Προειδοποίηση: ακολουθεί βαρύ κι ασήκωτο φιλοσοφικό κείμενο πολλαπλών ερμηνειών. Όποιος γουστάρει επίπεδο Άρλεκιν παρακαλείται να πάρει ευγενικά το πουλί από μόνος του και να απευθυνθεί σε άλλη παραλία.
Εκ της διευθύνσεως μετά των ευχαριστιών μου.
Οι πυθαγόρειοι για παράδειγμα είχαν ως τμήμα του τρόπου ζωής τους να κλείνουν κάθε ημέρα κάνοντας την αυτοκριτική τους, διερωτώμενοι τι καλό έκαναν σήμερα και κυρίως αν έβλαψαν κανέναν. Ο θεός των Δελφών ζητούσε σχεδόν επιτακτικά να γνωρίζεις τον εαυτό σου, ρήση που ήταν χαραγμένη στην μία από τις μετώπες του ναού. Ο Σωκράτης θεωρούσε ανόητο να ζεις δίχως ηθική και δίχως να μοχθείς να μάθεις την Αλήθεια.
Γενικά, οι αρχαιοΈλληνες φιλόσοφοι έδιναν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μεγάλη βάση στην ηθική και το Είναι του ανθρώπου και γι'αυτό άλλωστε εξύψωσαν τα πάντα, με αποκορύφωμα την σωκρατική αυτοθυσία.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: αν τα έχουν πει άλλοι τα δύσκολα, γιατί εσύ να μην ασχοληθείς με τα εύκολα; Όλοι με τα ίδια θ'ασχολούμαστε;
Θυμάμαι, ας πούμε, τα περασμένα χρόνια να έχω γνωρίσει πλήθος κόσμου που προσπαθούσε να μοιάσει στους αρχαιοΈλληνες είτε φορώντας χλαμύδες, είτε φτιάχνοντας ιστορίες για υπερόπλα και ό,τι άλλη πίπα μπορεί να κατεβάσει ο ανθρώπινος νους. Δεν είναι τυχαία η έκρηξη πλήθους γατόπαρδων που διέγνωσαν νωρίς την κρίσιμη μάζα ελληνικής βλακείας που υπήρχε στην κοινωνία και έσπευσαν να την εκμεταλλευθούν εμπορικά (και πολύ καλά έκαναν αν θέλετε τη γνώμη μου): Εκδόσης Αδόνειδος Γεωργιάδης, γίγας Λιάκουρας, σύσσωμη η ομάς των Αίψηλων κλπ, κλπ. Αμέτρητοι οι γατόπαρδοι και τους βγάζω το καπέλο. Γενικά ο άνθρωπος έχει μια τάση να πιστεύει το απίστευτο και να δυσπιστεί στο ρεαλιστικό, αλλά ιδίως ο Έλλην το'χει παραξεσκίσει το πράγμα.
Το ερώτημά μου, γιατί ο άτριχος δίποδος χιμπατζής που λέει κι ο φίλτατος polse, αδιαφορεί τόσο πολύ για την εσωτερική του εμφάνιση (που είναι και η ανεξίτηλη) ενώ σκορπάει τόνους χρημάτων και χρόνου για την εξωτερική του τε και την μόστρα επίσης, δεν έχω καταφέρει να το απαντήσω τελεσίδικα. Βρίσκομαι βέβαια σε καλό δρόμο αλλά δεν έχει λήξει η συγκεκριμένη αναζήτηση. Η αλήθεια είναι ότι η βλακεία σκέτη δεν αποτελεί ικανοποιητική εξήγηση της καταστάσεως.
Ένας άλλος παράγοντας που προφανώς παίζει μεγάλο (και ουσιώδη) ρόλο είναι προφανώς ο μικρόφθαλμος ελληνικός εγκέφαλος που θεωρεί ότι το μικρομάγαζό του είναι το μοναδικό που αξίζει να σωθεί και ας καούν όλα τα υπόλοιπα μικρομάγαζα, ακόμη και η χώρα η ίδια και αυτό διότι ο Έλλην δεν έχει μάθει να δρα ομαδικά. Ο Έλλην είναι ατομιστής μέχρι αηδίας. Θέλει να παίζει μπάσκετ και να σκοράρει 70 πόντους και ει δυνατόν να έχει και όλες τις ασσίστ αλλά και τα ριμπάουντ. Το χειρότερο όμως είναι ότι πάντα θέλει να τον σφάζει και η διαιτησία διά παν ενδεχόμενον, ώστε να έχει τα εχέγγυα να διαμαρτηρηθεί για τους κακούς Εβραίοι που επιθυμούν τον αφανισμό μας, τις σκοτεινές δυνάμεις, τον πόλεμο στα Φώκλαντ που έγινε για να πάρουν το γκιόλβειο μπέβατρο οι Άγγλοι και οι λοιποί μασώνοι κ.ο.κ. Φυσικά οφείλω να ομολογήσω ότι δεν είναι όλοι έτσι, αυτό έλειπε δα. Μην είμαστε και μηδενιστές δηλαδή...
