Ουπς... τι είπα πάλι, ε; :)
Λοιπόν, το παρόν σενδόνι θα ασχοληθεί με την ύπαρξη ή μη του θείου όντος όχι όμως έτσι όπως περιμένουν οι περισσότεροι και φυσικά εκ των πραγμάτων δεν θα μπορέσει να καταλήξει σε κανένα απολύτως συμπέρασμα!
Μμμμ... θα αναρωτιέστε γιατί αποκάλυψα το συμπερασμα ενώ θα μπορούσα να το αφήσω να έχει μεγαλύτερο σασπένς. Μα ο λόγος είναι απλός: πρώτον, επειδή το συμπέρασμα δεν έχει καμία απολύτως αξία, δεύτερον επειδή όσοι με ξέρετε (έστω και λίγο) θα έχετε καταλάβει ότι μέχρι το τελικό συμπέρασμα συνήθως μεσολαβούν έως και δεκάδες άλλα, και τρίτον και σημαντικότερον, διότι το ζουμί δεν βρίσκεται στο τελικό συμπέρασμα αλλά σε όλα τα ενδιάμεσα (μην πω σε όλα τα υπόλοιπα)!
Για να μην υπάρξει δε απορία περί του τίτλου, γιατί δηλαδή περί αθεϊας και όχι περί θεού ή κάτι αντίστοιχο, η απάντηση είναι απλή: διότι ως τίτλος είναι πολύ πιο σκανδαλιστικός και ενδιαφέρων.
Επίσης, μάλλον είναι περιττό να αναφέρω ότι η.. .διαδρομή που θα ακολουθηθεί δεν θα είναι και η πιο...φυσιολογική (αλλά προφανώς έχω τους λόγους μου)... :)
Άρξασθε λοιπόν.
Κατ' αρχήν, πρέπει να αναφέρω δύο σημαντικότατα "πορίσματα":
α) Οι πεποιθήσεις μου (όποιες κι αν είναι) ορίζουν ότι η ύπαρξη θεού ή όχι είναι θέμα αμιγώς φιλοσοφικό.
β) Δεν είμαι άθεος, γεγονός όμως που δεν με εντάσσει και κάπου.
Ασχολούμαι με το διαδίκτυο (αρκετά) εδώ και μια δεκαετία γεμάτη. Όλο αυτό το διάστημα έχω γνωρίσει (εντός ή εκτός εισαγωγικών) κόσμο και κοσμάκη. Κάποια στιγμή με απασχόλησε το γεγονός, πως είναι δυνατόν να έχω μια έμφυτη ροπή κουβέντας και παρέας με συγκεκριμένα άτομα (και τούμπαλιν κάποιοι άλλοι μαζί μου) και όχι με κάποιους άλλους. Δεν έχουν τόση σημασία τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξα, κάποια γεγονότα όμως έχουν ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, ενώ ασχολούμαι πάρα πολύ με την αρχαιοελληνική φιλοσοφία, ήταν διαχρονικά αδύνατο να συζητήσω με αυτούς που πολύ μετέπειτα χαρακτήρισα ως αρχαιόπληκτους (μιλάω για "παιδάκια" τα οποία είχαν την εντύπωση ότι κατέχουν την αρχαιοελληνική φιλοσοφία επειδή έγραφαν "μα το Δία" σε διαδικτυακά φόρα, ή δήλωναν συμμετοχή σε υποθέμενα σύγχρονα αρχαία (;;;) μυστήρια, ή διάβαζαν τα... "γνωστά" βιβλία). Μέσα σ'όλα, λοιπόν, πάντοτε έπιανα ωραίες κουβέντες και με αθέους. Ή μάλλον, κάποιες κουβέντες ήταν ωραίες επειδή κάποια άτομα ήταν ανοικτόμυαλα άρα μπορούσες να συζητήσεις άνετα μαζί τους και δεν υπήρχε η "αγωνία" να καταλήξει κάπου η συζήτηση.
Όλα αυτά τα χρόνια, λοιπόν, έχω γνωρίσει μεταξύ άλλων αθέους οι οποίοι ήταν διαβασμένοι και μετριοπαθείς, άλλους που ήταν μεν διαβασμένοι αλλά ήταν από πιο... ένθερμοι έως και απόλυτοι και φυσικά άλλους που δεν ήξεραν την τύφλα τους και ήταν απόλυτοι μέχρι εκεί που δεν πήγαινε (sic). Περιττό να αναφέρω ότι με τους τρίτους όχι μόνο δεν μπόρεσα να συζητήσω ποτέ, αλλά τους αποφεύγω και επιμελώς. Με τους δεύτερους είμαι συχνά επιφυλακτικός και που και που μπορώ να αλλάξω καμιά κουβέντα (πάντοτε αναλόγως με την περίπτωση). Με τους πρώτους όμως δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα και ευκαιρίας δοθείσης επιδιώκω τον διάλογο. Μάλιστα κάποιοι εξ αυτών των (φ)ίλων ενίοτε με είχαν βοηθήσει στο να εξάγω χρήσιμα συμπεράσματα σε κάποιες περιπτώσεις κι αυτό επειδή ο διάλογος με έναν σωστό συνομιλητή αποτελεί το καλύτερο βιβλίο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πλατωνικοί διάλογοι είναι τα πλέον μελετημένα φιλοσοφικά κείμενα, ούτε το γεγονός ότι ο μέγιστος Επίκουρος διαλαλούσε ότι σε μια φιλοσοφική κουβέντα κερδισμένος είναι ο χαμένος επειδή έμαθε κάτι που δεν ήξερε. Αλλά ας μην ξεφεύγουμε.
Η αποδοχή ή όχι της ύπαρξης θεού (άρα και η αθεϊα κατ' επέκτασιν) είναι ως γνωστόν ένα θέμα που κάνει τζιζ στην... ανοικτόμυαλη χώρα μας, καθ'όσον το θέμα της... εθνικής μας υπερηφάνειας, ήτοι της ελληνορθοδοξίας, αποτελεί το μεγαλύτερο ταμπού που υπάρχει και που σχεδόν απαγορεύεται να αγγίξεις (κάτι που αν πράξεις ισοδυναμεί σχεδόν με εθνοπροδοσία). Με δεδομένο αυτό λοιπόν και σε συνδυασμό με το ότι δεν ξέρουμε να κάνουμε διάλογο κατά βάση, αφού ο ένας είθισται να προσπαθεί ν'αλλάξει τις απόψεις του άλλου, συχνά-πυκνά το θέμα ξεφεύγει και παρεξηγείται. Σε κάποιες (αρκετές τέτοιες) περιπτώσεις λοιπόν αναγκάζεσαι να αποχωρήσεις ησύχως προκειμένου να διαφυλάξεις την ψυχική σου ηρεμία καθώς και ν'αποφύγεις την αύξηση της πιέσεώς σου, γεγονός όμως που (ακόμη κι όταν το διασαφηνίσεις) εκλαμβάνεται από την αντίθετη πλευρά ως νίκη επιχειρημάτων. Όλα αυτά λοιπόν οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο αντιπαραθέσεων για ένα θέμα που πέραν του φιλοσοφικού του ενδιαφέροντος είναι κυριολεκτικά ανούσιο.
Λίγο πιο πάνω τόνισα μια λέξη, η οποία πιθανώς να πέρασε απαρατήρητη ακόμη και τονισμένη. Είναι η λέξη "αποδοχή". Διότι εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον που συνήθως διαφεύγει: ο θεός, είτε υπάρχει είτε δεν υπάρχει, είναι κάτι που ποτέ δεν έχει δει κανείς, άρα κανείς δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει την ύπαρξή του κ.ο.κ. Και όμως, εδώ υπεισέρχεται ο πρώτος παράγων σχιζοφρένειας, ένα από τα σημαντικότερα "επιχειρήματα" σε τέτοιες συζητήσεις να είναι και το αμίμητο "εσύ είσαι υποχρεωμένος να αποδείξεις ότι (δεν) υπάρχει" κλπ. Μα πως είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι κάτι υπάρχει ή δεν υπάρχει όταν πρόκειται αυστηρά για προϊόν σκέψης; Εδώ δεν μιλάμε για μαθηματικά όπου μπορείς να απεικονίσεις ένα τρίγωνο προκειμένου να αποδείξεις ένα θεώρημα. Είναι απλώς όμως: άνθρωποι που γνωρίζουν ότι έχουν ένα σχετικό λέγειν/γράφειν, πετάνε το μπαλάκι στο αντίπαλο τεραίν προκειμένου να αποφύγουν αυτοί το αγγούρι μιας τέτοιας "αποδείξεως". Αυτό που έχω να πω εγώ είναι ότι αν κάποιος ήταν τόσο σίγουρος για τους ισχυρισμούς του, δεν θα έριχνε σε άλλους το μπαλάκι της αποδείξεως ή μη.
Για να το... μπλέξουμε λίγο ακόμη, θα φέρω ένα παράδειγμα για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που εννοώ. Υποθέτω ότι είναι πολύς κόσμος που γνωρίζει τον Ντόκινς, ο οποίος είναι αναμφίβολα ένας σοβαρότατος επιστήμονας. Το θέμα είναι ότι όταν ξεκινάει να ασχολείται με την σταυροφορία του να αποδείξει ότι θεός δεν υπάρχει, συνήθως καταλήγω με πόνους στο στομάχι από τα πολλά γέλια (ντάξει, όντως λέει και πολύ σοβαρά και ενδιαφέροντα πράγματα, δε λέω, ως επίσης δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι έχω δει τα άπαντά τα, αλλά σε κάποιες φάσεις πια...). Θυμάμαι μια φορά τον έβλεπα να συνομιλεί με κάποιον (δεν θυμάμαι αν επρόκειτο για ιερέα ή απλό πιστό) και να τον ρωτάει πόσα χέρια ή πόδια είχαν ξαναφυτρώσει ως αποτέλεσμα των προσευχών, για να λαμβάνει την αρκετά τρακαρισμένη απάντηση "κανένα". Προσέξτε να δείτε το τεράστιο σφάλμα τέτοιων συλλογισμών: ξεκινώντας με την αποδοχή ότι ο θεός είναι ανθρωπόμορφος καθώς και ότι ενδιαφέρεται για τα ανθρώπινα (δηλαδή όπως περιγράφει η Βίβλος εν ολίγοις) φτάνει στον αρκετά εύκολο να καταρριφθεί ισχυρισμό ότι οι προσευχές δεν εισακούονται με αποτέλεσμα αυτό να μην οδηγεί σε νέα χέρια και πόδια να φυτρώνουν σε ανθρώπους που τα έχουν χάσει, και ως εκ τούτου να αποδεικνύεται εύκολα ότι τελικά θεός δεν υπάρχει.
