Σελίδες

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

Ας μιλήσουμε λίγο και για ρουφιάνους...

Ναι, αυτό είναι ένα ποστ που χρωστάω (στην Ιστορία) από πέρσι, απλά εχω ξενερώσει τόσο πολύ που δεν έγραφα (και να'ταν μόνο αυτό).

Βασικά, όμως, χρειαζόμαστε έναν ορισμό: άραγε τι είναι ο ρουφιάνος;
Όποιος ήταν αρκούντως βιτσιόζος ώστε να παρακολουθεί αυτό το εξόχως μερακλήδικο βλόγι, θα έχει αναμφίβολα διαπιστώσει πως περί των ρουφιάνων υπάρχουν πλήθος από ατάκες τε και μπηχτές. Ίσως η συνηθέστερη όλων, μια αλήθεια που ενοχλεί πολλούς: ότι σε τούτη τη χώρα δεν έχουμε βγάλει μόνο Καραϊσκάκηδες και Λεωνίδες, αλλά έχουμε βγάλει και πάρα πολλούς Εφιάλτες.
Παρεμπιμπτόντως, περί του Εφιάλτη είχα διαβάσει κάποτε μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση (κάπου), ότι η πράξη του ήταν τόσο σιχαμερή σε όλους τους αρχαίους, που έκαναν το όνομά του ουσιαστικό και το προσέδωσαν στα κακά όνειρα, αφενός για να μείνει το όνομά του εις τον αιώνα τον άπαντα ως συνώνυμο της πράξης του, αφετέρου για να είναι εσαεί ταυτισμένο με το κακό. Δεν ξέρω αν ισχύει, αλλά είναι μια όμορφη εκδοχή και την παραθέτω.

Πάμε στα δικά μας τώρα.
Ανέκαθεν είχαν μια εξαιρετική σχέση με τους ρουφιάνους ή μάλλον αν θέλουμε να ακριβολογούμε, αυτοί επιχειρούσαν να έχουν διαρκώς σχέση με'μένα. Δεν αναφέρομαι μόνο στην πραγματική ζωή, αλλά (δυστυχώς) και στην διαδικτυακή.
Διόλου τυχαίον άλλωστε, αν αναλογιστούμε ότι ένα άλλο θέμα που ανέκαθεν με απασχόλησε ήταν αυτό της νεοΕλληνικής κουραδομαγκιάς, που όταν βρισκεται πίσω από ένα πληκτρολόγιο, το γατάκι γίνεται τίγρης τε και λέων συνάμα. Ναι, ομιλώ διά τον ίδιον που όξω, μόλις (αν) βγει από το σπίτι, γίνεται καρπαζοεισπράκτορας μεγαλύτερος του Τζανετάκου με αποτέλεσμα να επιστρέφει στην θαλπωρή της οικιακής παντόφλας και καταπίεσης.

Κάτι τέτοια κομπλεξικά αποβράσματα τε και αποφάγια, τα γνωστά υποπροϊόντα του ανθρωπίνου είδους που πάντοτε έτσι ονομάτιζα, ούτως ειπείν οι μαλάκες με άποψη, είναι που ανέκαθεν μου την έπεφταν σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς μου.