Απέναντι σε όλον αυτόν τον συρφετό βλακείας υπάρχει και ο απέναντι συρφετός του κυριολεκτικώς αντιθέτου άκρου: αναφέρομαι όχι σε αυτούς που κάνουν το άσπρο μαύρο, αλλά σε αυτούς που κάνουν το μαύρο άσπρο και που κατηγορούν συλλήβδην όλους εκείνους που κάνουν το άσπρο μαύρο, τους οποίους και βρίσκεις μέσα σε ομάδες που έχουν βρει τον οχτρό και επιθυμούν να τον κατατροπώσουν, μόνο που εκ παραδρομής δεν έχουν σκεφτεί ότι στην πραγματικότητα ενέχουν τον ρόλο του Καραγκιόζη στην ιστορία με το Καταραμένο Φίδι. Και σημειωτέον ότι δεν αναφέρομαι μόνο στην πλέμπα (ούτως ειπείν και λαό) αλλά και στην ανωτέρα πνευματική τε και υλιστική ελίτ του τόπου (μηδέ των πολιτικών εξαιρουμένων βεβαίως, βεβαίως). Πάρτε για παράδειγμα τον Τζήμερο. Ο άνθρωπος είναι τόσο χαμηλού νοητικού επιπέδου που ανεβάζει από μόνος του τις βλακείες που πετάει θεωρώντας μετά βεβαιότητος ότι θα αποθεωθεί, με τελευταία την χθεσινή οπότε και κατέθεσε τις πινακίδες του αυτοκινήτου του με το σχόλιο ότι το κάνει ένεκα της ηλιθιότητος του οικονομικού επιτελείου. Ναι, το συμπέρασμα του Τζήμερου είναι ορθό, αλλά τι να το κάνω ένα ορθό παράδειγμα που έχει προκύψει ως απαύγασμα γελοιότητος με περίσσεια γαρνιτούρας βλακείας συν ένα κερασάκι σοβαροφάνειας που τάχα μου προσδίδει το κύρος της προσωπικής απόψεως ακριβώς ως πολύ εύστοχα είχε παραλληλίσει κωλοτρυπιδίως ο μέγας επιθεωρητής Κάλαχαν; Ο άνθρωπος που πρεσβεύει ότι το τραγικά μεγάλο δημόσιο πρέπει να συρρικνωθεί γενικώς και αορίστως και που ανέφερε και ως παράδειγμα την απουσία ηλεκτρονικών υπηρεσιών στην περίπτωσή του, κάθησε και υπολόγισε τις εργατοώρες που χάθηκαν από όσους επιχείρησαν να καταθέσουν προχθές πινακίδες. Φυσικά ο Τζήμερος δεν κάθησε ποτέ να σκεφτεί πόσες περισσότερες εργατοώρες χάνονται στους κατά τόπους ΕΟΠΥΥ μετά το πλήθος συρρικνώσεων, όχι μόνο στα τέλη του χρόνου αλλά σχεδόν σε καθημερινή βάση. Ο εν λόγω εξαιρετικά αποτυχημένος για την ώρα πολιτευτής (άρα έχει τα φόντα ακόμη και για πρωθυπουργός) θεωρεί ότι το πρόβλημα υφίσταται επειδή του έτυχε μία φορά στην ζωή του, για πολύ συγκεκριμένο λόγο. Βέβαια -για να αποδίδω τα του Καίσαρος τω Καίσαρι- πολύ καλά κάνει ο (κάθε) Τζήμερος διότι εμπίπτει στην κατηγορία των εμπορικών γατόπαρδων που προανέφερα. Όταν υπάρχει κόσμος που ζητωκραυγάζει για την θέση Τζήμερου παναπεί ότι το προϊόν πουλάει και αφού το προϊόν πουλάει πάντα θα υπάρχει κάποιος να καλύψει την ζήτηση. Και στην Ελλάδα όπως έχουμε ξαναπεί το μόνο που δεν πουλάει είναι η ποιότητα. Όλα τα υπόλοιπα σπάνε τα ταμεία. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, όλους εκείνους που είναι υπέρ της απόψεως ότι τα δημόσια νοσοκομεία αποτελούν αιμορραγία για τα δημόσια οικονομικά. Μόλις τους κάτσει μια στραβή, τότε να δείτε για πότε θ'αλλάξουν άποψη αλλά και αυτοί κρίνουν με κάτι επειδή δεν τους έχει συμβεί ποτέ και γενικά πάει αργαλειός η δουλειά, ακριβώς όπως πάει σόι και το σάπιο βασίλειο της Δανιμαρκίας.
Με αυτά και μ'αυτά δεν πρέπει να προξενεί απορίες και ερωτηματικά το γιατί φτάσαμε στα χάλια που φτάσαμε ως χώρα, ως κοινωνία, ως οντότητες. Διότι δεν ενδιαφερόμαστε για το καλό. Μάλλον το ορθότερο είναι ότι το αποστρεφόμαστε.
Οι αρχαίοι είχαν τους μύθους.
Οι μύθοι ήταν διδακτικοί.
Με τους μύθους μεγαλούργησαν.
Εμείς οι πιο ψαγμένοι και απείρως πιο μορφωμένοι, απλώς αποτύχαμε στα πάντα.