Πρώτη ένσταση: τότε τι έχει να πει για το γνωστό φαινόμενο αυθυποβολής (υπάρχουν πολύ γνωστά πειράματα) σύμφωνα με το οποίο ασθενείς με καρκίνο παρουσίασαν έστω και πρόσκαιρη βελτίωση και μόνο από την πληροφορία ότι βρέθηκε ένα νέο φάρμακο που ενδεχομένως να καταπολεμάει την ασθένεια (και που το φάρμακο μπορεί να ήταν απλή ασπιρίνη), πράγμα που έχει αποδείξει ότι η ανθρώπινη ψυχολογία μπορεί να φέρει τούμπα ακόμη και ανίατες ασθένειες. Είναι το γνωστό φαινόμενο placebo που λέει κι ο φίλτατος zaphod. Μια τέτοια ιστορία όμως στα χέρια ενός θρησκόληπτου μπορεί να αποτελέσει... πυρηνική βόμβα ακριβώς με τα ίδια επιχειρήματα τύπου Ντόκινς.
Δεύτερη ένσταση και απείρως σημαντικότερη: αν υποθέσουμε ότι ο θεός υπάρχει και μάλιστα είναι χταπόδι, τότε όχι μόνο αποδεικνύεται ότι υπάρχει, αλλά και ότι μας έστειλε λίαν προσφάτως τον υιό του για δεύτερη φορά. Μην βιάζεστε να γελάσετε: κατ' αρχήν τα χταπόδια μπορούν να ξαναβγάζουν πλοκάμια (όπως και αρκετές σαύρες βγάζουν μέλη). Κι επίσης, έτσι πλέον μπορεί να εξηγηθεί ως θεία έμπνευση η ικανότητα του γνωστού μεζέ, Πάουλ, που πέτυχε όλα τα αποτελέσματα της Γερμανίας κατά το πρόσφατο μουντιάλ. Όπως εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε, ένας τέτοιος ισχυρισμός είναι εξαιρετικά γελοίος, παρομοίως γελοίος όμως είναι και ο ισχυρισμός περί του αντιθέτου, ότι πχ θεός υπάρχει ή δεν υπάρχει επειδή δεν φυτρώνουν χέρια και πόδια σε ανθρώπους.
Η ουσία είναι μία και την ανέφερα ήδη: αυτό το θέμα είναι παντελώς ανούσιο, δεν μας επηρεάζει ούτε κατά το ελάχιστο και έχει μόνο φιλοσοφικό ενδιαφέρον, καθάρα διαλεκτικά και ως ανταλλαγή επιχειρημάτων.
Ας επιχειρήσουμε μια εν μέρει ιστορική αναδρομή σχετικά με το πως προέκυψε ο θεός στην ανθρωπότητα, και επειδή ιστορική αναδρομή για κάτι που δεν έχει δει κανείς δεν μπορεί να γίνει, ήρθε η ώρα να πιάσουμε τις θρησκείες!
Κατ' αρχήν η ύπαρξη θεού προϋποθέτει ανθρώπινη νοημοσύνη. Πρέπει, δηλαδή, να έχεις τη δυνατότητα να σκεφτείς με τρόπο που σκέφτονται οι άνθρωποι για να θέσεις το ερώτημα αν υπάρχει κάτι παραπάνω, κάτι ανώτερο ή όχι.
Φυσικά, δεδομένου ότι ο φόβος και η ανασφάλεια είναι δύο από τα κυρίαρχα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, δεν προξενεί απορίες το γεγονός ότι πράγματα που παλιά ήταν αδύνατο να εξηγηθούν λογικά, αυτόματα τοποθετούνταν στην σφαίρα του μεταφυσικού. Παραδείγματα: σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί κλπ, όλα έρχονταν από τους θεούς. Επίσης, παρόλο που αποδεδειγμένα ο άνθρωπος δεν είναι το μόνο ον που νοιώθει και που έχει συναισθήματα, τόσο η αγάπη για ζωή (και μάλιστα για καλή ζωή) όσο και το ενδεχόμενο αίσθημα αδικίας (το γνωστό "δεν πρόλαβα να κάνω αυτά που ήθελα") δημιουργούσαν ένα μεγάλο κενό ως προς τις επιθυμίες του ανθρώπου. Μ'αυτά και μ'αυτά λοιπόν και ανεξάρτητα με τις οργανωμένες θρησκείες για τις οποίες θα μιλήσουμε παρακάτω, κάποτε ο άνθρωπος θεώρησε ότι η ύπαρξη θεού ή θεών του επιλύει κάποια σημαντικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Κάπου εδώ όμως το θέμα αρχίζει να μπλέκεται επικίνδυνα αλλά έχουμε ώρα ακόμη για κάτι τέτοιο. Το σημαντικό είναι ότι πρέπει να κάνουμε έναν πολύ σημαντικό διαχωρισμό: η ανθρώπινη ανάγκη για ύπαρξη θεού προκειμένου να εναποθέτει τις όποιες ανασφάλειές του δεν έχει την παραμικρή σχέση με το αν ο θεός αληθινά υπάρχει ή όχι. Είναι δύο πράγματα τελείως διαφορετικά και σε αρκετά σημεία άσχετα μεταξύ τους.
Θα αφήσω ένα μεγάλο χρονικό κενό, και θα πάω στα χρόνια των οργανωμένων θρησκειών, οι οποίες το μόνο που κάνουν είναι να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα προσφέρει τον καλύτερο παράδεισο και την πιο συμφέρουσα καθοδήγηση προς αυτόν. Το προαναφερθέν συμφέρον συνήθως έχει δύο σημαντικούς παράγοντες: ο πρώτος είναι να φέρνει λεφτά στο δόγμα και δεύτερος να προσφέρει ελπίδα στους πιστοί. Αν αυτοί οι δυο όροι τηρούνται και μάλιστα δίχως να χρειάζεται να κάνεις και πολλά πράγματα, τότε το δόγμα θεωρείται επιτυχημένο. Ποιο είναι λοιπόν το μέσον για να επιτευχθούν όλα αυτά; Μα φυσικά ο θεός! Ο θεός που σου μοιάζει, ο θεός που ενδιαφέρεται για τα προβλήματά σου, ο θεός που δεν θα αφήσει την αδικία ατιμώρητη, ο θεός που όλα τα βλέπει και θα σε ανταμοίψει κλπ. Όλα αυτά όμως ξεκινούν από τις ίδιες ακριβώς προϋποθέσεις: ότι κάποιες συγκεκριμένες "αξίες" γίνονται αποδεκτές, γεγονός όχι παράλογο αν δούμε την πορεία και εξέλιξη των οργανωμένων θρησκειών με την πάροδο των αιώνων. Πιο συγκεκριμένα, από τα αρχαιότατα χρόνια η θρησκεία ήταν προνόμιο "λίγων και καλών" (δείτε πχ τους πολιτισμούς της λατινικής αμερικής, της μεσοποταμίας, τους αιγυπτίους κ.α.). Επίσης, οι θεοί εξουσίαζαν τα πάντα, ζύγιζαν τις ψυχές, απένειμαν δικαιοσύνη κλπ. Προπάντων όμως, μεριμνούσαν για την μετά θάνατο ζωή, το πιο σημαντικό όλων δηλαδή!