Ας πάμε λοιπόν σε μια ιστορική αναδρομή (στην οποίαν πιστέψτε με, δεν θα μνημονεύσω κανένα από τα αναρίθμητα μικροπεριστατικά).
Ο υπ'αριθμόν ένα ρουφιάνος που γνώρισα στη (διαδικτυακή) ζωή μου, ήταν ένας πάρα πολύ ονομαστός ρουφιάνος του ελληνικού διαδικτύου. Επαγγελματίας αριστερός, ο μόνος με την σωστή άποψη και γνώση των πάντων. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει γίνει πιο δεξιός κι από τον Άδωνι, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όπου όμως πάντα ισχυρίζεται ότι αριστερός είναι. Από μιαν άποψη του χρωστάω το πολύτιμον, ότι μου άνοιξε τα μάτια τι σόι μαλάκες και θρασύδειλοι κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Από μιαν άλλη όμως, ο τύπος ήταν τόσο απελπιστικά μαλάκας, που δεν του χρωστάω τίποτα. Παρουσία πολλών, έδειξε κατ' επανάληψη το ποιόν του, και όσο δεν ενέδιδα (γονάτιζα) στις ρουφιανιές του, ολοένα και κλιμάκωνε ο αρχικάριας. Και τι δεν μου έκανε: μέχρι που με έψαχνε να με βρίσκει, λες και του είχα κάνει κάτι (αν και γι'αυτόν, το να λες τη γνώμη σου ισοδυναμούσε με το να του έκανες).
Ο τύπος με ταλαιπώρησε περί τα 6 ολόκληρα χρόνια (ήμουν πάντως χαλκέντερος ο δικός σας). Το πως γλίτωσε τις ζωντανές φάπες, δεν πρόκειται για θαύμα, αλλά για τους καλούς μου (κανονικούς - real life) φίλους που έφτασαν σε σημείο να με κρατάνε (κυριολεκτικά) μην πάω να του σπάσω τα μούτρα γι'αυτά που μου είχε κάνει.

Εν συνεχεία, μπαίνουμε στην εποχή της βλογόσφαιρας.
Το πρώτο ρουφιάνεμα το έφαγα, όχι επ'αφορμή όσων έγραφα σε τούτο το βλόγιο, αλλά για όσα έγραφα στο....Hellenic Metal! Ξέρω, ξέρω, όσοι κατάλαβαν σίγουρα θα κουφάθηκαν. Πως είναι δυνατόν ένα βλόγι που έχει να κάνει όχι απλώς με τη μουσική (γενικά) αλλά με την ελληνική metal σκηνή, να αποτελεί λόγος για ρουφιάνεμα; Και όμως: στα μάτια του Έλληνος τριμάλακα τε και ρουφιάνου, αποτελεί, και γι'αυτόν τον λόγο δεν είναι τυχαίο ότι μόλις από τις πρώτες κιόλας μέρες του το Hellenic Metal έπεσε και κλειδώθηκε. Ο λόγος;
Εκείνον τον καιρό (ή μάλλον από αρκετά πιο πριν για να είμαστε σωστοί), υπήρχε ένα άλλο βλόγι, με παρόμοιο όνομα και ίδιο στόχο: την ελληνική σκηνή. Η διαφορά ανάμεσα στα δύο βλόγια ήταν ότι ο ένας (ο άλλος) ενδιαφερόταν απλώς να ανεβάσει πλήρεις δουλειές συγκροτημάτων, ενώ ο άλλος (εγώ) ενδιαφερόνταν απλώς να διαφημίσει τη δουλειά των άλλων. Ακριβώς επειδή ο τύπος αυτός δεν έδειχνε κανέναν σεβασμό για τα ελληνικά συγκροτήματα και τις δουλειές τους, υπήρχαν κάποια που του διαμαρτύρονταν και όταν ο τύπος έδειχνε ότι δεν ίδρωνε το αφτί του, του έριχναν το blog με report. Τελείως συμπτωματικά, το Hellenic Metal εμφανίστηκε σχεδόν μετά από ένα τέτοιο report (από μια έρευνα που είχα κάνει είχα συμπεράνει ότι πρέπει να ήταν το δεύτερο). Ο τύπος, λοιπόν, θεώρησε (διότι ήταν τόσο ΕΝΤΕΛΩΣ μάλαξ) ότι το report του το είχα κάνει εγώ και αποφάσισε να μου ανταποδώσει τη χάρη. Η ακόμα μεγαλύτερη πλάκα όμως ήταν, ότι μου έστειλε και μέηλ, όπου με ρώταγε δήθεν με ενδιαφέρον για το βλόγι μου δίνοντάς μου συγχαρητήρια. Εντελώς γατάκι ο θεός σας, δεν ψιλιάστηκε κάτι, μέχρι που μου άνοιξε τα μάτια ο παλαιόθεν συμμαχητής Kevin και όταν το έψαξα, είδα ότι είχε δίκιο. Τελικώς το σώσαμε το Hellenic Metal.