Είς εξ αυτών των μύθων ήταν και του Ηρακλή που, όπως τον έχει μνημονεύσει ο Πλούταρχος, κάποτε κλήθηκε να επιλέξει αν θα ακολουθούσε τον δρόμο της Αρετής ή τον δρόμο της Κακίας. Η Κακία του προσέφερε ανέσεις και ευκολίες, μια χαλαρή ζωή γεμάτη απολαύσεις. Αυτό που κακά τα ψέματα όλοι μας θα θέλαμε. Το μόνο αντάλλαγμα που ζητούσε από τον Ηρακλή ήταν να αποδεχθεί ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να γνωρίζει που καταλήγει ο δρόμος (δηλαδή τι υστεροφημία θα του έμενε στο τέλος της ζωής του). Από την άλλη μεριά η Αρετή προσέφερε έναν δρόμο με μόχθο, όπου δεν χαρίζεται τίποτε, όπου πρέπει να είσαι συνεχώς σε μια διαρκή εγρήγορση και το αντάλλαγμα γι'αυτό θα ήταν το ότι ο Ηρακλής "απλώς" θα ήταν σε θέση να θεωρηθεί άξιος των προγόνων του, να μείνει στην ιστορία, να γίνει θεός εν ολίγοις. Ο Ηρακλής επέλεξε την δεύτερη οδό.
Αυτό που συνήθως διαφεύγει από αυτούς τους μύθους είναι ότι όσα χρόνια κι αν περάσουν, τα ηθικά διλήμματα παραμένουν ίδια και αναλλοίωτα. Το μόνο που μπορεί ν'αλλάξει είναι οι επιλογές που κάνουμε. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για την δική του υστεροφημία και οι πολλοί τρέφουν την αυταπάτη ότι είτε κρυπτόμενοι πίσω από το δάκτυλό τους, είτε συνωστιζόμενοι πίσω από κάποια τάχα μου συλλογική επιλογή (πχ τις εκλογές) αυτομάτως λαμβάνουν άφεση αμαρτιών.
Λάθος μέγιστο.
Εμείς, έχουμε λάβει σαφή θέση υπέρ της πρώτης οδού. Γουστάρουμε την Κακία, είναι μάλλον πιο ωραίο γκομενάκι και ο Έλλην έχει πάντα το πήδημα στο πίσω μέρος του μυαλού του. Δεν αλλάζει την ευκολία του ο Έλληνας με τίποτε, δεν θέλει να χάσει την μεμψιμοιρία και την διαμαρτυρία ούτε το να ζει με δανεικά (και δεν εννοώ απαραίτητα διακοποδάνεια, έτσι; Σε καπιταλιστικό σύστημα ζούμε άλλωστε). Το χειρότερο πράγμα που μπορείς να κάνεις στον Έλληνα είναι να του αφαιρέσεις τη δυνατότητα να φορτώσει τις ευθύνες στον άλλον. Οι Άλλοι φταίνε πάντα, ο Έλληνας ποτέ. Σε αυτό το σημείο λοιπόν υπεισέρχονται οι δύο κατηγορίες ηλιθίων. Η πρώτη κατηγορία ισχυρίζεται ότι φταίνε μόνο οι Άλλοι. Η δεύτερη αποφαίνεται ότι φταίνε πάντα μόνο οι Έλληνες. Αμφότερες κατηγορίες αποτελούν τις δύο όψεις του ιδίου ευρώ νομίσματος, αμφότερες αντιμάχονται λυσσαλέα η μία την άλλη, αμφότερες αποτελούν τον καρκίνο που κατατρώει τα σωθικά της χώρας δίδοντας αλλεπάλληλες μεταστάσεις σε κάθε ζωτικό όργανο που υπάρχει. Το καλαμπούρι είναι όμως ότι καμία κατηγορία δεν δείχνει να καταλαβαίνει το ρόλο της καθώς και τις εξ ανωτέρω προσδοκίες που καλούνται να υλοποιήσουν για τα συντεχνιακά παιχνίδια διαφόρων ομάδων.
Κάπου στο μέσον βρίσκονται βέβαια και κάποιοι άνθρωποι που έχουν μεγαλύτερο βαθμό επίγνωσης της όλης καταστάσεως, οι οποίοι απλώς περιμένουν την μοίρα τους, δηλαδή το πότε θα έρθει ο κοινωνικό καρκίνος να τους κατασπαράξει ως και κάθε άλλο ζωτικό όργανο και από τους οποιους τρέφω την μεγάλη εσωτερική ικανοποίηση ότι έχω γνωρίσει αρκετούς τέτοιους (και κανονικά και διαδικτυακά) στην έως τώρα πορεία μου σε τούτον τον κόσμο.