Το πρόβλημα (και ήταν μεγάλο) ήταν ότι κάποια στιγμή εμφανίσθηκαν με την κοσμοθεωρία τους εκείνοι οι σιχαμεροί αρχαίοι Έλληνες οι οποίοι χάλασαν την πιάτσα. Οι θεοί τους δεν ήρθαν από το διάστημα, όπως των λαών της Μεσοποταμίας, ούτε ήταν ζωόμορφοι όπως των Αιγυπτίων. Οι θεοί τους ήταν άνθρωποι! Ή μάλλον πιο σωστά, υστερούσαν των ανθρώπων σε κάτι, που θα δούλε λίγο παρακάτω. Πιο συγκεκριμένα, οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων ήταν καλαίσθητοι ακριβώς επειδή οι αρχαίοι Έλληνες ήθελαν να τους βλέπουν και να τους χαμογελούν και όχι να τους φοβούνται. Επίσης, είχαν πληθώρα προτερημάτων και μειονεκτημάτων όπως και ο κάθε αυτόνομος χαρακτήρας. Και φυσικά, συμμετείχαν στις καθημερινές δράσεις αδιάκοπα ως έχοντες προσωπικό ενδιαφέρον. Με λίγα λόγια, οι αρχαίοι Έλληνες δεν έβλεπαν τους θεούς ως κάτι το απόκοσμο αλλά ως καθαρά εγκώσμιους. Δεν είναι τυχαίο ότι τους τοποθετούσαν στον Όλυμπο κι όχι στο υπερπέραν. Κι όσον αφορά το θέμα της ζωής μετά, αυτό από τότε αποτελούσε προϊόν φιλοσοφικών συζητήσεων, τουτέστιν ήταν κάτι που συζητούσαν ανά τις επιθυμίες του ο καθείς, δίχως όμως να ξέρουν αν υπάρχει και αν όχι. Θα μου πείτε φυσικά ότι υπήρχε και το Βασίλειό μου, ο Κάτω Κόσμος! Πάρα πολύ σωστά, εδώ όμως υπάρχει μια μεγάλη παρανόηση: ο Κάτω Κόσμος και το Βασίλειο του υποφαινόμενου γενικότερα δεν ήταν το μετά έτσι όπως το έχουμε συνηθίσει να αναφέρεται θεολογικώς, αλλά η συνέχεια του τώρα. Δεν ξέρω αν μπορείτε να καταλάβετε την ανεπαίσθητη διαφορά. Όταν έγινε ο διαχωρισμός ανάμεσα στα τρία αδέλφια, ο μεν Δίας πήρε τον κόσμος, ο δε Ποσειδώνας τη θάλασσα, ενώ ο Άδης έλαβε τον Κάτω Κόσμο, ο οποίος από όλους εθεωρείτο ο σημαντικότερος, διότι από εκεί προέρχονταν τα πάντα και εκεί κατέληγαν. Διόλου τυχαίο ότι ο Άδης αναφερόταν και ως Ζευς Έτερος. Το σημαντικό ήταν όμως ότι Ο Κάτω Κόσμος εθεωρείτο η (ας πούμε) άλλη πλευρά του κύκλου (εδώ μάλλον θα πρέπει να διαβάσετε και την εσχατολογική ιστορία του Ηρώς από το τελευταίο βιβλίο της Πολιτείας του Πλάτωνα για να το κατανοήσετε καλύτερα). Αν αρχίσουμε να σκαλίζουμε τους μύθους και τις ιστορίες θα διαπιστώσουμε ακόμη περισσότερες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες. Το αναφέρω αυτό διότι εύλογα θα εκφραστούν αρκετές ενστάσεις περί της ζωής μετά στην αρχαία Ελλάδα. Νομίζω όλοι έχουν έστω ακουστά την Νέκυια, τη ραψωδία λ' της Οδύσσειας δηλαδή. Ως επίσης αρκετοί θα έχουν ακουστά τον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, ή την περίπτωση που ο Άδης διαμαρτυρήθηκε εντόνως στον Δία ότι του κλέβουν τους υπηκόους. Επίσης, πολλοί θα ξέρουν ότι ο Κάτω Κόσμος ήταν άρτια οργανωμένος (χα, αυτό μας έλειπε!) με Δικαστές (Μίνωα-Ραδάμαθυ-Αιακό). Όλα αυτά, θα ρωτήσετε, καθώς και τα Τάρταρα ή τα Ηλύσια Πεδία δεν αποτελούν παράδειγμα ότι η μετά θάνατον ζωή υπήρχε για τους αρχαίους Έλληνες;
Επί της ουσίας απάντηση δεν υπάρχει αλλά αν υπήρχε πιο πολύ προς το όχι θα έκλινε. Τα Ηλύσια Πεδία ήταν το τμήμα του Άδη που πήγαιναν οι ήρωες και οι ημίθεοι. Τα δε Τάρταρα το μέρος που πήγαιναν εκείνοι που είχαν διαπράξει σοβαρή ασέβεια εις βάρος των θεών (σημειωτέον ότι η άρνηση της ύπαρξης θεών δεν θεωρείτο ασέβεια διότι ενέπιπτε στην σφαίρα της φιλοσοφίας και αυτό). Κι όσον αφορά τους διαφόρους μύθους που πραγματεύονταν την κατάβαση (και άνοδο) στον Άδη, "μνημονεύονταν" ακριβώς επειδή ανήκαν εκτός πραγματικότητος! Εν ολίγοις, αν δεν παρουσίαζαν κάτι το πραγματικά ενδιαφέρον ή αξιοπερίεργο, δεν θα μνημονεύονταν καν!
Γενικά, αν μελετήσουμε εις βάθος τους αρχαιοελληνικούς μύθους και ιδίως κάποια συγκεκριμένα αρχαιοελληνικά κείμενα θα διαπιστώσουμε ότι από τότε υπήρχαν έντονοι διάλογοι σχετικά με το αν η μετά θάνατο ζωή για τον "κοινούς" ανθρώπους υπήρχε ή όχι! Και ακριβώς έτσι και τότε υπήρχαν προβληματισμοί και δεισιδαιμονίες (διαφορετικές από τις σύγχρονες φυσικά) και πάει λέγοντας.
Θα μου πείτε, που κολλάνε όλα με το αν υπάρχει θεός ή όχι;
Με το αν υπάρχει ή όχι δεν κολλάνε πουθενά. Για την αποδοχή ή μη που επιλέγει ο καθείς όμως, είναι από τα σημαντικότερα στοιχεία που πρέπει να εξετάσει κανείς, διότι μόνο έτσι μπορεί να γίνει αντιληπτό το τι συμβαίνει με τις οργανωμένες θρησκείες και δόγματα που μαστίζουν την ανθρωπότητα εδώ και αιώνες και οι οποίες είναι αυτές που προκαλούν την απέχθεια στον περισσότερο κόσμο που ασχολείται με τέτοια θέματα.
Αλήθεια, έχετε διερωτηθεί ποτέ γιατί οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων ήταν έτσι όπως ήταν και όχι όπως ήταν οι θεοί των περισσοτέρων άλλων λαών; Προφανώς οι λόγοι ήταν πολλοί και οι περισσότεροι εξαυτών είχαν να κάνουν με το ότι οι Έλληνες είχαν ελεύθερη σκέψη που δε γνώριζε όρια. Όσο κι αν ακουστεί οξύμωρο όμως, ένας από τους λόγους ήταν και για να μπορούν να έχουν ελεύθερη σκέψη δίχως όρια. Κοινώς, ήξεραν ότι αν οι θεοί τους ήταν πιο αυστηροί αυτό θα τους δέσμευε σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς τους. Έτσι λοιπόν, οι άνωθεν δεσμεύσεις που υπήρχαν ήταν ηθικής φύσεως που περισσότερο άπτονταν σε θέματα κοινής λογικής και καθημερινής πραγματικότητας. Κατά τα λοιπά, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν τεράστια ευχέρεια κινήσεων σε όλα τα επίπεδα και κυρίως στα πνευματικά.
Ας επιστρέψουμε σιγά, σιγά στο αρχικό μας θέμα λοιπόν.
Είμαι βέβαιος ότι αν σήμερα ο θεός (ή οι θεοί) ήταν στα αρχαιοελληνικά πρότυπα, το ζήτημα ύπαρξης ή μη θα μας απασχολούσε από ελάχιστα έως καθόλου. Αντιθέτως, επειδή ο θεός πλασάρεται ως αυτό που θέλουν οι οργανωμένες θρησκείες και δόγματα που κατά κύριο λόγο προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας, ξεκινούν και οι όποιες (αρκετές) αντιδράσεις.
Και ερωτώ εγώ τώρα: δεδομένου ότι όπως είπαμε αρχικά, τον θεό δεν τον έχει δει ποτέ κανείς, ποιος μπορεί να μου αποδείξει ότι ο θεός είναι το σύνολο των δυνάμεων της Φύσεως, από τις οποίες (την οποίαν) έχουν προκύψει τα πάντα; Ή ότι ο θεός δεν είναι το Σύμπαν; Γιατί πρέπει σώνει και καλά ο θεός -αν υπάρχει- να ομοιάζει με άνθρωπο; Ή γιατί να μην είναι ένας ρωμαλέος νεαρός αλλά ένας γέροντας με άσπρα μαλλιά και γεννειάδα; Ως επίσης γιατί να μην είναι ο Μεγάλος Λαγός που λέει κι ένα φιλαράκι μου, ο Mad Putcher, ή γιατί να μην είναι ο Μέγας Σουβλακέας όπως εναργώς και με πλήθος στοιχείων έχει αποδείξει η ιεραρχία του; Έχετε καταλάβει ότι η όλη ιστορία με τον θεό ξεκινάει με την σιωπηρή αποδοχή ότι ο θεός είναι έτσι και όχι αλλιώς, η οποία αποδοχή είναι εσφαλμένη και τεχνηέντως δημιουργηθείσα;
Τουλάχιστον στο παρελθόν όλή αυτή η (παρα)φιλολογία ξεκινούσε, ως είπαμε, από τις ανθρώπινες ανασφάλειες κι επιθυμίες για κάτι καλύτερο. Πλέον εμπλέκεται και η τεράστια θρησκευτική δεισιδαιμονία που έχει διαποτιστεί έτσι ή αλλιώς στην καθημερινότητα όλων μας.
Ορμώμενοι λοιπόν από όλα αυτά τα γεγονότα που εκ νέου προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας, ο καθείς χτίζει τη δική του κοσμοθεωρία, χτυπώντας εκεί που θεωρεί ότι βρίσκεται το πρόβλημα. Και κάπως έτσι φτάνουμε στις ατέρμονες συζητήσεις περί του αν ο θεός υπάρχει ή όχι.
Ερώτηση: αν υποθέσουμε ότι θεός υπάρχει, αλλάζει κάτι σε'μένα πρακτικά; Όχι.
Αν τώρα υποθέσω ότι δεν υπάρχει, αλλάζει κάτι σε'μένα πρακτικά; Πάλι όχι.
Συνεπώς προς τι η όλη συζήτηση αναφορικά με κάτι που δεν με επηρεάζει;
Αύριο ίσως βρέξει, ανεξάρτητα αν υπάρχει θεός ή όχι. Αν όμως το δικό μου σπίτι πλημμυρίσει δεν θα ευθύνεται ο θεός που μ'έχει στην μπούκα αλλά το παράθυρο που ξέχασα ανοικτό επί ώρες ενόσω έλειπα.
Δεν έχει νόημα λοιπόν να κάθομαι να το συζητάω ώρες επί ωρών για άλλον λόγο πέραν του φιλοσοφικού του πράγματος.
Ως έχω ξαναπεί, ο διάλογος είναι από τα καλύτερα πράγματα που μπορούν να υπάρξουν ανάμεσα σε ανθρώπους. Ο στρεβλωμένος διάλογος όμως, όχι. Διάλογο δεν μπορείς να κάνεις όταν ο άλλος είναι αποδεδειγμένα στόκος, αποδεδειγμένα απόλυτος (ή ξερόλας) καθώς επίσης κι αν "καθοδηγείται" από εσφαλμένα εφαλτήρια. Και ένα τέτοιο είναι αυτό που (όχι κακοπροαίρετα) αρκετοί την πατάνε και που ο θεός είναι το πρόβλημα ακριβώς επειδή δεν γουστάρω τις θρησκείες, οπότε αποδεικνύω ότι δεν υπάρχει θεός άρα δεν ασχολούμαι με τις θρησκείες. Τακτική ανώφελη.