Πάμε τώρα, στην εποχή του φεητσιμβούκιου.
Βασικά ο λογαριασμός του Άδη έγινε τελείως για πλάκα, για να τρολλάρω τον καλό φιλαράκο Humma Kavula των σιχτιριασμένων. Τελικώς από λογαριασμό... one night stand, αποφάσισα να τον καθιερώσω για να τον συνδυάσω με το βλόγι, ώστε να γίνεται τζέρτζελο (γιου νόου, κουβεντούλα επί σοβαρών θεμάτων με κόσμο που υπό άλλες συνθήκες δεν θα συναντούσα ποτέ μου, κι έτσι).
Ως Hades λοιπόν, το πρώτο report το έφαγα περί το 2011 (προεκλογικώς). Από που; Από το περιβάλλον γνωστού νεοφιλελέ τοτέμ, αποτυχημένου πολιτευτή (το οποίο του είχε στοιχίσει κιόλας διότι είχε βέβαιη την εκλογή του αλλά η κακούργα κενωνία, το άδικο κατεστημένο μπουχουχου κλαψ λυγμ κλπ, κλπ), ο οποίος δεν είχε εκτιμήσει ιδιαίτερα τα πολλά σετ από ρόμπες που του είχα απλόχερα χαρίσει. Δεν θα πω ότι ασχολήθηκε προσωπικά με'μένα,. εξάλλου είμαι βέβαιος ότι η διαγραφή και ban που έφαγα στον λογαριασμό ήταν εντελώς συμπτωματικά, όμως λογικά το report ήρθε από το περιβάλλον του και όχι από τον ίδιον. Κάπου εκεί έφαγα και την πρώτη μεγάλη ήττα, αφού κατάφερα να ξεκλειδώσω τον λογαριασμό μόλις κατά τύχη και στο παρά τσακ, αφού μου έβγαζε ως ορο να αναγνωρίσω από τις μάπες καμιά δεκαριά φίλους, όταν είχα ως φίλους τον κάθε τυχάρπαστο.

Το δεύτερο report το έφαγα κανάν χρόνο και κάτι ψιλά, μετά, περί το 13. Είχε αρχίσει να γίνεται της μόδας η φασιστική νοοτροπία ότι αν δεν συμφωνείς με'μας είσαι φασίστας δίχως κανείς να εξετάζει τι είναι αυτό με το οποίο πρέπει να συμφωνήσουμε ή ποιοι οι όροι και οι συνθήκες. Εντελώς αβίαστα, άρχισαν να σκάνε από το πουθενά όροι όπως σαρδελοφοβία, μπαταριοφοβία, τυροπιτοφοβία κλπ. Νομίζω ότι με πιάσατε και καταλαβαίνετε από τίνος επαγγελματία ανθρωπιστή το περιβάλλον ήρθε και αυτό το ρουφιάνεμα.
Πλέον όμως, επειδη είχα μάθει το μάθημά μου, οι φίλοι μου ήταν πολύ λιγότεροι (αλλά και πάλι, όχι αρκούντως λίγοι) και κατάφερα να ξεκλειδώσω αρκετά γρηγορότερα τον λογαριασμό.