Η συγκεκριμένη (αρκετά μικρή) κάστα ανθρώπων δεν είναι ότι ανήκει σε κάποια ανώτερη πνευματική ελίτ (μακρυά από 'μας αυτά άλλωστε), έχει να κάνει όμως με το ότι λειτουργεί το εσωτερικό αντικείμενο που χωροθετείται ανάμεσα στ'αφτιά της περισσότερο από τους υπολοίπους και κυρίως με πιο σωστό τρόπο. Είναι, δηλαδή, μια κάστα που ανάμεσα στο αν φύγουμε από το ευρώ δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να βάλουμε πετρέλαιο στους λέβητες και στο αν μείνουμε στο ευρώ θα έχουμε τη δυνατότητα να βάζουμε πετρέλαιο στους λέβητες αναγνωρίζει ότι υπάρχει και η δυσθεώρητη ενδιάμεση ρεαλιστική (ήτοι χειροπιαστή) κατηγορία ότι ευρώ μπορεί να έχουμε, αλλά ευρώ δεν έχουμε και κατ' επέκταση ούτε πετρέλαιο οπότε κάποιο λάκκο έχει η φάβα. Θέλω να πω με αυτό το λιτό παράδειγμα ότι υπάρχει πλήθος καθημερινών περιστατικών (ούτως ειπείν γεγονότων εκ του γέγονα/γίγνομαι. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πλάτων είχε διαχωρίσει τον Κόσμο του Είναι από τον Κόσμο του Γίγνεσθαι). Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι ότι ούτε η μία όψη του προβλήματος ευρώ νομίσματος αλλά ούτε και η άλλη έχουν την απαιτούμενη πνευματική διαύγεια να κατανοήσουν και εξηγήσουν τα προβλήματα. Αμφότερες οι κατηγορίες προσπαθούν να τραβήξουν από τα μαλλιά τα γεγονότα (παραγνωρίζοντας ότι τα γεγονότα είναι απλώς γεγονότα και δεν δύναται να διαστρεβλωθούν, όπως η κατά το δοκούν ερμηνεία τους) προκειμένου τα τελευταία να ταιριάζουν με τις ατομικές πεποιθήσεις του καθενός. Η μέθοδος αυτή παρέχει την αναντίλεκτη ασφάλεια του Εγώ ποτέ δεν σφάλλω (το Εγώ πάντα με κεφαλαίο).
Αν έσφαλα αυτό θα σήμαινε ότι κάτι δεν κάνω καλά (πράγμα αδύνατον), ότι κάτι έχω υπολογίσει λάθος (πράγμα αδιανόητον), ότι εγώ αρμενίζω στραβά και όχι ο γιαλός (πράγμα αποτρόπαιον) κ.ο.κ. Αυτό με την σειρά του θα με γεμίσει ανασφάλεια και οργή διότι η αυθεντία πιάστηκε στα πράσα. Πως είναι δυνατόν; Εγώ τέτοιο πράγμα; Εγώ να έκανα τέτοιο λάθος; Αποκλείεται. Αφού είναι Δεκέμβριος, που το πρόβλημα που βγήκα με το κοντομάνικο έξω; Ο καιρός φταίει που έβρεξε και κρύωσα. Υποθέτω ότι το εν λόγω παράδειγμα θα το βρήκατε γελοίο, αλλά δυστυχώς μόνο ένα τόσο γελοίο παράδειγμα μπορεί να αντικατοπτρίσει πλήρως τον γελοίο τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζουμε τα πάντα στην καθημερινότητά μας, από τα πιο απλά έως τα πλέον σοβαρά. Μήπως δεν είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίον ψηφίζουμε; Για να μην ξεφεύγω όμως, από την στιγμή που εγώ ποτέ δεν σφάλλω, παναπεί ότι το σφάλμα το έχουν όλοι οι άλλοι, εξήγηση απείρως πιο ικανοποιητική αφού επιβεβαιώνει ολόκληρη την ελληνική κοσμοθεωρία. Μπορεί να μην μας αρέσει το συμπέρασμα αλλά ο Έλλην είναι τόσο βλάκας που αδυνατεί να συνειδητοποιήσει ακόμη και το λογικό προφανές ότι πιθανώς να βλέπει μόνο ένα μέρος της όποιας Αλήθειας. Σάμπως αυτό δεν ήταν που έλεγε ο Πλάτων, ότι στην πραγματικότητα η Ψυχή έχει μνήμη της προηγούμενης τέλειας καταστάσεώς της και προς αυτήν προσπαθεί να επιστρέψει με κάθε τρόπο προσομοιαζόμενη, εξ ου και ο Κόσμος του Είναι με τις άφθαρτες Ιδέες;
Θα μου πείτε, τώρα και δικαίως, κάτσε μισό λεπτό ρε μεγάλε. Εσύ ποιος είσαι που τα χώνεις όλη την ώρα; Εσύ δηλαδή δεν κάνεις λάθη; Κάνεις. Ε, αφού κάνεις δεν μας χαιρετάς καλύτερα που μας κουνάς και το δάκτυλο; Έχεις, δηλαδή, διαβάσει πέντε παπαριές και νομίζεις ότι κάποιος είσαι...
Μα αγαπητή μου αναγνώστρια και αγαπητέ μου αναγνώστη, γι'αυτόν ακριβώς το λόγο εγώ ειμί ο θεός εδώ πέρα ενώ εσύ δεν είσαι και δεν ξέρω αν θα καταφέρεις να γίνεις ποτέ κιόλας. Επειδή κάνω λάθη και όχι μόνο τα αναγνωρίζω αλλά τα βγάζω και στην φόρα για να βλέπει ο κόσμος ποιος είμαι. Επειδή αναγνωρίζω ότι στην ιεραρχία της ανθρώπινης παρουσίας είμαι εξαιρετικά χαμηλά και γι'αυτό διαβάζω πράγματα που έχουν γράψει άλλοι, πολύ σοφότεροι και ανώτεροι από 'μένα και προσπαθώ όχι απλώς να τα μάθω αλλά να τα εφαρμώσω κιόλας.