Οι περισσότεροι -έχω διαπιστώσει στην πράξη- αποφεύγουν ν'ασχοληθούν με τις θρησκείες διότι αυτές διαθέτουν ζηλωτές οι οποίοι δεν το'χουν σε τίποτε να μπουν μέσα και να σου ζαλίζουν τον έρωτα επί 24ώρου βάσεως, 7 μέρες την εβδομάδα και στις 4 εποχές (χαρακτηριστικό παράδειγμα, εδώ. Που να αντέξει ο άνθρωπος μετά;). Ο θεός όμως, ακόμη κι αν υπάρχει, δεν πρόκειται ποτέ να έρθει να σου απαντήσει κατ' ιδίαν (αυτά άλλωστε μόνο επί Βίβλου γίνονταν, μετά κατά πως φαίνεται έχασε το ενδιαφέρον του... :) ). Φυσικά και στην δεύτερη περίπτωση όλο και κάποιος ζηλωτής θα εμφανισθεί για να εκφράσει τον αντίθετο λόγο, αυτοί όμως είναι αποδεδειγμένα πολύ λιγότεροι από αυτούς που θα εμφανίζονταν αν χτύπαγες απευθείας την θρησκεία τους. Πέραν τούτου, η αποδοχή της ύπαρξης θεού ή όχι μπορεί πολύ εύκολα να εκληφθεί ακόμη κι απ'αυτούς ως προσωπική υπόθεση του καθενός, ενώ η εναντίωση με κάποιο δόγμα από κήρυξη πολέμου έως καταπάτηση του Συντάγματος που προβλέπει κλπ, κλπ (τα ξέρετε τώρα, μην τα γράφω κι εδώ μέσα). Έτσι λοιπόν δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αντιπαραθέσεων που δεν οδηγούν πουθενά, πέραν της όξυνσης αλλά και του μίσους.
Διότι το μίσος δεν το έχω εντοπίσει μόνο στους οπαδούς της θρησκείας της αγάπης (και δεν μιλάω για όλους φυσικά), αλλά και σε αρκετούς από τους απέναντι, οι οποίοι στους ισχυρισμούς τους βγάζουν πηγαίο μίσος, δείγμα ότι κάτι δεν πάει καλά. Και το σημαντικότερο που δεν πηγαίνει καλά είναι ότι συγχέουν ένα φιλοσοφικό ζήτημα με κάτι το χειροπιαστό, ακριβώς επειδή οι θρησκείες επιχειρούν να τα φέρνουν όλα σε καθημερινό χειροπιαστό επίπεδο.
Καταλήγουμε κατ' αρχήν λοιπόν στο ότι αν οι εκπρόσωποι των θρησκειών είναι καταπιεστές και δυνάστες, δεν ευθύνεται ούτε καν η ίδια τους η θρησκεία γι'αυτό, πόσω δε μάλλον ο θεός, όπως κατ' αντιστοιχίαν δεν είναι η Δημοκρατία κάτι κακό μόνο και μόνο επειδή έχουμε καραγκιόζηδες πολιτικούς. Πέραν των επι γής αυτοδιορισμένων εκπροσώπων όμως, οι καθεαυτές θρησκείες δεν είναι τίποτε άλλο από μαγαζιά, στα οποία κανείς δεν σε υποχρεώνει να μπεις και να ψωνίσεις. Αν γουστάρεις το προϊόν μπαίνεις, αν δεν γουστάρεις πας σε άλλο μαγαζί που πουλάει άλλα προϊόντα. Κι ένα τέτοιο μαγαζί είναι και η αθεϊα! Ναι, αρκετά διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, αλλά μαγαζί.
Και προσωπικά όπως δεν προτιμώ και τα μαγαζιά των οργανωμένων θρησκειών, έτσι δεν προτιμώ και το μαγαζί της αθεϊας και θα σας αναπτύξω τους λόγους με έναν αν μη τι άλλο περίεργο τρόπο (σώωωωπα...). Μπορεί να παραξενευτείτε, αλλά αν μπείτε στο βαθύτερο νόημα θα καταλάβετε πως βλέπω εγώ τον θεό.
Μπορείτε να φανταστείτε τον Φάουστ του Γκαίτε, αν δεν υπήρχε θεός; Δεν θα μπορούσε να είχε γραφτεί, διότι άνευ ύπαρξης θεού δεν θα υπήρχε καν ο Μεφιστοφελής, οπότε δίχως και αυτόν οι επιθυμίες του Φάουστ δεν θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιηθεί.
Παρομοίως, ακόμη κι αν είχαν γραφτεί, θα ήταν τελείως διαφορετικά και σίγουρα με πολύ λιγότερο ενδιαφέρον Έργα όπως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, όπως η Θεία Κωμωδία του Δάντη, ή ακόμη και ο πλατωνικός Τίμαιος. Δίχως θεό δεν θέλω καν να σκέφτομαι το ενδεχόμενο να μην είχε γράψει τίποτε ο παμμέγιστος Ηράκλειτος, ή ακόμη κι ο γίγαντας Επίκουρος, ο οποίος μόνο άθεος δεν ήταν παρά τα όσα έχουν επικρατήσει τεχνηέντως έως τις μέρες μας. Δίχως την ύπαρξη του θεού/των θεών δεν θα υπήρχε τόση έμπνευση, ακόμη και τόσος ρομαντισμός! Η ύπαρξη του θεού, αυτό το τόσο εσωτερικό ζήτημα, έφτασε μέχρι και τον Αϊνστάιν να απαντάει ενοχλημένος ότι "ο θεός δεν παίζει ζάρια". Γιατί, λοιπόν, να διακινδυνεύσω να χάσω τόσα και τόσα εξαιρετικά κείμενα ή βιβλία προκειμένου να θυσιάσω κάτι που ούτως ή άλλως δεν με επηρεάζει σε τίποτε;
Διαβάζοντας πληθώρα επιστημονικών βιβλίων, όπως το Χρονικό του Χρόνου, το Μεγάλο Σχέδιο (πρόσφατα), την Κόμη της Βερενίκης, τους Μυστικούς Αριθμούς, ανακαλύπτω πράγματα τόσο όμορφα όσο και το να σηκώσω το κεφάλι το βράδυ να κοιτάξω τον έναστρο ουρανό. Γιατί λοιπόν να σκεφτώ ότι όλα αυτά έγιναν τελείως τυχαία, όταν πχ στις αρχικές συνθήκες δημιουργίας του Σύμπαντος επί πολλά δευτερόλεπτα οι πιθανότητες "επιβίωσης" του Σύμπαντος ήταν κατά του, αλλά τελικώς δεν κατέρρευσε και εξελίχθηκε σε αυτό το μεγαλείο που υπάρχει σήμερα και του οποίου μέρος είμαστε; Το να σκεφτώ ότι τίποτε δεν συνέβη στην τύχη δεν σημαίνει ότι αποδέχομαι την ύπαρξη ανώτερου νου ή την ανάμιξη ξένου δακτύλου (κυριολεκτικώς).
Ακριβώς όπως δεν θα κάνω το κακό επειδή φοβάμαι την μετά θάνατο τιμωρία αλλά επειδή ξέρω ότι είναι κακό και δεν πρέπει να το κάνω. Τον διπλανό σου οφείλεις να τον σέβεσαι ως οντότητα επειδή το αξίζει και όχι επειδή στο απαγορεύει ένας φόβος, ένα τσουκάλι, τρία κιλά θειάφι και ένα τσούρμο δαίμονες με δαγκάνες και τρίαινες.
Στο διά ταύτα λοιπόν. Βασικά είμαι αρκετά χαρούμενος που αρκετοί εκ των αθέων που έχω γνωρίσει όλα αυτά τα χρόνια ήταν μετριοπαθή άτομα (κάποιοι εξαυτών βρίσκονται και στην στήλη με τα βλογολίνκς). Άνθρωποι με τους οποίους μπορείς να συζητήσεις σε επίπεδο φιλοσοφίας και που δεν θα κάνουν σα να τους πάτησες τον κάλο μόλις θίξεις ένα θέμα. Άνθρωποι οι οποίοι ακόμη κι αν διαφωνούν, καταλαβαίνουν ότι αντίθετες απόψεις μπορούν να υπάρχουν και να είμαστε πάλι όλοι ικανοποιημένοι ή ακόμη καλύτερα, να μάθουμε όλοι κι από κάτι νέο. Οι άνθρωποι αυτοί είναι που έχουν κάνει τις επιλογές τους, ενσυνείδητα, μετά από ώριμη σκέψη και διαλλογισμό και αυτό είναι απολύτως σεβαστό.
Όμως, όπως υπήρξε και κόσμος που έκαιγε ζωντανά άλλους ένεκα διαφορετικότητος, έτσι υπάρχει και κόσμος που βγάζει μίσος και απέχθεια προς ό,τι αντίθετο, και πλέον δεν μιλάω μόνο για αθέους μιας και αυτό πιάνει πολλές κατευθύνσεις.
Που καταλήγουμε λοιπόν; Μα σε πολλά ενδιαφέροντα.
Πρώτον, στο ότι ο θεός είτε υπάρχει, είτε όχι, δεν έχει καμία σημασία.
Δεύτερον, στο ότι μπορούμε να είμαστε σωστοί άνθρωποι δίχως να έχουμε τον φόβο της οποιασδήποτε τιμωρίας. Το καλό το κάνεις επειδή γνωρίζεις ότι είναι καλό κι όχι επειδή φοβάσαι τον μπαμπούλα.
Τρίτον, στο ότι ακόμη κι αν ο θεός υπάρχει σίγουρα δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους επί γης αυθέντες και ειδήμονες.
Τέταρτον, στο ότι είναι λίαν χαζό να σπαταλάται πολύτιμη φαιά ουσία για να αποδειχθεί αν υπάρχει ή δεν υπάρχει κάτι που ποτέ κανείς δεν έχει δει.
Πέμπτον, στο ότι πολλές φορές η εσωτερική ανάγκη κάποιων να ξεφύγουν από κάτι συγκεκριμένο τους οδηγεί στην χρήση των ίδιων μεθόδων με αυτές που επικρίνουν.
Έκτον, στο ότι όλα τα θέματα -ακόμη και η ύπαρξη θεού- μπορούν να θεαθούν τελείως διαφορετικά υπό αμιγώς φιλοσοφικό πρίσμα, γεγονός εξαιρετικής σημασίας μιας και η φιλοσοφία μπορεί να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, εν αντιθέσει με την θρησκεία.
Και έβδομον, ότι όλα όσα διαβάσατε μέχρι αυτό το σημείο (αν καταφέρατε να φτάσετε) ήταν κυριολεκτικά ανούσια.
Μόνο μην με ρωτήσετε γιατί κάθησα και τα έγραψα. :)
Χαίρετε.
Λοιπόν, το παρόν σενδόνι θα ασχοληθεί με την ύπαρξη ή μη του θείου όντος όχι όμως έτσι όπως περιμένουν οι περισσότεροι και φυσικά εκ των πραγμάτων δεν θα μπορέσει να καταλήξει σε κανένα απολύτως συμπέρασμα!
Μμμμ... θα αναρωτιέστε γιατί αποκάλυψα το συμπερασμα ενώ θα μπορούσα να το αφήσω να έχει μεγαλύτερο σασπένς. Μα ο λόγος είναι απλός: πρώτον, επειδή το συμπέρασμα δεν έχει καμία απολύτως αξία, δεύτερον επειδή όσοι με ξέρετε (έστω και λίγο) θα έχετε καταλάβει ότι μέχρι το τελικό συμπέρασμα συνήθως μεσολαβούν έως και δεκάδες άλλα, και τρίτον και σημαντικότερον, διότι το ζουμί δεν βρίσκεται στο τελικό συμπέρασμα αλλά σε όλα τα ενδιάμεσα (μην πω σε όλα τα υπόλοιπα)!
Για να μην υπάρξει δε απορία περί του τίτλου, γιατί δηλαδή περί αθεϊας και όχι περί θεού ή κάτι αντίστοιχο, η απάντηση είναι απλή: διότι ως τίτλος είναι πολύ πιο σκανδαλιστικός και ενδιαφέρων.
Επίσης, μάλλον είναι περιττό να αναφέρω ότι η.. .διαδρομή που θα ακολουθηθεί δεν θα είναι και η πιο...φυσιολογική (αλλά προφανώς έχω τους λόγους μου)... :)
Άρξασθε λοιπόν.
Κατ' αρχήν, πρέπει να αναφέρω δύο σημαντικότατα "πορίσματα":
α) Οι πεποιθήσεις μου (όποιες κι αν είναι) ορίζουν ότι η ύπαρξη θεού ή όχι είναι θέμα αμιγώς φιλοσοφικό.
β) Δεν είμαι άθεος, γεγονός όμως που δεν με εντάσσει και κάπου.
Ασχολούμαι με το διαδίκτυο (αρκετά) εδώ και μια δεκαετία γεμάτη. Όλο αυτό το διάστημα έχω γνωρίσει (εντός ή εκτός εισαγωγικών) κόσμο και κοσμάκη. Κάποια στιγμή με απασχόλησε το γεγονός, πως είναι δυνατόν να έχω μια έμφυτη ροπή κουβέντας και παρέας με συγκεκριμένα άτομα (και τούμπαλιν κάποιοι άλλοι μαζί μου) και όχι με κάποιους άλλους. Δεν έχουν τόση σημασία τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξα, κάποια γεγονότα όμως έχουν ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, ενώ ασχολούμαι πάρα πολύ με την αρχαιοελληνική φιλοσοφία, ήταν διαχρονικά αδύνατο να συζητήσω με αυτούς που πολύ μετέπειτα χαρακτήρισα ως αρχαιόπληκτους (μιλάω για "παιδάκια" τα οποία είχαν την εντύπωση ότι κατέχουν την αρχαιοελληνική φιλοσοφία επειδή έγραφαν "μα το Δία" σε διαδικτυακά φόρα, ή δήλωναν συμμετοχή σε υποθέμενα σύγχρονα αρχαία (;;;) μυστήρια, ή διάβαζαν τα... "γνωστά" βιβλία). Μέσα σ'όλα, λοιπόν, πάντοτε έπιανα ωραίες κουβέντες και με αθέους. Ή μάλλον, κάποιες κουβέντες ήταν ωραίες επειδή κάποια άτομα ήταν ανοικτόμυαλα άρα μπορούσες να συζητήσεις άνετα μαζί τους και δεν υπήρχε η "αγωνία" να καταλήξει κάπου η συζήτηση.
Όλα αυτά τα χρόνια, λοιπόν, έχω γνωρίσει μεταξύ άλλων αθέους οι οποίοι ήταν διαβασμένοι και μετριοπαθείς, άλλους που ήταν μεν διαβασμένοι αλλά ήταν από πιο... ένθερμοι έως και απόλυτοι και φυσικά άλλους που δεν ήξεραν την τύφλα τους και ήταν απόλυτοι μέχρι εκεί που δεν πήγαινε (sic). Περιττό να αναφέρω ότι με τους τρίτους όχι μόνο δεν μπόρεσα να συζητήσω ποτέ, αλλά τους αποφεύγω και επιμελώς. Με τους δεύτερους είμαι συχνά επιφυλακτικός και που και που μπορώ να αλλάξω καμιά κουβέντα (πάντοτε αναλόγως με την περίπτωση). Με τους πρώτους όμως δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα και ευκαιρίας δοθείσης επιδιώκω τον διάλογο. Μάλιστα κάποιοι εξ αυτών των (φ)ίλων ενίοτε με είχαν βοηθήσει στο να εξάγω χρήσιμα συμπεράσματα σε κάποιες περιπτώσεις κι αυτό επειδή ο διάλογος με έναν σωστό συνομιλητή αποτελεί το καλύτερο βιβλίο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πλατωνικοί διάλογοι είναι τα πλέον μελετημένα φιλοσοφικά κείμενα, ούτε το γεγονός ότι ο μέγιστος Επίκουρος διαλαλούσε ότι σε μια φιλοσοφική κουβέντα κερδισμένος είναι ο χαμένος επειδή έμαθε κάτι που δεν ήξερε. Αλλά ας μην ξεφεύγουμε.
Η αποδοχή ή όχι της ύπαρξης θεού (άρα και η αθεϊα κατ' επέκτασιν) είναι ως γνωστόν ένα θέμα που κάνει τζιζ στην... ανοικτόμυαλη χώρα μας, καθ'όσον το θέμα της... εθνικής μας υπερηφάνειας, ήτοι της ελληνορθοδοξίας, αποτελεί το μεγαλύτερο ταμπού που υπάρχει και που σχεδόν απαγορεύεται να αγγίξεις (κάτι που αν πράξεις ισοδυναμεί σχεδόν με εθνοπροδοσία). Με δεδομένο αυτό λοιπόν και σε συνδυασμό με το ότι δεν ξέρουμε να κάνουμε διάλογο κατά βάση, αφού ο ένας είθισται να προσπαθεί ν'αλλάξει τις απόψεις του άλλου, συχνά-πυκνά το θέμα ξεφεύγει και παρεξηγείται. Σε κάποιες (αρκετές τέτοιες) περιπτώσεις λοιπόν αναγκάζεσαι να αποχωρήσεις ησύχως προκειμένου να διαφυλάξεις την ψυχική σου ηρεμία καθώς και ν'αποφύγεις την αύξηση της πιέσεώς σου, γεγονός όμως που (ακόμη κι όταν το διασαφηνίσεις) εκλαμβάνεται από την αντίθετη πλευρά ως νίκη επιχειρημάτων. Όλα αυτά λοιπόν οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο αντιπαραθέσεων για ένα θέμα που πέραν του φιλοσοφικού του ενδιαφέροντος είναι κυριολεκτικά ανούσιο.
Λίγο πιο πάνω τόνισα μια λέξη, η οποία πιθανώς να πέρασε απαρατήρητη ακόμη και τονισμένη. Είναι η λέξη "αποδοχή". Διότι εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον που συνήθως διαφεύγει: ο θεός, είτε υπάρχει είτε δεν υπάρχει, είναι κάτι που ποτέ δεν έχει δει κανείς, άρα κανείς δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει την ύπαρξή του κ.ο.κ. Και όμως, εδώ υπεισέρχεται ο πρώτος παράγων σχιζοφρένειας, ένα από τα σημαντικότερα "επιχειρήματα" σε τέτοιες συζητήσεις να είναι και το αμίμητο "εσύ είσαι υποχρεωμένος να αποδείξεις ότι (δεν) υπάρχει" κλπ. Μα πως είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι κάτι υπάρχει ή δεν υπάρχει όταν πρόκειται αυστηρά για προϊόν σκέψης; Εδώ δεν μιλάμε για μαθηματικά όπου μπορείς να απεικονίσεις ένα τρίγωνο προκειμένου να αποδείξεις ένα θεώρημα. Είναι απλώς όμως: άνθρωποι που γνωρίζουν ότι έχουν ένα σχετικό λέγειν/γράφειν, πετάνε το μπαλάκι στο αντίπαλο τεραίν προκειμένου να αποφύγουν αυτοί το αγγούρι μιας τέτοιας "αποδείξεως". Αυτό που έχω να πω εγώ είναι ότι αν κάποιος ήταν τόσο σίγουρος για τους ισχυρισμούς του, δεν θα έριχνε σε άλλους το μπαλάκι της αποδείξεως ή μη.
Για να το... μπλέξουμε λίγο ακόμη, θα φέρω ένα παράδειγμα για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που εννοώ. Υποθέτω ότι είναι πολύς κόσμος που γνωρίζει τον Ντόκινς, ο οποίος είναι αναμφίβολα ένας σοβαρότατος επιστήμονας. Το θέμα είναι ότι όταν ξεκινάει να ασχολείται με την σταυροφορία του να αποδείξει ότι θεός δεν υπάρχει, συνήθως καταλήγω με πόνους στο στομάχι από τα πολλά γέλια (ντάξει, όντως λέει και πολύ σοβαρά και ενδιαφέροντα πράγματα, δε λέω, ως επίσης δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι έχω δει τα άπαντά τα, αλλά σε κάποιες φάσεις πια...). Θυμάμαι μια φορά τον έβλεπα να συνομιλεί με κάποιον (δεν θυμάμαι αν επρόκειτο για ιερέα ή απλό πιστό) και να τον ρωτάει πόσα χέρια ή πόδια είχαν ξαναφυτρώσει ως αποτέλεσμα των προσευχών, για να λαμβάνει την αρκετά τρακαρισμένη απάντηση "κανένα". Προσέξτε να δείτε το τεράστιο σφάλμα τέτοιων συλλογισμών: ξεκινώντας με την αποδοχή ότι ο θεός είναι ανθρωπόμορφος καθώς και ότι ενδιαφέρεται για τα ανθρώπινα (δηλαδή όπως περιγράφει η Βίβλος εν ολίγοις) φτάνει στον αρκετά εύκολο να καταρριφθεί ισχυρισμό ότι οι προσευχές δεν εισακούονται με αποτέλεσμα αυτό να μην οδηγεί σε νέα χέρια και πόδια να φυτρώνουν σε ανθρώπους που τα έχουν χάσει, και ως εκ τούτου να αποδεικνύεται εύκολα ότι τελικά θεός δεν υπάρχει.
Πρώτη ένσταση: τότε τι έχει να πει για το γνωστό φαινόμενο αυθυποβολής (υπάρχουν πολύ γνωστά πειράματα) σύμφωνα με το οποίο ασθενείς με καρκίνο παρουσίασαν έστω και πρόσκαιρη βελτίωση και μόνο από την πληροφορία ότι βρέθηκε ένα νέο φάρμακο που ενδεχομένως να καταπολεμάει την ασθένεια (και που το φάρμακο μπορεί να ήταν απλή ασπιρίνη), πράγμα που έχει αποδείξει ότι η ανθρώπινη ψυχολογία μπορεί να φέρει τούμπα ακόμη και ανίατες ασθένειες. Είναι το γνωστό φαινόμενο placebo που λέει κι ο φίλτατος zaphod. Μια τέτοια ιστορία όμως στα χέρια ενός θρησκόληπτου μπορεί να αποτελέσει... πυρηνική βόμβα ακριβώς με τα ίδια επιχειρήματα τύπου Ντόκινς.
Δεύτερη ένσταση και απείρως σημαντικότερη: αν υποθέσουμε ότι ο θεός υπάρχει και μάλιστα είναι χταπόδι, τότε όχι μόνο αποδεικνύεται ότι υπάρχει, αλλά και ότι μας έστειλε λίαν προσφάτως τον υιό του για δεύτερη φορά. Μην βιάζεστε να γελάσετε: κατ' αρχήν τα χταπόδια μπορούν να ξαναβγάζουν πλοκάμια (όπως και αρκετές σαύρες βγάζουν μέλη). Κι επίσης, έτσι πλέον μπορεί να εξηγηθεί ως θεία έμπνευση η ικανότητα του γνωστού μεζέ, Πάουλ, που πέτυχε όλα τα αποτελέσματα της Γερμανίας κατά το πρόσφατο μουντιάλ. Όπως εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε, ένας τέτοιος ισχυρισμός είναι εξαιρετικά γελοίος, παρομοίως γελοίος όμως είναι και ο ισχυρισμός περί του αντιθέτου, ότι πχ θεός υπάρχει ή δεν υπάρχει επειδή δεν φυτρώνουν χέρια και πόδια σε ανθρώπους.
Η ουσία είναι μία και την ανέφερα ήδη: αυτό το θέμα είναι παντελώς ανούσιο, δεν μας επηρεάζει ούτε κατά το ελάχιστο και έχει μόνο φιλοσοφικό ενδιαφέρον, καθάρα διαλεκτικά και ως ανταλλαγή επιχειρημάτων.
Ας επιχειρήσουμε μια εν μέρει ιστορική αναδρομή σχετικά με το πως προέκυψε ο θεός στην ανθρωπότητα, και επειδή ιστορική αναδρομή για κάτι που δεν έχει δει κανείς δεν μπορεί να γίνει, ήρθε η ώρα να πιάσουμε τις θρησκείες!
Κατ' αρχήν η ύπαρξη θεού προϋποθέτει ανθρώπινη νοημοσύνη. Πρέπει, δηλαδή, να έχεις τη δυνατότητα να σκεφτείς με τρόπο που σκέφτονται οι άνθρωποι για να θέσεις το ερώτημα αν υπάρχει κάτι παραπάνω, κάτι ανώτερο ή όχι.
Φυσικά, δεδομένου ότι ο φόβος και η ανασφάλεια είναι δύο από τα κυρίαρχα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, δεν προξενεί απορίες το γεγονός ότι πράγματα που παλιά ήταν αδύνατο να εξηγηθούν λογικά, αυτόματα τοποθετούνταν στην σφαίρα του μεταφυσικού. Παραδείγματα: σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί κλπ, όλα έρχονταν από τους θεούς. Επίσης, παρόλο που αποδεδειγμένα ο άνθρωπος δεν είναι το μόνο ον που νοιώθει και που έχει συναισθήματα, τόσο η αγάπη για ζωή (και μάλιστα για καλή ζωή) όσο και το ενδεχόμενο αίσθημα αδικίας (το γνωστό "δεν πρόλαβα να κάνω αυτά που ήθελα") δημιουργούσαν ένα μεγάλο κενό ως προς τις επιθυμίες του ανθρώπου. Μ'αυτά και μ'αυτά λοιπόν και ανεξάρτητα με τις οργανωμένες θρησκείες για τις οποίες θα μιλήσουμε παρακάτω, κάποτε ο άνθρωπος θεώρησε ότι η ύπαρξη θεού ή θεών του επιλύει κάποια σημαντικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Κάπου εδώ όμως το θέμα αρχίζει να μπλέκεται επικίνδυνα αλλά έχουμε ώρα ακόμη για κάτι τέτοιο. Το σημαντικό είναι ότι πρέπει να κάνουμε έναν πολύ σημαντικό διαχωρισμό: η ανθρώπινη ανάγκη για ύπαρξη θεού προκειμένου να εναποθέτει τις όποιες ανασφάλειές του δεν έχει την παραμικρή σχέση με το αν ο θεός αληθινά υπάρχει ή όχι. Είναι δύο πράγματα τελείως διαφορετικά και σε αρκετά σημεία άσχετα μεταξύ τους.
Θα αφήσω ένα μεγάλο χρονικό κενό, και θα πάω στα χρόνια των οργανωμένων θρησκειών, οι οποίες το μόνο που κάνουν είναι να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα προσφέρει τον καλύτερο παράδεισο και την πιο συμφέρουσα καθοδήγηση προς αυτόν. Το προαναφερθέν συμφέρον συνήθως έχει δύο σημαντικούς παράγοντες: ο πρώτος είναι να φέρνει λεφτά στο δόγμα και δεύτερος να προσφέρει ελπίδα στους πιστοί. Αν αυτοί οι δυο όροι τηρούνται και μάλιστα δίχως να χρειάζεται να κάνεις και πολλά πράγματα, τότε το δόγμα θεωρείται επιτυχημένο. Ποιο είναι λοιπόν το μέσον για να επιτευχθούν όλα αυτά; Μα φυσικά ο θεός! Ο θεός που σου μοιάζει, ο θεός που ενδιαφέρεται για τα προβλήματά σου, ο θεός που δεν θα αφήσει την αδικία ατιμώρητη, ο θεός που όλα τα βλέπει και θα σε ανταμοίψει κλπ. Όλα αυτά όμως ξεκινούν από τις ίδιες ακριβώς προϋποθέσεις: ότι κάποιες συγκεκριμένες "αξίες" γίνονται αποδεκτές, γεγονός όχι παράλογο αν δούμε την πορεία και εξέλιξη των οργανωμένων θρησκειών με την πάροδο των αιώνων. Πιο συγκεκριμένα, από τα αρχαιότατα χρόνια η θρησκεία ήταν προνόμιο "λίγων και καλών" (δείτε πχ τους πολιτισμούς της λατινικής αμερικής, της μεσοποταμίας, τους αιγυπτίους κ.α.). Επίσης, οι θεοί εξουσίαζαν τα πάντα, ζύγιζαν τις ψυχές, απένειμαν δικαιοσύνη κλπ. Προπάντων όμως, μεριμνούσαν για την μετά θάνατο ζωή, το πιο σημαντικό όλων δηλαδή!
Το πρόβλημα (και ήταν μεγάλο) ήταν ότι κάποια στιγμή εμφανίσθηκαν με την κοσμοθεωρία τους εκείνοι οι σιχαμεροί αρχαίοι Έλληνες οι οποίοι χάλασαν την πιάτσα. Οι θεοί τους δεν ήρθαν από το διάστημα, όπως των λαών της Μεσοποταμίας, ούτε ήταν ζωόμορφοι όπως των Αιγυπτίων. Οι θεοί τους ήταν άνθρωποι! Ή μάλλον πιο σωστά, υστερούσαν των ανθρώπων σε κάτι, που θα δούλε λίγο παρακάτω. Πιο συγκεκριμένα, οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων ήταν καλαίσθητοι ακριβώς επειδή οι αρχαίοι Έλληνες ήθελαν να τους βλέπουν και να τους χαμογελούν και όχι να τους φοβούνται. Επίσης, είχαν πληθώρα προτερημάτων και μειονεκτημάτων όπως και ο κάθε αυτόνομος χαρακτήρας. Και φυσικά, συμμετείχαν στις καθημερινές δράσεις αδιάκοπα ως έχοντες προσωπικό ενδιαφέρον. Με λίγα λόγια, οι αρχαίοι Έλληνες δεν έβλεπαν τους θεούς ως κάτι το απόκοσμο αλλά ως καθαρά εγκώσμιους. Δεν είναι τυχαίο ότι τους τοποθετούσαν στον Όλυμπο κι όχι στο υπερπέραν. Κι όσον αφορά το θέμα της ζωής μετά, αυτό από τότε αποτελούσε προϊόν φιλοσοφικών συζητήσεων, τουτέστιν ήταν κάτι που συζητούσαν ανά τις επιθυμίες του ο καθείς, δίχως όμως να ξέρουν αν υπάρχει και αν όχι. Θα μου πείτε φυσικά ότι υπήρχε και το Βασίλειό μου, ο Κάτω Κόσμος! Πάρα πολύ σωστά, εδώ όμως υπάρχει μια μεγάλη παρανόηση: ο Κάτω Κόσμος και το Βασίλειο του υποφαινόμενου γενικότερα δεν ήταν το μετά έτσι όπως το έχουμε συνηθίσει να αναφέρεται θεολογικώς, αλλά η συνέχεια του τώρα. Δεν ξέρω αν μπορείτε να καταλάβετε την ανεπαίσθητη διαφορά. Όταν έγινε ο διαχωρισμός ανάμεσα στα τρία αδέλφια, ο μεν Δίας πήρε τον κόσμος, ο δε Ποσειδώνας τη θάλασσα, ενώ ο Άδης έλαβε τον Κάτω Κόσμο, ο οποίος από όλους εθεωρείτο ο σημαντικότερος, διότι από εκεί προέρχονταν τα πάντα και εκεί κατέληγαν. Διόλου τυχαίο ότι ο Άδης αναφερόταν και ως Ζευς Έτερος. Το σημαντικό ήταν όμως ότι Ο Κάτω Κόσμος εθεωρείτο η (ας πούμε) άλλη πλευρά του κύκλου (εδώ μάλλον θα πρέπει να διαβάσετε και την εσχατολογική ιστορία του Ηρώς από το τελευταίο βιβλίο της Πολιτείας του Πλάτωνα για να το κατανοήσετε καλύτερα). Αν αρχίσουμε να σκαλίζουμε τους μύθους και τις ιστορίες θα διαπιστώσουμε ακόμη περισσότερες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες. Το αναφέρω αυτό διότι εύλογα θα εκφραστούν αρκετές ενστάσεις περί της ζωής μετά στην αρχαία Ελλάδα. Νομίζω όλοι έχουν έστω ακουστά την Νέκυια, τη ραψωδία λ' της Οδύσσειας δηλαδή. Ως επίσης αρκετοί θα έχουν ακουστά τον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, ή την περίπτωση που ο Άδης διαμαρτυρήθηκε εντόνως στον Δία ότι του κλέβουν τους υπηκόους. Επίσης, πολλοί θα ξέρουν ότι ο Κάτω Κόσμος ήταν άρτια οργανωμένος (χα, αυτό μας έλειπε!) με Δικαστές (Μίνωα-Ραδάμαθυ-Αιακό). Όλα αυτά, θα ρωτήσετε, καθώς και τα Τάρταρα ή τα Ηλύσια Πεδία δεν αποτελούν παράδειγμα ότι η μετά θάνατον ζωή υπήρχε για τους αρχαίους Έλληνες;
Επί της ουσίας απάντηση δεν υπάρχει αλλά αν υπήρχε πιο πολύ προς το όχι θα έκλινε. Τα Ηλύσια Πεδία ήταν το τμήμα του Άδη που πήγαιναν οι ήρωες και οι ημίθεοι. Τα δε Τάρταρα το μέρος που πήγαιναν εκείνοι που είχαν διαπράξει σοβαρή ασέβεια εις βάρος των θεών (σημειωτέον ότι η άρνηση της ύπαρξης θεών δεν θεωρείτο ασέβεια διότι ενέπιπτε στην σφαίρα της φιλοσοφίας και αυτό). Κι όσον αφορά τους διαφόρους μύθους που πραγματεύονταν την κατάβαση (και άνοδο) στον Άδη, "μνημονεύονταν" ακριβώς επειδή ανήκαν εκτός πραγματικότητος! Εν ολίγοις, αν δεν παρουσίαζαν κάτι το πραγματικά ενδιαφέρον ή αξιοπερίεργο, δεν θα μνημονεύονταν καν!
Γενικά, αν μελετήσουμε εις βάθος τους αρχαιοελληνικούς μύθους και ιδίως κάποια συγκεκριμένα αρχαιοελληνικά κείμενα θα διαπιστώσουμε ότι από τότε υπήρχαν έντονοι διάλογοι σχετικά με το αν η μετά θάνατο ζωή για τον "κοινούς" ανθρώπους υπήρχε ή όχι! Και ακριβώς έτσι και τότε υπήρχαν προβληματισμοί και δεισιδαιμονίες (διαφορετικές από τις σύγχρονες φυσικά) και πάει λέγοντας.
Θα μου πείτε, που κολλάνε όλα με το αν υπάρχει θεός ή όχι;
Με το αν υπάρχει ή όχι δεν κολλάνε πουθενά. Για την αποδοχή ή μη που επιλέγει ο καθείς όμως, είναι από τα σημαντικότερα στοιχεία που πρέπει να εξετάσει κανείς, διότι μόνο έτσι μπορεί να γίνει αντιληπτό το τι συμβαίνει με τις οργανωμένες θρησκείες και δόγματα που μαστίζουν την ανθρωπότητα εδώ και αιώνες και οι οποίες είναι αυτές που προκαλούν την απέχθεια στον περισσότερο κόσμο που ασχολείται με τέτοια θέματα.
Αλήθεια, έχετε διερωτηθεί ποτέ γιατί οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων ήταν έτσι όπως ήταν και όχι όπως ήταν οι θεοί των περισσοτέρων άλλων λαών; Προφανώς οι λόγοι ήταν πολλοί και οι περισσότεροι εξαυτών είχαν να κάνουν με το ότι οι Έλληνες είχαν ελεύθερη σκέψη που δε γνώριζε όρια. Όσο κι αν ακουστεί οξύμωρο όμως, ένας από τους λόγους ήταν και για να μπορούν να έχουν ελεύθερη σκέψη δίχως όρια. Κοινώς, ήξεραν ότι αν οι θεοί τους ήταν πιο αυστηροί αυτό θα τους δέσμευε σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς τους. Έτσι λοιπόν, οι άνωθεν δεσμεύσεις που υπήρχαν ήταν ηθικής φύσεως που περισσότερο άπτονταν σε θέματα κοινής λογικής και καθημερινής πραγματικότητας. Κατά τα λοιπά, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν τεράστια ευχέρεια κινήσεων σε όλα τα επίπεδα και κυρίως στα πνευματικά.
Ας επιστρέψουμε σιγά, σιγά στο αρχικό μας θέμα λοιπόν.
Είμαι βέβαιος ότι αν σήμερα ο θεός (ή οι θεοί) ήταν στα αρχαιοελληνικά πρότυπα, το ζήτημα ύπαρξης ή μη θα μας απασχολούσε από ελάχιστα έως καθόλου. Αντιθέτως, επειδή ο θεός πλασάρεται ως αυτό που θέλουν οι οργανωμένες θρησκείες και δόγματα που κατά κύριο λόγο προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας, ξεκινούν και οι όποιες (αρκετές) αντιδράσεις.
Και ερωτώ εγώ τώρα: δεδομένου ότι όπως είπαμε αρχικά, τον θεό δεν τον έχει δει ποτέ κανείς, ποιος μπορεί να μου αποδείξει ότι ο θεός είναι το σύνολο των δυνάμεων της Φύσεως, από τις οποίες (την οποίαν) έχουν προκύψει τα πάντα; Ή ότι ο θεός δεν είναι το Σύμπαν; Γιατί πρέπει σώνει και καλά ο θεός -αν υπάρχει- να ομοιάζει με άνθρωπο; Ή γιατί να μην είναι ένας ρωμαλέος νεαρός αλλά ένας γέροντας με άσπρα μαλλιά και γεννειάδα; Ως επίσης γιατί να μην είναι ο Μεγάλος Λαγός που λέει κι ένα φιλαράκι μου, ο Mad Putcher, ή γιατί να μην είναι ο Μέγας Σουβλακέας όπως εναργώς και με πλήθος στοιχείων έχει αποδείξει η ιεραρχία του; Έχετε καταλάβει ότι η όλη ιστορία με τον θεό ξεκινάει με την σιωπηρή αποδοχή ότι ο θεός είναι έτσι και όχι αλλιώς, η οποία αποδοχή είναι εσφαλμένη και τεχνηέντως δημιουργηθείσα;
Τουλάχιστον στο παρελθόν όλή αυτή η (παρα)φιλολογία ξεκινούσε, ως είπαμε, από τις ανθρώπινες ανασφάλειες κι επιθυμίες για κάτι καλύτερο. Πλέον εμπλέκεται και η τεράστια θρησκευτική δεισιδαιμονία που έχει διαποτιστεί έτσι ή αλλιώς στην καθημερινότητα όλων μας.
Ορμώμενοι λοιπόν από όλα αυτά τα γεγονότα που εκ νέου προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας, ο καθείς χτίζει τη δική του κοσμοθεωρία, χτυπώντας εκεί που θεωρεί ότι βρίσκεται το πρόβλημα. Και κάπως έτσι φτάνουμε στις ατέρμονες συζητήσεις περί του αν ο θεός υπάρχει ή όχι.
Ερώτηση: αν υποθέσουμε ότι θεός υπάρχει, αλλάζει κάτι σε'μένα πρακτικά; Όχι.
Αν τώρα υποθέσω ότι δεν υπάρχει, αλλάζει κάτι σε'μένα πρακτικά; Πάλι όχι.
Συνεπώς προς τι η όλη συζήτηση αναφορικά με κάτι που δεν με επηρεάζει;
Αύριο ίσως βρέξει, ανεξάρτητα αν υπάρχει θεός ή όχι. Αν όμως το δικό μου σπίτι πλημμυρίσει δεν θα ευθύνεται ο θεός που μ'έχει στην μπούκα αλλά το παράθυρο που ξέχασα ανοικτό επί ώρες ενόσω έλειπα.
Δεν έχει νόημα λοιπόν να κάθομαι να το συζητάω ώρες επί ωρών για άλλον λόγο πέραν του φιλοσοφικού του πράγματος.
Ως έχω ξαναπεί, ο διάλογος είναι από τα καλύτερα πράγματα που μπορούν να υπάρξουν ανάμεσα σε ανθρώπους. Ο στρεβλωμένος διάλογος όμως, όχι. Διάλογο δεν μπορείς να κάνεις όταν ο άλλος είναι αποδεδειγμένα στόκος, αποδεδειγμένα απόλυτος (ή ξερόλας) καθώς επίσης κι αν "καθοδηγείται" από εσφαλμένα εφαλτήρια. Και ένα τέτοιο είναι αυτό που (όχι κακοπροαίρετα) αρκετοί την πατάνε και που ο θεός είναι το πρόβλημα ακριβώς επειδή δεν γουστάρω τις θρησκείες, οπότε αποδεικνύω ότι δεν υπάρχει θεός άρα δεν ασχολούμαι με τις θρησκείες. Τακτική ανώφελη.
Οι περισσότεροι -έχω διαπιστώσει στην πράξη- αποφεύγουν ν'ασχοληθούν με τις θρησκείες διότι αυτές διαθέτουν ζηλωτές οι οποίοι δεν το'χουν σε τίποτε να μπουν μέσα και να σου ζαλίζουν τον έρωτα επί 24ώρου βάσεως, 7 μέρες την εβδομάδα και στις 4 εποχές (χαρακτηριστικό παράδειγμα, εδώ. Που να αντέξει ο άνθρωπος μετά;). Ο θεός όμως, ακόμη κι αν υπάρχει, δεν πρόκειται ποτέ να έρθει να σου απαντήσει κατ' ιδίαν (αυτά άλλωστε μόνο επί Βίβλου γίνονταν, μετά κατά πως φαίνεται έχασε το ενδιαφέρον του... :) ). Φυσικά και στην δεύτερη περίπτωση όλο και κάποιος ζηλωτής θα εμφανισθεί για να εκφράσει τον αντίθετο λόγο, αυτοί όμως είναι αποδεδειγμένα πολύ λιγότεροι από αυτούς που θα εμφανίζονταν αν χτύπαγες απευθείας την θρησκεία τους. Πέραν τούτου, η αποδοχή της ύπαρξης θεού ή όχι μπορεί πολύ εύκολα να εκληφθεί ακόμη κι απ'αυτούς ως προσωπική υπόθεση του καθενός, ενώ η εναντίωση με κάποιο δόγμα από κήρυξη πολέμου έως καταπάτηση του Συντάγματος που προβλέπει κλπ, κλπ (τα ξέρετε τώρα, μην τα γράφω κι εδώ μέσα). Έτσι λοιπόν δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αντιπαραθέσεων που δεν οδηγούν πουθενά, πέραν της όξυνσης αλλά και του μίσους.
Διότι το μίσος δεν το έχω εντοπίσει μόνο στους οπαδούς της θρησκείας της αγάπης (και δεν μιλάω για όλους φυσικά), αλλά και σε αρκετούς από τους απέναντι, οι οποίοι στους ισχυρισμούς τους βγάζουν πηγαίο μίσος, δείγμα ότι κάτι δεν πάει καλά. Και το σημαντικότερο που δεν πηγαίνει καλά είναι ότι συγχέουν ένα φιλοσοφικό ζήτημα με κάτι το χειροπιαστό, ακριβώς επειδή οι θρησκείες επιχειρούν να τα φέρνουν όλα σε καθημερινό χειροπιαστό επίπεδο.
Καταλήγουμε κατ' αρχήν λοιπόν στο ότι αν οι εκπρόσωποι των θρησκειών είναι καταπιεστές και δυνάστες, δεν ευθύνεται ούτε καν η ίδια τους η θρησκεία γι'αυτό, πόσω δε μάλλον ο θεός, όπως κατ' αντιστοιχίαν δεν είναι η Δημοκρατία κάτι κακό μόνο και μόνο επειδή έχουμε καραγκιόζηδες πολιτικούς. Πέραν των επι γής αυτοδιορισμένων εκπροσώπων όμως, οι καθεαυτές θρησκείες δεν είναι τίποτε άλλο από μαγαζιά, στα οποία κανείς δεν σε υποχρεώνει να μπεις και να ψωνίσεις. Αν γουστάρεις το προϊόν μπαίνεις, αν δεν γουστάρεις πας σε άλλο μαγαζί που πουλάει άλλα προϊόντα. Κι ένα τέτοιο μαγαζί είναι και η αθεϊα! Ναι, αρκετά διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, αλλά μαγαζί.
Και προσωπικά όπως δεν προτιμώ και τα μαγαζιά των οργανωμένων θρησκειών, έτσι δεν προτιμώ και το μαγαζί της αθεϊας και θα σας αναπτύξω τους λόγους με έναν αν μη τι άλλο περίεργο τρόπο (σώωωωπα...). Μπορεί να παραξενευτείτε, αλλά αν μπείτε στο βαθύτερο νόημα θα καταλάβετε πως βλέπω εγώ τον θεό.
Μπορείτε να φανταστείτε τον Φάουστ του Γκαίτε, αν δεν υπήρχε θεός; Δεν θα μπορούσε να είχε γραφτεί, διότι άνευ ύπαρξης θεού δεν θα υπήρχε καν ο Μεφιστοφελής, οπότε δίχως και αυτόν οι επιθυμίες του Φάουστ δεν θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιηθεί.
Παρομοίως, ακόμη κι αν είχαν γραφτεί, θα ήταν τελείως διαφορετικά και σίγουρα με πολύ λιγότερο ενδιαφέρον Έργα όπως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, όπως η Θεία Κωμωδία του Δάντη, ή ακόμη και ο πλατωνικός Τίμαιος. Δίχως θεό δεν θέλω καν να σκέφτομαι το ενδεχόμενο να μην είχε γράψει τίποτε ο παμμέγιστος Ηράκλειτος, ή ακόμη κι ο γίγαντας Επίκουρος, ο οποίος μόνο άθεος δεν ήταν παρά τα όσα έχουν επικρατήσει τεχνηέντως έως τις μέρες μας. Δίχως την ύπαρξη του θεού/των θεών δεν θα υπήρχε τόση έμπνευση, ακόμη και τόσος ρομαντισμός! Η ύπαρξη του θεού, αυτό το τόσο εσωτερικό ζήτημα, έφτασε μέχρι και τον Αϊνστάιν να απαντάει ενοχλημένος ότι "ο θεός δεν παίζει ζάρια". Γιατί, λοιπόν, να διακινδυνεύσω να χάσω τόσα και τόσα εξαιρετικά κείμενα ή βιβλία προκειμένου να θυσιάσω κάτι που ούτως ή άλλως δεν με επηρεάζει σε τίποτε;
Διαβάζοντας πληθώρα επιστημονικών βιβλίων, όπως το Χρονικό του Χρόνου, το Μεγάλο Σχέδιο (πρόσφατα), την Κόμη της Βερενίκης, τους Μυστικούς Αριθμούς, ανακαλύπτω πράγματα τόσο όμορφα όσο και το να σηκώσω το κεφάλι το βράδυ να κοιτάξω τον έναστρο ουρανό. Γιατί λοιπόν να σκεφτώ ότι όλα αυτά έγιναν τελείως τυχαία, όταν πχ στις αρχικές συνθήκες δημιουργίας του Σύμπαντος επί πολλά δευτερόλεπτα οι πιθανότητες "επιβίωσης" του Σύμπαντος ήταν κατά του, αλλά τελικώς δεν κατέρρευσε και εξελίχθηκε σε αυτό το μεγαλείο που υπάρχει σήμερα και του οποίου μέρος είμαστε; Το να σκεφτώ ότι τίποτε δεν συνέβη στην τύχη δεν σημαίνει ότι αποδέχομαι την ύπαρξη ανώτερου νου ή την ανάμιξη ξένου δακτύλου (κυριολεκτικώς).
Ακριβώς όπως δεν θα κάνω το κακό επειδή φοβάμαι την μετά θάνατο τιμωρία αλλά επειδή ξέρω ότι είναι κακό και δεν πρέπει να το κάνω. Τον διπλανό σου οφείλεις να τον σέβεσαι ως οντότητα επειδή το αξίζει και όχι επειδή στο απαγορεύει ένας φόβος, ένα τσουκάλι, τρία κιλά θειάφι και ένα τσούρμο δαίμονες με δαγκάνες και τρίαινες.
Στο διά ταύτα λοιπόν. Βασικά είμαι αρκετά χαρούμενος που αρκετοί εκ των αθέων που έχω γνωρίσει όλα αυτά τα χρόνια ήταν μετριοπαθή άτομα (κάποιοι εξαυτών βρίσκονται και στην στήλη με τα βλογολίνκς). Άνθρωποι με τους οποίους μπορείς να συζητήσεις σε επίπεδο φιλοσοφίας και που δεν θα κάνουν σα να τους πάτησες τον κάλο μόλις θίξεις ένα θέμα. Άνθρωποι οι οποίοι ακόμη κι αν διαφωνούν, καταλαβαίνουν ότι αντίθετες απόψεις μπορούν να υπάρχουν και να είμαστε πάλι όλοι ικανοποιημένοι ή ακόμη καλύτερα, να μάθουμε όλοι κι από κάτι νέο. Οι άνθρωποι αυτοί είναι που έχουν κάνει τις επιλογές τους, ενσυνείδητα, μετά από ώριμη σκέψη και διαλλογισμό και αυτό είναι απολύτως σεβαστό.
Όμως, όπως υπήρξε και κόσμος που έκαιγε ζωντανά άλλους ένεκα διαφορετικότητος, έτσι υπάρχει και κόσμος που βγάζει μίσος και απέχθεια προς ό,τι αντίθετο, και πλέον δεν μιλάω μόνο για αθέους μιας και αυτό πιάνει πολλές κατευθύνσεις.
Που καταλήγουμε λοιπόν; Μα σε πολλά ενδιαφέροντα.
Πρώτον, στο ότι ο θεός είτε υπάρχει, είτε όχι, δεν έχει καμία σημασία.
Δεύτερον, στο ότι μπορούμε να είμαστε σωστοί άνθρωποι δίχως να έχουμε τον φόβο της οποιασδήποτε τιμωρίας. Το καλό το κάνεις επειδή γνωρίζεις ότι είναι καλό κι όχι επειδή φοβάσαι τον μπαμπούλα.
Τρίτον, στο ότι ακόμη κι αν ο θεός υπάρχει σίγουρα δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους επί γης αυθέντες και ειδήμονες.
Τέταρτον, στο ότι είναι λίαν χαζό να σπαταλάται πολύτιμη φαιά ουσία για να αποδειχθεί αν υπάρχει ή δεν υπάρχει κάτι που ποτέ κανείς δεν έχει δει.
Πέμπτον, στο ότι πολλές φορές η εσωτερική ανάγκη κάποιων να ξεφύγουν από κάτι συγκεκριμένο τους οδηγεί στην χρήση των ίδιων μεθόδων με αυτές που επικρίνουν.
Έκτον, στο ότι όλα τα θέματα -ακόμη και η ύπαρξη θεού- μπορούν να θεαθούν τελείως διαφορετικά υπό αμιγώς φιλοσοφικό πρίσμα, γεγονός εξαιρετικής σημασίας μιας και η φιλοσοφία μπορεί να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, εν αντιθέσει με την θρησκεία.
Και έβδομον, ότι όλα όσα διαβάσατε μέχρι αυτό το σημείο (αν καταφέρατε να φτάσετε) ήταν κυριολεκτικά ανούσια.
Μόνο μην με ρωτήσετε γιατί κάθησα και τα έγραψα. :)
Χαίρετε.