Το τρίτο (και ως τώρα) τελευταίο, πλην μοιραίο, report, το έφαγα λίγες μέρες πριν το Πάσχα του 16, πέρσι δηλαδή. Δύο από τα πρόσφατα θέματα για τα οποία πλακωνόμουν διαδικτυακά ήταν το προσφυγικό και η αχρηστερά που μας κυβερνά. Εντελώς συμπτωματικά, την ίδιαν μέρα έγινα μαλλιά κουβάρια σε δύο ονομαστούς τοίχους: ο πρώτος τοίχος ανήκει σε πασίγνωστο δογματικό μπετόβλακα με ιδιαίτερα άκαμπτη άποψη για τα πάντα, ο δε δεύτερος σε πασίγνωστο ανθρωπιστή μάγειρα της διαδικτυακής απόψεως. Στον μεν πρώτο τοίχο έγινα μαλλιά κουβάρια με θαυμάστρια του μπετόβλακα, στον δε δεύτερο απευθείας με τον ιδιοκτήτη, για τον οποίον ειρήσθω εν παρόδω να σχολιάσω ότι σε γενικές γραμμές δεν συνδιαλέγεται με τους... φτωχοί πιστοί. Με'μένα, προφανώς κάποιο χοντρό τσίγκλισμα υπήρξε (ειδικότης μου) και αποφάσισε να κάνει μιαν εξαίρεση.
Εκείνο το βράδυ λοιπόν, ο κύριος λογαριασμός του Hades ήταν σίγησε μια για πάντα. Αν και μάλλον είναι προφανές, παρά ταύτα για λόγους δικαιοσύνης δεν θα πω 100% ποιος εκ των δύο μου την έκανε. Πάντως, υπήρχαν και άλλες αποχρώσες ενδείξεις που δεν έχει νόημα να αναφέρω.

Το ρουφιάνεμα που έφαγα, λοιπόν, ήταν τόσο βαρβάτο που δεν μπόρεσα να ανανήψω τον λογαριασμό με την καμία. Επί μήνες προσπαθούσα, αλλά φευ. Μέχρι και παλαιά ταυτότητα ανέβασα μπας και, αλλά τζίφος. Πάντα ήθελε και κάτι άλλο, μέχρι που τελικώς το πήρα απόφαση και τον άφησα να πάει στο καλό.
Δεν το κρύβω ότι είχα σκάσει, όχι που έχασα τον λογαριασμό (όποτε ήθελα έφτιαχνα άλλον εδώ που τα λέμε) αλλά που έχασα κυρίως τα μηνύματα, αρκετά εκ των οποίων πολύτιμα. Το χειρότερο όμως που έχασα ήταν τα κέφια μου.

Όσοι με ξέρουν από παλιά, γνωρίζουν ότι ένα από τα ελάχιστα πράγματα που γουστάρω μέχρι υπέρτατης κάβλας να κάνω, είναι να γράφω. Τρελαίνομαι. Ουδόλως με απασχολεί αν θα διαβάσει έστω και ένας αυτά που γράφω. Αυτός ήταν ο γνώμων γύρω από τον οποίον κινήθηκα όλα τα χρόνια που σερνόμουν στο ίντερνετ (και δεν μιλάω μόνο για εποχές βλογόσφαιρας, αλλά και πολύ πιο πριν). Και ειλικρινώς, δεν πίστευα ποτέ ότι υπήρχε κάτι που να με σταματήσει από το να γράφω.
Οκ, από μιαν άποψη δεν το έχω κάνει, όμως το έχω κάνει εκεί που πραγματικά το γούσταρα και το απολάμβανα: στο βλόγι μου.
Διότι ξενέρωσα από τη ζωή μου.

Ξενέρωσα που έβλεπα όλα αυτά τα κωλοπαίδια της παντόφλας και της φάπας, που αρκετά εξ αυτών έχω γνωρίσει έξω στο παρελθόν και είχαμε κακάκια και δράματα και πάμπολλες συγγνώμες ρε και μετάννοιες, να επιδίδονται στο μοναδικό όπλο που τους έκανε να νοιώθουν πραγματικά δυνατοί: τη φίμωση όλων εκείνων με τους οποίους διαφωνούν. Όλων εκείνων που έβλεπαν ότι δεν έχουν ούτε ένα ουσιαστικό επιχείρημα που να μπορεί να σταθεί σε έναν αξιοπρεπή διάλογο, και που πάντα κατέληγαν στην εύκολη λύση ότι το επιχείρημα που μας ζορίζει πρέπει να διαγράφεται μαζί μ'εκείνον που το εξεστόμησε. Κάπως έτσι, λοιπόν, σχεδόν σταμάτησα να γράφω μέχρι και στο βλόγι, από την ξενέρα.
Κάποια στιγμή φυσικά το ξανάκανα το προφίλ, νέο και παρθένο, μόνο και μόνο για να ξαναβρώ κάποια συγκεκριμένα άτομα που δεν είχα άλλη δυνατότητα να βρω, αλλά και πάλι, η ξενέρα δεν φεύγει.

Εντελώς προληπτικά, εννοείται ότι έκανα με το καλημέρα ban κάποιους συγκεκριμένους λογαριασμούς, όχι για άλλον λόγο αλλά επειδή δεν ήθελα ούτε ζωγραφιστούς να τους βλέπω. Ένας εκ των οποίων ήταν και του αρχιρουφιάνου, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω ήταν κι αυτός με nickname, αλλά η βασική μας διαφορά ήταν ότι αυτός ήταν επαγγελματίας αριστερός και επαγγελματίας ανθρωπιστής. Δεν θα εκπλαγώ αν αύριο μεθαύριο μάθω ότι είναι και σε καμιά θέση τύπου Καρανίκα, ή εργάζεται αφιλοκερδώς με μισθό κανά τάλαρο τον μήνα σε καμιά ΜΚΟ περί τους πρόσφυγες (όπως όλοι οι εθελοντές που σέβονται τον εαυτόν τους), και ότι όταν αποφασίσει ότι δεν έχει άλλο κέφι να ξοδέψει, τον λίγο χρόνο που του απομένει τον σπαταλάει μοστράροντας αριστεροσύνη στο φεητσιμβούκιο. Το μόνο σίγουρο που ξέρω πάντως είναι ότι είναι αλληλέγγυος (ουάου, τι έκπληξη!).

Εν τέλει τι έχει συμβεί όλα αυτά τα χρόνια;
Τώρα βέβαια θα μου πείτε, μα καλά ρε Άδη, ξενέρωσες από κάποιους μαλάκες του διαδικτύου;
Απάντηση: κατ' αρχήν δεν είναι κάποιοι, είναι αμέτρητοι (ή όπως έχω εγκαινιάσει στο διαδίκτυο, δεν ζουν ανάμεσά μας, εμείς ζούμε ανάμεσά τους).
Κατά δεύτερον, δεν είναι μόνο οι ρουφιάνοι του διαδικτύου, είναι και αυτοί της πραγματικής ζωής. Όσοι με ξέρουν από κοντά, και σας διαβεβαιώ ότι παρά την αιτιολογημένη κρυψήνοιά μου, είναι αρκετοί αυτοί που με έχουν γνωρίσει real life, ξέρουν πολύ καλά πως ό,τι βλέπετε στο βλόγι, υπάρχει και στην πραγματική ζωή. Ο ίδιο (σχεδόν παιδικός) αυθορμητισμός, ο ίδιος ρεαλισμός, οι ίδιες ζοχάδες με τους μαλάκες, οι ίδιες ανησυχίες (φιλοσοφικές και πολιτικές). Κυρίως όμως, το ίδιο σαρκαστικό ύφος, οι ίδιες μπηχτές και ατάκες και ακόμη χειρότερα, το ίδιο χιούμορε που είναι τόσο καυστικό που μπορείτε να ξεβουλώσετε μέχρι και το σηφώνι του υπονόμου σας.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι όπως μάζευα ρουφιάνους στην διαδικτυακή ζωή μου, έτσι ακριβώς μαζεύω και στην πραγματική. Αν μέσα σε όλα αυτά βάλετε και το γεγονός πόσο πολύ έχουν δυσκολέψει τα πράγματα κυρίως λόγω τις κρίσης, συν τις διάφορες τεράστιες αλλαγές που έχουν γίνει με την πάροδο των χρόνων και με έχουν ζορίσει (διότι κάναμε και οικογένεια ντε), καταλαβαίνετε ότι η ξενέρα με τους ρουφιάνους είναι απολύτως δικαιολογημένη.

Όλα αυτά τα χρόνια με έχουν αποκαλέσει διάφορα. Για την ακρίβεια, με έχουν κατατάξει σε όλα τα πολιτικά φάσματα: με έχουν πει pasok (μπρρρρρρρρ), καραμανλικό, χρυσαυγήτη (ειδικώς), φασίστα (γενικώς), τροτσκιστή (ειδικώς), κουμμουνιστή (γενικώς), συριζαίο, φιλελεύθερο και άλλα πολλά. Ανάλογα με τα προσωπικά του συμπλέγματα ο καθείς, προσπαθούσε πάντα να μου προσάπτει και την αντίστοιχη ταμπέλα (διότι ο νεοΈλλην πεθαίνει να κολλάει ταμπέλες μιας και τον ενδιαφέρει να ξέρει τι είναι αυτός με τον οποίον μιλάει και όχι να ακούει τι στο διάολο λέει).
Προσωπικά όμως, όλα αυτά τα θεωρώ μεγάλη επιτυχία και δικαίωση διότι αποδεικνύουν ότι την έλεγα εξίσου σε όλους εντελώς επιτυχημένα και δίχως κανένα ίχνος διακρίσεων.

Όπως και να΄χει, το βλόγι αυτό δεν κλείνει. Ποτέ δεν πρόκειται να κλείσει.
Ισως να περνάει μια φάση, όπως οι γκόμεναι, δεν το ξέρω. Σίγουρα πάντως θα είναι εδώ εις τον αιώνα τον άπαντα διότι, δίχως να θέλω να περιαυτολογήσω, κρύβει πάρα πολλή σοφία μέσα του. Προσωπική σοφία, ίσως δυσνόητη στους πολλούς, αλλά τέτοια είναι.
Δεν το κρύβω όμως ότι πολύ πρόσφατα διάβασα κάτι που με άγγιξε: ένας άλλος συμμαχητής από παλιά, ο αγαπημένος μου βλόγερε polse, ανακοίνωσε ότι ουσιαστικά κουράστηκε από το βλόγι του, απλά ούτε αυτός το κλείνει και θα γράφει οποτε του καπνίσει.
Πως να κλείσεις ένα βλόγι, ρε αναθεματισμένε διάολε; Μετά από όλα αυτά που έχουμε γράψει όλα τα χρόνια; Μετά από την διοργάνωση της Ώρας της Μίζας και των θρυλικών Καζανακοτούμπειων;
Δεν το κρύβω ότι συγκινήθηκα και περισσότερο αυτό αποτέλεσε την αφορμή για τούτο το (μετά από καιρό) σενδόνι, διότι καθόμουν και αναλογιζόμουν πως μπορεί να τα φέρει η ταναπού η τύχη: από εντελώς διαφορετικές διευθύνσεις, να υπάρξει μια παρόμοια αποφαση σε δύο πραγματικά πολύ ωραία βλόγια. Και στα παπάρια μου ποιος συμφωνεί και ποιος όχι (να είχατε καλύτερο γούστο άλλωστε).

Το σίγουρο είναι ότι είτε με τον έναν είτε με τον άλλον τρόπο, εδώ θα είμαστε.
Σε πείσμα κάθε ξεφτιλισμένου ρουφιάνου, στον οποίον ξεχωριστά αφιερώνω το παρακάτω τραγουδάκι: