συνήθως η εύκολη λύση που εφευρίσκουν είναι να φέρουν στο προσκήνιο τη δικαιολογία ότι το κείμενο δεν σώθηκε (διαχρονική τακτική) αλλά ισχυει. Όταν τους ρωτάς πως στο διάολο κατάφεραν και διάβασαν ένα μη σωσμένο απόσπασμα, αυθόρμητα πάνε να σου πουν "στο τάδε μπλογκ", "στη δείνα ιστοσελίδα", "στο παρακεί κόμικ" ή ακόμη και "στο x, y, z βίδεον στο youtube" αλλά ευτυχώς δεν μου έχει τύχει ακόμη η τεράστια συγκίνηση να μου το πουν και αυτό: συνήθως κρατιούνται κι έτσι διά της σιωπής των ομολογούν ότι απλώς δεν γνωρίζουν (διότι φυσικά δεν έχουν προσπαθήσει ποτέ να διαβάσουν). Για να καταλάβετε το μέγεθος τόσο της αμάθειας, όσο και της αδιαφορίας που επικρατεί θα πω και το εξής: στον αιώνα της πληροφορίας, στον παράδεισο του διαδικτύου, όλα τα ονόματα (και τα βιβλία) που προανέφερα μπορούν πολύ εύκολα να βρεθούν με ένα κοινό ψάξιμο στον γούγλη. Ε, του κερατά πια αλλά όλοι μόνο τον Χιουμ ξέρουν διότι είναι ο μοναδικός "ημίγνωστος και με κύρος" που κάποτε ασχολήθηκε με το θέμα.
Και σε αυτό το σημείο κάνει την μεγαλειώδη είσοδό της στο προσκήνιο ο τραγέλαφος της Ιστορίας μας, όπου καθιστά απολύτως εμφανές και το τερατώδες μέγεθος της όλης γελοιότητας (αλλά και της βλακείας φυσικά). Δώστε βάση: η ρήση αυτή χρησιμοποιείται αποκλειστικά από αθέους (ξαναλέω, όχι όλους αλλά των προδιαγραφών που ανέπτυξα πιο πάνω) και θεωρώντας ότι τους καλύπτει διότι λέγει κάποια μέγιστη και ακατάρριπτη φιλοσοφική αλήθεια, αγνοούν ότι προήλθε στο μεγαλύτερο μέρος της από έναν χριστιανό απολογητή, ευρέθη σε "ανασκαφή" από κάποιον Γάλλο προτεστάντη ο οποίος πέρασε από διάφορα φιλοσοφικά στάδια, στην συνέχεια έγινε ευρέως από κάποιον Σκωτσέζο φιλόσοφο και ντεϊστή, εμπλουτίστηκε από κάποιον που παριστάνει τον αναρχικό και που μεταξύ άλλων έχει βρει ενδιαφέροντα πράγματα έως και στον Χίτλερ! Και οι τύποι αυτοί όποτε πιάσει μαζί τους σου λένε ότι έχουν διαβάσει τα πάντα (με προεξέχουσες τις χριστιανικές γραφές φυσικά. Εκεί να δείτε άλλο γέλιο αλλά δεν είναι της παρούσης). Μάλιστα έχει παρατηρηθεί και το εξής φαινόμενο: όσο πιο χοντρή είναι η παπάτζα που πετάει κάποιος ή ο εθισμός σε αυτήν, τόσο πιο σοβαρός και κοινώς αποδεκτός από τους ομοίους του φερεται να είναι ο παπατζής! Δηλαδή να βουτάς την Λογική από το χεράκι και αυτοκτονείτε και οι δύο πέφτοντας στον γκρεμό, ένα πράγμα...
Επίλογος
Το να διαβάσεις κάτι και να μην το καταλάβεις καθόλου, δεν είναι κακό.
Όπως κακό δεν είναι και το να διαβάσεις κάτι και να καταλάβεις κάτι άλλο.
Όπως κακό δεν είναι και το να σκεφτείς ότι μπορείς να βασιστείς στις γνώσεις του τάδε γνωστού σου, τον οποίον έχεις σε εκτίμηση και που να πάει το μυαλό σου ότι είναι παπάτζας και πουλάει φούμαρα.
Όπως επίσης δεν είναι κακό και το να μην διαβάζεις τίποτε. Επιλογή είναι και αυτό. Με όλα αυτά δεν έχω κανένα πρόβλημα.
Αυτό που ειναι πραγματικά κακό διότι γίνεται σχεδόν δολίως για να δημιουργήσει ψευδή εικόνα για το άτομο εκάστου ενδιαφερομένου είναι το να προσπαθείς να πείσεις ότι διαβάζεις ενώ δεν το κάνεις. Αλήθεια, μεγάλε, αναρωτήθηκες ποτέ γιατί το κάνεις; Αν θες να παριστάνεις τον διαβασμένο, γιατί δεν διαβάζεις; Τι σε εμποδίζει; Από την άλλη, αν δεν σου αρέσει το διάβασμα (με γεια σου με χαρά σου), τότε γιατί θες να παρουσιαστείς ως κάτι που δεν το γουστάρεις; Μήπως για να σε γουστάρουν οι άλλοι; Μα για ποιον λόγο; Έτσι δεν συναναστρέφεσαι ανθρώπους που δεν έχουν ίδια ενδιαφέροντα με'σένα; Και πάει λέγοντας.
Όμως η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται κάτω από τη μύτη μας: η όλη ιστορία έχει να κάνει με την (αντι)θρησκευτική πρεμούρα και μάλιστα όσο πιο μέτριος είναι κάποιος τόσο πιο μεγάλη πρεμούρα έχει. Υπάρχει ένας άτυπος διαγωνισμός ποιος θα κάνει μεγαλύτερη ζημιά στην θρησκεία και η όλη ιστορία καταντάει διαγωνισμός γελοιότητας. Και το χειρότερο; δήθεν στο όνομα της πνευματικής απελευθέρωσης, αρκετοί εξ αυτών πασχίζουν να αντικαταστήσουν ένα παγιωμένο σύστημα με ένα άλλο που απλώς τους αρέσει περισσότερο και αγνοούν ότι σε άλλους μπορεί να μην αρέσει (κατά τα λοιπά, ελευθερία πνεύματος και κουραφέξαλα). Τα λέγαμε και σχετικά "κοντά" άλλωστε στο Περί Αθεϊας σενδόνιο, αλλά και αρκετά παλαιότερα αναφορικάμε το Zeitgeist όπου πάνω κάτω ιδίας κοψιάς άτομα βρίσκονται πίσω απ'όλα καθ'όσον έχει να κάνει με επιδιώξεις και νοοτροπία το όλο θέμα. Κι αν μου βρείτε σε τίποτα απ'όλ'αυτά διαφορές σ ε σχέση με τις πρακτικές που... αντιμάχονται, ας μου σφυρίξετε κλέφτικα. Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχ'αλλιώς. Θα τα δείτε και τώρα κοντά που πλησιάζει το Πάσχα άλλωστε, όπου στο πλαίσιο της αντίδρασης των χριστιανικών επιβολών περί νηστείας κλπ, αρκετοί προσπαθούν να επιβάλλουν τα ακριβώς αντίθετα (ότι πχ τρώμε κρέας τότε). Έτσι για να αναφέρω ένα απλό παράδειγμα.
Και την ίδιαν στιγμή, αν τους σοβαρέψεις την κουβέντα παριστάνουν τους βραχυκυκλωμένους και πάντα έχουν μια διαθέσιμη βλακεία να πουν. Για παράδειγμα ο Ντόκινς που κατ' εμέ δεν είναι τίποτε το ιδιαίτερο (ίσως κάποτε να ήταν. Ίσως...) και τον έχουν αναγάγει κάτι σαν παγκόσμιο αρχιεπίσκοπο, είναι ο υπέρτατος: ρεύεται και χειροκροτάει ο κόσμος. Ο Μέντελ όμως που ήταν καλόγερος, έλα μωρέ, σιγά τα ωά. Αν τους πεις για τον Λάιμπνιτς θυμούνται ότι έχουν ξεχάσει το φαγητό στον φούρνο. Όσον αφορά τον Νεύτωνα που ασχολήθηκε ακόμη και με θεολογικά ζητήματα, σαφώς και επηρεάστηκε από ένα μήλο αλλά όχι από την πολύ αυστηρή χριστιανική παιδεία που είχε.
Βεβαίως όσοι με ξέρουν ίσως να έχουν εκπλαγεί και ειναι έτοιμοι να ρωτήσουν: μα καλά ρε Άδη, εσύ υπερασπίζεσαι τον χριστιανισμό; Όχι. Την Λογική υπερασπίζομαι. Ο χριστιανισμός με αφήνει παγερά αδιάφορο, όπως και κάθε άλλος -ισμός συν πόσα άλλα ακόμη. Λογική. Μεγάλη υπόθεση, αδέλφια. Αλλά πως να σταθείς μπροστά στο επερχόμενο τσουνάμι αμάθειας; Πως να βγάλεις από το μυαλό του κόσμου την ανάγκη ύπαρξης ταμπέλας; Σωστό κι αυτό.
Ο βλάκας είναι βλάκας ανεξαρτήτου ταμπέλας, αλλά αυτό το έχουμε ξεχάσει.
Ο Αριστοτέλης όριζε την τραγωδία ως εξής: "Ἐστὶν οὖν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας, μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ, χωρὶς ἑκάστῳ τῶν εἰδὼν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν". Νομίζω ότι ο πανεπιστήμων έσφαλε τα μέγιστα. Θα μπορούσε να την είχε συνοψίσει ως "Ἐστὶν οὖν τραγωδία μίμησις πράξεως νεοΈλληνος παντελώς γελοία τε και ηλίθια, κάθαρσις δε δεν προβλέπεται" και να τελείωνε εκεί το πράγμα. Αλλά που να τον ξέρει τον νεοΈλληνα, θα μου πείτε;
Αναρωτιέμαι όμως τι είδους ελπίδες μπορώ να έχω στην χώρα που σπάει τα ταμεία ο Λιακόπουλος, η Ομάδα Έψιλον και πόσα άλλα παρεμφερή. Γι'αυτόν τον λόγο υπάρχουν και τόσα σκουπίδια άλλωστε, διότι ο νεοΈλλην αποδεδειγμένα δεν διαβάζει. Δεν ενδιαφέρεται να το κάνει, δεν υπάρχει λόγος,. Γεννήθηκε με τη Γνώση.
Το βιβλίο δεν είναι εχθρός. Η Γνώση δεν είναι ντροπή.
Θέλει όμως κόπο και ανοιχτό μυαλό και ο νεοΈλληνας δυστυχώς δεν τα πάει καλά με τίποτε από τα δύο γι'αυτό και προτιμάει πάντοτε την τσαπατσουλιά και την εξαπάτηση.
Επιμύθιον
Εξάλλου όπως έλεγε κι ο Επίκουρος -διότι πλέον μπορούμε να κλείσουμε με αυτόν- σε δύο αποσπάσματά του:
Ἐν φιλολόγῳ συζητήσει πλεῖον ἤνυσεν ὁ ἡττηθεὶς καθ’ ὃ προσέμαθεν
(Σε μία φιλοσοφική συζήτηση κερδισμένος βγαίνει ο ηττημένος εφόσον κάτι έμαθε παραπάνω) (Επικούρου Προσφώνησις, 74)
και
Οὐ προσποιεῖσθαι δεῖ φιλοσοφεῖν, ἀλλ ὄντως φιλοσοφεῖν οὐ γὰρ προσδεόμεθα τοῦ δοκεῖν ὑγιαίνειν, ἀλλὰ τοῦ κατ’ ἀλήθειαν ὑγιαίνειν
(Ας μην προσποιούμαστε ότι φιλοσοφούμε, μα να φιλοσοφούμε πραγματικά. Δεν έχουμε ανάγκη να φαινόμαστε ότι υγιαίνουμε αλλά να υγιαίνουμε στ'αλήθεια.) (Επικούρου Προσφώνησις, 54)
Υποθέτω βέβαια ότι οι... λάτρεις του Επίκουρου που διαδίδουν την βλακεία που μας απασχόλησε τόσο έντονα, τα γνωρίζουν αμφότερα.
Ως Έξοδο, επιλέγω μία απολύτως ταιριαστή φωτογραφία που αλλίευσα στο διαδίκτυο.
Χαίρετε.