Είμαι θεός ακριβώς επειδή έχω συνειδητοποιήσει τι εστί να είσαι άνθρωπος, να κάνεις λάθη και να δέχεσαι να ρίξεις τα μούτρα σου τόσο "χαμηλά" ώστε να μαθαίνεις απ'αυτά ενώ ταυτόχρονα συνειδητοποιείς ότι το Όλον είναι τόσο μεγάλο που δεν ξέρεις τίποτε απολύτως.
Είναι πολύ ωραίο να μην ξέρεις τίποτε διότι σου αφήνει πάντοτε την δίψα να μάθεις κάτι. Το έλεγε κι ο Επίκουρος άλλωστε, ότι σε μία φιλοσοφική συζήτηση κερδισμένος είναι ο χαμένος διότι έμαθε κάτι που δεν ήξερε.
Ούτε φυσικά θεωρώ τυχαίο ότι ο Σωκράτης ως προσωπικότητα με έχει σημαδέψει σχεδόν με χαρακιές, ούτε φυσικά είναι συμπτωματικό ότι ολόκληρη η Ιστορία του ανθρωπίνου είδους χωρίζεται σε προσωκρατικούς και μη εξαιτίας αυτού του μεγίστου ανθρώπου, αλλά ούτε και ότι ο Ηράκλειτος με τις βασανιστικά φωτεινές ρήσεις του (παρά το προσωνύμιό του, ο Σκοτεινός) είναι ο αγαπημένος μου των φιλοσόφων. Ποιο είναι το υπ'αριθμόν 1 διασωθέν απόσπασμά του παμμέγιστου των Ελλήνων άλλωστε;
τοῦ δὲ λόγου τοῦδ᾽ ἐόντος ἀεὶ ἀξύνετοι γίνονται ἄνθρωποι καὶ πρόσθεν ἢ
ἀκοῦσαι καὶ ἀκούσαντες τὸ πρῶτον· γινομένων γὰρ πάντων κατὰ τὸν λόγον
τόνδε ἀπείροισιν ἐοίκασι, πειρώμενοι καὶ ἐπέων καὶ ἔργων τοιούτων,
ὁκοίων ἐγὼ διηγεῦμαι κατὰ φύσιν διαιρέων ἕκαστον καὶ φράζων ὅκως ἔχει·
τοὺς δὲ ἄλλους ἀνθρώπους λανθάνει ὁκόσα ἐγερθέντες ποιοῦσιν, ὅκωσπερ
ὁκόσα εὕδοντες ἐπιλανθάνονται
Ότι οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν παρόλο που ο Λόγος είναι εδώ. Αυτό έλεγε.
Ότι όλα συμβαίνουν μπροστά στα μάτια τους και αυτοί κάνουν ωσάν να κοιμούνται. Αυτό έλεγε.
Ότι και που ακούν, δεν ακούν. Αυτό έλεγε.
Μήπως, όμως, δεν έχουμε λησμονήσει και αυτό που έγραφε στο Πρώτο Χρέος ο Καζαντζάκης στο σημαντικότερο βιβλίο που έχει γραφτεί ποτέ από ελληνικό χέρι, την Ασκητική;
Ήσυχα, καθαρά, κοιτάζω τον κόσμο και λέω: Όλα τούτα που
θωρώ, γρικώ, γεύουμαι, οσφραίνουμαι κι αγγίζω είναι πλάσματα του νου μου.
Ο ήλιος ανεβαίνει, κατεβαίνει μέσα στο κρανίο μου. Στο
ένα μελίγγι μου ανατέλνει ο ήλιος, στο άλλο βασιλεύει ο ήλιος.
Τ΄ άστρα λάμπουν μέσα στο μυαλό μου, οι Ιδέες, οι
άνθρωποι και τα ζώα βόσκουν μέσα στο λιγόχρονο κεφάλι μου, τραγούδια και
κλάματα γιομώνουν τα στρουφιχτά κοχύλια των αυτιών μου και τρικυμίζουν μια
στιγμή τον αγέρα·
σβήνει το μυαλό μου, κι όλα, ουρανός και γης,
αφανίζουνται.
"Εγώ μονάχα υπάρχω!" φωνάζει ο νους.
"Μέσα στα κατώγια μου, οι πέντε μου ανυφάντρες
δουλεύουν, υφαίνουν και ξυφαίνουν τον καιρό και τον τόπο, τη χαρά και τη θλίψη,
την ύλη και το πνέμα.
"Όλα ρέουν τρογύρα μου σαν ποταμός, χορεύουν, στροβιλίζουνται,
τα πρόσωπα κατρακυλούν σαν το νερό, το χάος μουγκρίζει.
"Μα εγώ, ο Νους, με υπομονή, με αντρεία, νηφάλιος
μέσα στον ίλιγγο, ανηφορίζω. Για να μην τρεκλίσω να γκρεμιστώ, στερεώνω απάνω
στον ίλιγγο σημάδια, ρίχνω γιοφύρια, ανοίγω δρόμους, οικοδομώ την άβυσσο.
"Αργά, με αγώνα, σαλεύω ανάμεσα στα φαινόμενα που
γεννώ, τα ξεχωρίζω βολικά, τα σμίγω με νόμους και τα ζεύω στις βαριές πραχτικές
μου ανάγκες.
"Βάνω τάξη στην αναρχία, δίνω πρόσωπο, το πρόσωπο
μου, στο χάος.
"Δεν ξέρω αν πίσω από τα φαινόμενα ζει και σαλεύει
μια μυστική, ανώτερη μου ουσία. Κι ούτε ρωτώ· δε με νοιάζει. Γεννοβολώ τα
φαινόμενα, ζωγραφίζω με πλήθια χρώματα φανταχτερά, γιγάντιο ένα παραπέτασμα
μπροστά από την άβυσσο. Μη λες: "Αναμέρισε το παραπέτασμα, να δω την
εικόνα!" Το παραπέτασμα, αυτό είναι η εικόνα.
"Είναι ανθρώπινο έργο, πρόσκαιρο, παιδί δικό μου, το
βασίλειο μου ετούτο. Μα είναι στέρεο, άλλο στέρεο δεν υπάρχει, και μέσα στην
περιοχή του μονάχα μπορώ γόνιμα να σταθώ, να χαρώ και να δουλέψω. "Είμαι ο
αργάτης της άβυσσος. Είμαι ο θεατής της άβυσσος. Είμαι η θεωρία κι η πράξη.
Είμαι ο νόμος. Όξω από μένα τίποτα δεν υπάρχει."
Χωρίς μάταιες ανταρσίες να δεις και να δεχτείς τα σύνορα
του ανθρώπινου νου, και μέσα στ΄ αυστηρά τούτα σύνορα αδιαμαρτύρητα, ακατάπαυτα
να δουλεύεις· να ποιο είναι το πρώτο σου χρέος.
Ή μήπως τολμάμε να παραδεχθούμε ότι αποστρεφόμαστε πλήρως και απόλυτα την παραίνεσή του ότι
Η Κραυγή κηρύχνει μέσα μου επιστράτεψη. Φωνάζει: "Εγώ, η Κραυγή,
είμαι ο Κύριος ο Θεός σου! Δεν είμαι καταφύγι. Δεν είμαι σπίτι κι ελπίδα.
Δεν είμαι Πατέρας, δεν είμαι Γιος, δεν είμαι Πνέμα. Είμαι ο Στρατηγός
σου!
"Δέν είσαι δούλος μου μήτε παιχνίδι στις απαλάμες μου. Δεν είσαι
φίλος μου, δεν είσαι παιδί μου. Είσαι ο σύντροφος μου στη μάχη.
"Κράτα γενναία τα στενά που σου μπιστεύτηκα· μην τα προδώσεις!
Χρέος έχεις και μπορείς στο δικό σου τον τομέα να γίνεις ήρωας.
"Αγάπα τον κίντυνο. Τι είναι το πιο δύσκολο; Αυτό θέλω! Ποιο
δρόμο να πάρεις; Τον πιο κακοτράχαλον ανήφορο. Αυτόν παίρνω κι εγώ· ακλούθα
μου!
"Να μάθεις να υπακούς. Μονάχα όποιος υπακούει σε ανώτερο του
ρυθμό είναι λεύτερος.
"Να μάθεις να προστάζεις. Μονάχα όποιος μπορεί να προστάζει είναι
αντιπρόσωπος μου απάνω στη γης ετούτη.
"Ν΄ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος
να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω.
"Ν΄ αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα.
Μη ζητάς φίλους· να ζητάς συντρόφους!
"Να ΄σαι ανήσυχος, αφχαρίστητος, απροσάρμοστος πάντα. Όταν μια
συνήθεια καταντήσει βολική, να τη συντρίβεις. Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι
η ευχαρίστηση.
"Που πάμε; Θα νικήσουμε ποτέ; Προς τι όλη τούτη η μάχη; Σώπα!
Οι πολεμιστές ποτέ δε ρωτούνε!"
Είναι σημαντικό να ξέρεις τα όρια. Μέτρον Άριστον έλεγαν οι αρχαιοΈλληνες και αυτό δεν σήμαινε να μην δοκιμάζεις αλλά να προσέχεις τις ποσότητες στις οποίες δοκιμάζεις. Μηδέν Άγαν έγραφαν (μία ακόμη παραίνεση του θεού των Δελφών), καμία υπερβολή δηλαδή. Να είσαι εγκρατής. Αλλά τι να είσαι; Εγώ οδηγώ και πιωμένος ντε, αντέχω. Αυτό δεν λένε όλοι; Διότι ποτέ δεν σφάλλουν.
Και τελικώς πείθομαι ότι ο μοναδικός σε αυτήν τη χώρα που σφάλλει και που φταίει είμαι εγώ, ο αν όχι μοναδικός σίγουρα εκ των ελαχίστων θεών που έχουν απομείνει στην χιλιοταλαιπωρημένη αυτή χώρα. Μάλλον γι'αυτό σκέφτομαι τι μπορώ ν'αλλάξω για να βελτιωθούν τα πράγματα την ίδιαν στιγμή που οι λοιποί κατέχουν τη Λύση, την Αλήθεια.
Ξέρω ότι πολλές φορές έχω παραφερθεί και με έχει προβληματίσει αυτός ο αγανακτισμένος αυθορμητισμός μου που είναι αδύνατον να συγκρατηθεί.
Ξέρω ότι συχνότατα βρίζω και αυτό δεν αρέσει σε πολλούς αλλά δυστυχώς εδώ δεν έχουμε μαγαζί και δεν πουλάμε εμπορεύματα.
Ξέρω ότι μπορεί να έχω στεναχωρήσει αρκετούς, άλλους δικαίως και άλλους αδίκως και θα πρέπει να το δουλέψω περισσότερο.
Ξέρω ότι θα μπορούσα να έχω κάνει περισσότερα καλά αλλά κάπου με έπαιρνε κι εμένα η μπάλα της όλης μετριότητας. Δεν είναι εύκολο να κάθεσαι συνεχώς όρθιος όταν η χιονοστοιβάδα πέφτει και να μην μετακινηθείς ούτε εκατοστό.
Ξέρω ότι έχω κάνει πολλά λάθη και τα έχω ιεραρχήσει ώστε να τα δουλέψω περισσότερο. Αυτή είναι η μοίρα μου άλλωστε.
Ξέρω ότι έχω πολλά να μάθω και πολλές φορές ενώ θα έπρεπε να μιλάω ακούγοντας δεν το τήρησα ακριβώς επειδή δέχθηκα να πέσω σε επίπεδο με την ελπίδα ότι κάποιος άλλος θα μπορέσει να συζητήσει. Λάθος μου. Αυτός που τα ξέρει όλα δεν έχει τίποτε να συζητήσει, έχει μόνο να διδάξει.
Ουδέποτε είχα κατά νου να γίνω αρεστός. Ουδέποτε θέλησα να φερθώ σαν χαμαιλέων ώστε να κάνω φίλους ή να αποσπάσω θετικά σχόλια. Για την ακρίβεια μάλλον εκτιμώ περισσότερο όσους μου έχουν ασκήσει καλοπροαίρετη κριτική κατά το παρελθόν, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι ούτως ή άλλως φίλοι.
Ο Σωκράτης στην Απολογία του προέτρεπε τους Αθηναίους να μην ασχοληθούν με τον τρόπο της ομιλίας του που μπορεί να είναι χειρότερος αλλά μπορεί και καλύτερος, αλλά να εξετάσουν (και αντίστοιχα να δώσουν μεγάλη προσοχή) στο κατά πόσον έλεγε ορθά πράγματα ή όχι (18a).
Κάτι τέτοιο ισχύει και στη δική μου περίπτωση. Δεν με νοιάζει ο τρόπος με τον οποίον θα διατυπώσω κάτι, υπό την έννοια ότι πρέπει να είναι αυτός που αρμόζει σε αυτό που θέλω να πω ώστε να γίνει κατανοητό και όχι να συνάδει με τις προσωπικές πεποιθήσεις, τα γούστα και κυρίως τα συμπλέγματα του καθενός, δίχως βέβαια αυτό να σημαίνει και ότι προσπαθώ να προβοκάρω επίτηδες, όχι αυτό. Αυτό όμως είναι κάτι που οι περισσότεροι αδυνατούν να κατανοήσουν, εξου και το ότι ο φασισμός έχει εγκαθιδρυθεί χάριν της δημοκρατίας (δηλαδή όσης έχει απομείνει δηλαδή καθόλου). Και το χειρότερο δεν είναι ότι πρόκειται για φασισμό σκέτο αλλά για φασισμό ντυμένο με μανδύα ελευθερίας λόγου, έκφρασης κλπ. Ο άλλος έχει δικαίωμα να κάνει το τάδε (ό,τι κι αν είναι αυτό) αλλά αν εσύ το σχολιάσεις δυσμενώς είσαι έτσι και γιουβέτσι. Κοινώς άπαξ και ο άλλος απφασίσει να κάνει κάτι, εσύ είσαι υποχρεωμένος να τον αποθεώσεις και αυτό ονομάζεται ελευθερία λόγου κι έκφρασης. Αν εγώ θέλω να έρχομαι και να χέζω στην εξώπορτα του σπιτιού σου κάθε μέρα, αυτό είναι αναφαίρετο (και συνταγματικό) δικαίωμά μου, το οποίο άλλωστε υπερασπίζεται από τον Σύλλογο Κοπροδιασπορέων εις Ξένας Θύρας και μάλιστα υποστηρίζεται και από 8 νομικούς, άρα είναι κάτι που έχει κύρος κιόλας άρα εσύ δεν είσαι σε θέση να το αμφισβητήσεις διότι είναι δικαίωμά μου, γκέγκε; Πάντα προσπαθούμε να μειώσουμε τον συνομιλητή προκειμένου να τον αφοπλίσουμε από επιχειρήματα και πάντοτε τα αποτελέσματα είναι τα αντίθετα.
Η χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία είναι η χώρα που τη δολοφόνησε και μάλιστα με σαδιστική ικανοποίηση για το καλό της.
Έτσι έχουν δομηθεί όλες οι στρεβλώσεις στην χώρα, έτσι έχει ξεφύγει η κοινωνία, έτσι έχει γιγαντωθεί και η βλακεία, καθώς και το υπέρτατο ελληνικό προϊόν -η δικαιολογία-, και κάπου στο μέσον βρίσκομαι εγώ, ο θεός, να μελετάω τα σφάλματά μου σε κοινή θέα ενώ ταυτόχρονα χαζεύω τον έναστρο ουρανό αναλογιζόμενος εκείνο που έλεγε ο Ηράκλειτος, ότι δηλαδή ο αιών είναι ένα Παιδί που παίζει και σε αυτό το παιδί ανήκει η βασιλεία. Τι σου είναι ο Χρόνος που αφήνουμε να περνάει είτε ανεκμετάλλευτος, είτε ασχολούμενοι με τα άχρηστα μόνο και μόνο για να ικανοποιούμε το βαθύτατα υπερτροφικό Εγώ μας.
Χρόνος που τρέχει και δεν γυρνάει πίσω.
Όπως συνοψίζει ο Γιώργος Γραμματικάκης στην Κόμη της Βερενίκης (ίσως το πιο ρομαντικό επιστημονικό βιβλίο που έχει γραφτεί ποτέ παγκοσμίως) το ανθρώπινο δέος μπροστά στον έναστρο ουρανό -δέος που, σύμφωνα με τον Βολταίρο, μόνον με αυτό που προξενεί η ανθρώπινη βλακεία μπορεί να συγκριθεί- δεν είναι αδικαιολόγητο.
Που είχα μείνει όμως; Α, ναι...
Στο ότι θυμάμαι ανέκαθεν τον εαυτό μου να περιμένει με ανυπομονησία κάθε αλλαγή έτους διότι πάντα έδινα έναν αλληγορικό τόνο σε τέτοιες περιστάσεις, στις οποίες προσπαθούσα πάντοτε να δίνω έναν τόνο αισιοδοξίας...
Δεν μπορώ όμως να προσδώσω αισιοδοξία στο έτος που έρχεται. Δεν μου βγαίνει. Από την πλευρά μου ναι μεν προσπαθώ να γίνομαι καλύτερος, αλλά η πλευρά μου δεν καθορίζει ούτε το εκλογικό αποτέλεσμα, ούτε ρυθμίζει την Κοινή Γνώμη.
Και η Κοινή Γνώμη δεν είναι σε θέση να κατανοήσει ότι η τρέχουσα πολιτικοοικονομική κατάσταση εξυπηρετεί μοναχά συγκεκριμένα συμφέροντα και σε καμία περίπτωση τις ανάγκες του κόσμου.
Για έναν λόγο ανεξήγητο, πιθανώς ένεκα βλακείας, ο κόσμος δεν έχει απλώς αποδεχθεί ότι τα προβλήματα (πχ) των Τραπεζών είναι δικά του, αλλά θεωρεί εντελώς αυτονόητο ότι οι Τράπεζες δεν είναι υποχρεωμένες να ενστερνίζονται τα προβλήματα του κόσμου, ούτε καν στο πλαίσιο της όποιας (κάποιας, υποτιθέμενης) αμοιβαιότητος.
Έτσι, αυτό που μοιραία βλέπω να έρχεται είναι ο Χρόνος να συνεχίσει να φεύγει και για άλλους συνανθρώπους μας και να μην γυρνάει πίσω. Τα πάντα είναι Δράση και Αντίδραση στη Φύση και από εκεί έχουμε παραδειγματιστεί και τα έχουμε κάνει δράση και αντίδραση και στην τεχνητή μας καθημερινότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως θα έρθει η ώρα της πλήρους πληρωμής και για τις πολιτικές της στουρναρικής ανάπτυξης και σωτηρίας για τα στουρνάρια των τελευταίων ετών. Βλέπω να αυξάνονται και οι άνεργοι και οι υποαπασχολούμενοι και οι αυτόχειρες. Βλέπω να αυξάνεται και η δυστυχία και η ανέχεια. Βλέπω να έρχονται άσχημα μαντάτα και ακόμη πιο άσχημες αντιδράσεις.
Όλοι έχουμε ένα σχόλιο να κάνουμε για τις Λευκές Νύχτες, αλλά κανένα για το Μαύρο Μέλλον που μας έρχεται αποδεικνύωντας ότι έχουμε Μαύρα Μεσάνυκτα.
Όμως κυρίως βλέπω ότι αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ.
Η βλακεία κυβερνά ανενόχλητη στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλεάς όπου ο Χρόνος απλώς περνάει δίχως να διδάσκει κανέναν, ενώ την ίδιαν στιγμή ο αιώνιος Ηρακλής παρακολουθεί ψηλά από τον Όλυμπο κουνώντας απογοητευμένος το κεφάλι του επειδή εσύ έχεις ξεχάσει ότι το μόνο που θα σου μείνει φεύγοντας είναι το Όνομα που θα αφήσεις πίσω. Και αυτό το όνομα θα είναι απόρροια των επιλογών σου, όπου μία από αυτές θα είναι και το Μέλλον που θ'αφήσεις στα παιδιά σου.
Ως εκ τούτου, καλή χρονιά σε όλους και καλά μυαλά.
Άλλωστε μόνο για τα λόγια είμαστε.
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές—
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις.