Τι εννοώ. Βασικά το συγκεκριμένο κείμενο θα μπορούσε να έχει κάποιον άλλον τίτλο, πχ
πως να γονατίσετε μια τράπεζα. Με πιάσαν οι ορέξεις για αστειάκια, λέτε;
Θα γράψω κάποια πράγματα και όποιος θέλει τα χρησιμοποιεί όπως επιθυμεί. Σημειωτέον ότι για λόγους που θα γράψω παρακάτω και ελπίζω να γίνουν κατανοητοί, δεν πρόκειται να μπω σε λεπτομέρειες.
Πριν από αρκετούς μήνες μια τράπεζα μου έκανε μια πάρα πολύ χοντρή μαλακία σε μια κάρτα μου. Μιλάμε για πάρα πολύ χοντρή όμως. Δεν έχει σημασία ποια τράπεζα είναι, ούτε τι ακριβώς μου έκανε. Το σημαντικό είναι ότι την έκανε τελείως αυταπάγγελτα και πήγε να μου τον φορέσει με κάθε επισημότητα κιόλας. Ας πούμε, ότι η μαλακία αφορά ένα ποσό ύψους Χ ευρώ, με το οποίο βρέθηκα από το πουθενά φεσομένος. Σημαντική λεπτομέρεια:
όχι μόνο ήμουν πεντακάθαρος και σωστός απέναντι στην τράπεζα, αλλά ήμουν εξαρχής βέβαιος ότι δεν είχα κάνει καμία απολύτως μαλακία. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, διότι ήταν και αυτό
πάνω στο οποίο πάταγα σε όλο το διάστημα που ακολούθησε. Και όταν λέω πάταγα, εννοώ ότι
δεν έκανα ρούπι πίσω. Να πάω λίγο πιο πίσω στον χρονο όμως.
Η εν λόγω τράπεζα κάποια στιγμή είχε ξεκινήσει να γίνεται εξαιρετικά ενοχλητική πριν ακόμη μου τη φέρει. Πως; Με συνεχείς τηλεφωνικές ενοχλήσεις για διαφημιστικούς λόγους. Για την ακρίβεια, αυτό αποτέλεσε και την αιτιά να διακόψω την κάρτα με το που θα έληγε περί δίμηνο μετά (κι ενώ μου τα'σπαγαν για κανά εξάμηνο τουλάχιστον, σχεδόν κάθε μέρα, κάποιες φορές με 2 και 3 τηλέφωνα την ημέρα). Σημαντικό: όλο το διάστημα που με ενοχλούσαν τηλεφωνικώς, ελάμβανα και κάθε μήνα (άπαξ) επιστολές με την ίδιαν ακριβώς προσφορά, που αφορούσε προεγκεκριμένα δάνεια. Δεν έφτανε δηλαδή το τηλεφωνικό πρήξημο, έπρεπε να λαμβάνο και έντυπο μπας και το μετάνοιωσα στο ενδιάμεσο.
Ενώ λοιπόν έχω δίξει τις προθέσεις μου, γίνεται η χοντράδα.... Αφού πρώτα γίνομαι τηλεφωνικώς μαλλιά κουβάρια με την τράπεζα και βλέπω ότι άκρη δεν βγαίνει, ξεκινάει η συγγραφική δραστηριότητα: έγγραφη καταγγελία προς
α) Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων
β) Συνήγορο του Καταναλωτή
γ) Συνήγορο του Πολίτη
δ) ΕΚΠΟΙΖΟ
ε) Γενική Γραμματεία Καταναλωτού
στ) Τραπεζικό Μεσολαβητή
Εννοείται ότι στον καθένα έγραφα τα της αρμοδιότητάς του, αφού πρώτα είχα επικοινωνήσει τηλεφωνικώς.
Σε αυτό το σημείο να τονίσω ότι:
α) ο ΕΚΠΟΙΖΟ αποτέλεσε την
αρνητικότατη έκπληξη. Απλά έκανε την πάπια (και τα έχω όλα στο αρχείο για περίπτωση που τολμήσει κανείς να πει τίποτε) και πρακτικά ακόμη και τώρα δεν έχω καταλάβει τον λόγο, διότι τελείως διαφορετική εικόνα είχα
πριν.
β) ο Τραπεζικός Μεσολαβητής (αν και το γνώριζα, το έκανα για το τυπικό του λόγου) είναι μια "Αρχή" που έχει φτιαχτεί
από τις τράπεζες. Ο καθείς ας συμπεράνει κατά κρίσιν.
γ) ο Συνήγορος του Πολίτη για τέτοια ζητήματα είναι αναρμόδιος.
δ) Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων
δεν αστειεύεται καθόλου.
ε) Η Γενική Γραμματεία Καταναλωτού (Υπουργείο Ανάπτυξης)
στάθηκε στο ύψος της κάνοντας εξαιρετική δουλειά.
στ) ο Συνήγορος του Καταναλωτή
σπέρνει και παίρνει κεφάλια. Οι λεπτομέρειες παρακάτω.
Κατά κύριο λόγο κινήθηκα μέσω ΓΓΚ και ΣΚ, όπου αμφότερες Αρχές προωθούσαν τα αιτήματα και τις θέσεις μου προς την τράπεζα, η οποία ενώ μέχρι πρότινως με γείωνε κανονικά (μα φυσικά), πλέον ήταν υποχρεωμένη να απαντάει επισήμως και δη, υπό τη δαμόκλειο σποάθη των υφιστάμενων νόμων στην περίπτωση που δεν το έπραττε. Ως είναι αυτονόητο, η τράπεζα απαντούσε άλλα λόγια ν'αγαπιώμαστε. Το θέμα είναι ότι επειδή εγώ είμαι ολίγον τι διάολος όταν αποφασίζει κάποιος να μου πατήσει τον κάλο, ανταπαντούσα αντικρούοντας όλες τις θέσεις της τράπεζας (και το "αντικρούωντας" το εννοώ αυτολεξεί). Μην τα πολυλογώ, η υπόθεση έφτασε σε συμβιβασμό στον Συνήγορο του Καταναλωτή κάποια στιγμή. Στο ενδιάμεσο, μετά από πάρα πολλούς μήνες ουσιαστικά προσπαθούσα να αποδείξω ότι η τράπεζα είχε υποπέσει σε:
προσβολή προσωπικότητας (πλημμέλημα),
απιστία (κακούργημα),
πλαστογραφία (κακούργημα) και πιθανώς και άλλα. Παράλληλα φυσικά, τους είχα ξεβράκωτους σε πάμπολλα σημεία αναφορικά με
παραβάσεις επί του Νόμου περί Προσωπικών Δεδομένων. Ιδίως προς το τελευταίο, θέλω να αναφέρω τα εξής:
α) Η έκδοση προεγκεκριμένων δανείων είναι παράνομη, διότι οι τράπεζες χρησιμοποιούν προσωπικά και οικονομικά δεδομένα του καθενός για την εν λόγω αλχημεία. Ο ισχυρισμός τους ότι δεν είναι δάνεια, αλλά διαφημίσεις δανείων δεν ισχύει και καταρρίπτεται πολύ εύκολα.
β) Η χρήση προσωπικού τηλεφώνου για λόγους διαφημιστικούς είναι παράνομη.
γ) Ακόμη χειρότερα, η χρήση των εν λόγω δεδομένων από τρίτους άσχετους (όπως οι ντε και καλά εταιρίες στις οποίες αναθέτουν τις "διαφημίσεις")
δ) Στην προσπάθειά τους να με "τυλίξουν" μια φορά, με ενημέρωσαν ότι οι συνομιλίες καταγράφονται (σε ποιον το είπαν εντωμεταξύ ιδέα δεν είχαν). Σφόδρα παράνομο όσο δεν πάει. Απαγορεύεται η καταγραφή συνομιλιών όταν ο ομιλητής (εγώ εν προκειμένω)
δεν έχει ενημερωθεί από την αρχή της συνομιλίας και αυτό διότι η απόκρυψη ισοδυναμεί με ύπαρξη δόλου.
Παράλληλα, οι τηλεφωνικές διαφημίσεις
σε ώρες κοινής ησυχίας απαγορεύονται βάσει νόμου (πράγμα που οι περισσότεροι πολίτες αγνοούν).
Έγραψα παραπάνω για πλαστογραφία: οι άνθρωποι ήταν τόσο, μα τόσο ηλίθιοι που στο υπογεγραμμένο από εμέ συμβόλαιο, πήγαν εκ των υστέρων και προσέθεσαν στοιχεία τρίτου ατόμου προς επικοινωνία. Από που; Από τον Χρυσό Οδηγό και κυριολεκτώ. Διότι κάποια στιγμή (εκεί που ντε και καλά ήθελαν να με κάνουν ρόμπα) κοινοποίησαν το συμβόλαιο σε όλους τους εμπλεκόμενους, ως εκ τούτου και σε'μένα, και ξάφνου βλέπω έκπληκτος μια συνωνυμία και για την ακρίβεια, το ονοματεπώνυμο του πατέρα μου, αλλά με στοιχεία άλλ'αντί άλλων. Αυτοί τι έκαναν δηλαδή: επειδή δεν είχα δηλώσει δεύτερο τηλέφωνο επικοινωνίας, βρήκαν έναν που να λεγόταν όπως και ο πατέρας μου και κάποιος το συμπλήρωσε (σε δύο σημεία κιόλας) πάνω στο
ήδη υπογεγραμμένο συμβόλαιο. Εκτός από πλαστογραφία (αφού σημειωτέον και με το μάτι ακόμη φαινόταν ο διαφορετικός γραφικός χαρακτήρας, πόσο δε μάλλον αν θα χρησιμοποιούσα γραφολόγο) δηλαδή είχαμε και υπόνοιες για κοινοποίηση οικονομικών μου στοιχείων σε τρίτους. Βάλτε τα λοιπόν όλα κάτω να δείτε πόσα είχα μαζέψει (βέβαια και τι είχα τραβήξει στο ενδιάμεσο). Σημειωτέον,
δεν άφησα τίποτε αναπόδειχτο και δη, με στοιχεία αδιάσειστα, ενώ σε καμία περίπτωση
δεν ξέφυγα από τα εκφραστικά όρια, αν και πολλάκις υπήρξα ειρωνικός ή καυστικός στις επιστολές μου, και αυτό διότι πάντα πρέπει να προσέχεις σε τέτοιες περιπτώσεις μην την πατήσεις από συκοφαντική δυσφήμιση (η οποία είναι κακούργημα).
Έρχεται λοιπόν η μέρα του συμβιβασμού, όπου ανεβαίνω με τον δικηγόρο μου στα Γραφεία του Συνηγόρου του Καταναλωτού. Η τράπεζα για καλή της τύχη επέλεξε να έρθει. Για καλή της τύχη γιατί;
Διότι για τους δικούς μου λόγους, κυνήγαγα το ηθικό κομμάτι της ιστορίας. Και το "υπόλοιπο" είχα ψάξει αρκετά, αλλά ειλικρινά δεν με ενδιέφερε τόσο πολύ. Ως εκ τούτου εάν δεν εμφανιζόταν, θα την κυνήγαγα με κάθε επισημότητα πλέον μέχρι τελικής πτώσεως. Σε όλη τη φάση είχαμε τον πλήρη έλεγχο. Το μόνο σημείο όπου επικράτησε πανικός ήταν όταν έσκασε μύτη η δικηγόρος της τράπεζας, όπου δεν το κρύβω ότι ήμουν έτοιμος να πω "παραιτούμαι απ'όλα, πες μου που και πότε" (μιλάμε απίστευτη η τύπισσα, πρέπει να έκανα ένα ολόκληρο λεπτό ν'αρθρώσω λέξη). Τελικώς έδειξα εγκράτεια, διότι στην πραγματικότητα ήθελα να πηδήξω ολόκληρη την τραπεζα (όχι μόνο τη δικηγόρο)! Ο συμβιβασμός είχε πολύ γέλιο: τόσο η εκπρόσωπος της τράπεζας, όσο και η δικηγόρος σε αρκετά σημεία δεν ήξεραν τι να πουν. Τους ανάγκασα μέχρι και να βγάλουν τους όρους χρήσεως της κάρτας και να τους ψάχνουν εκείνη την ώρα για να δουν ποιος έχει δίκιο και ποιος όχι, καθώς και να δουν τι ακριβώς λένε οι όροι. Ο δικηγόρος μου (ο οποίος εκτός από γαμώ τους δικηγόρους είναι και φιλαράκι και συμμαθητής από το σχολείο) μετά βιάς κρατιώταν μην βάλει τα γέλια (κι ευτυχώς κρατήθηκε!). Το καλό ήταν ότι δεν χρειάστηκε να μιλήσει πολύ, διότι όταν εγώ -ο μη δικηγόρος- τους έχω αλλάξει τα φώτα, τι θα γινόταν αν μιλούσε και ο δικηγόρος. Γι'αυτό και όποτε μίλησε η τράπεζα απλά σιγούσε έντρομη (κυριολεκτώ).
Το αποτέλεσμα: όπως είπα, για κάποιους δικούς μου λόγους (καθώς και κάποιους λόγους που απαντούν στην κοινή λογική, ο κυριότερος εκ των οποίων ότι ήμουν μόνος μου και μια τέτοια ιστορία για να την προχωρήσεις θέλει κι άλλους, αν κι εδώ που τα λέμε όχι ότι θα κώλωνα εάν τελικά χρειαζόταν κάτι τέτοιο. Και αυτό το κατάλαβε πολύ αργά η τράπεζα) κυνηγούσα ουσιαστικά το ηθικό κομμάτι της όλης ιστορίας, άσχετα αν δεν κυνηγούσα μόνο αυτό. Προς τι η ηδονή του τίτλου λοιπόν;
Έχω στην κατοχή μου (μεταξύ άλλων) τρεις συλλεκτικές επιστολές πλέον: η πρώτη, είναι η πρώτη απάντηση της τράπεζας. Η δεύτερη, είναι η δεύτερή της απάντηση.
Λεπτομέρεια: η πρώτη έρχεται σε αντίφαση με τη δεύτερη. Η τρίτη και πιο σημαντική: η τράπεζα αναγνωρίζει το λάθος της (και πως να μην το αναγνωρίσει αφού ήξεραν πως αν τους πάω δικαστικώς δεν θα τους έφταναν τα σώβρακα που θα τους έπαιρνα) και προτίθεται να με αποζημιώσει και χρηματικώς.
Δεύτερη λεπτομέρεια: επειδή ώρες, ώρες είμαι πραγματικά μεγάλος διάολος και μου αρέσει πολύ να παίζω, έδωσα στην τράπεζα δύο ποσά να επιλέξει: το κάτω ποσόν, και το πάνω ποσόν. Είναι δεδομένο ότι η τράπεζα φυσικά επέλεξε από μόνη της το
μεγάλο ποσόν για αποζημίωση (το οποίο δεν είναι μεγάλο βέβαια, αλλά δεν με ενδιέφερε και τόσο. Αν πήγαινα για τα χρήματα θα τους είχα πάει στα δικαστήρια).
Πριν προσωρήσω στα συμπεράσματά μου, θα ήθελα να παραθέσω μια συνέντευξη του Αναπληρωτή Συνηγόρου του Καταναλωτού στην Ελευθεροτυπία την
12η Μαίου 2008 (οι επισημάνσεις με κόκκινο είναι δικές μου) και διαβάστε την διότι λέει πολύ σημαντικά πράγματα:
«Η εμπειρία τριών ετών λειτουργίας του Συνηγόρου του Καταναλωτή, μας απαντά, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, δυστυχώς, δεν υπάρχουν κλάδοι επιχειρηματικής δραστηριότητας στους οποίους να μην εμφανίζονται προβλήματα. Φυσικά η μελέτη των στατιστικών στοιχείων μπορεί να οδηγήσει σε μια μορφή ιεράρχησης των προβλημάτων με κριτήριο για παράδειγμα τον αριθμό των αναφορών που υποβάλλονται. Αυτό το κριτήριο θα αναδείκνυε ως πρωταθλητή τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών. Το παράδειγμα των τηλεπικοινωνιακών παρόχων είναι ένα καλό μάθημα για όσους υποστηρίζουν ότι ο ανταγωνισμός από μόνος του μπορεί να λύσει τα προβλήματα της αγοράς. Στην περίπτωση αυτή η τιμή είναι μία σημαντική παράμετρος αλλά όχι η μόνη. Αν όμως σ' αυτό τον τομέα παρουσιάζονται τα περισσότερα προβλήματα αριθμητικά, ο τομέας που έχει τη βαθύτερα ανθρώπινη διάσταση είναι ο τραπεζικός. Εκεί τα προβλήματα είναι οξύτερα και η παρέμβαση άμεση. Οι παράνομες και καταχρηστικές χρεώσεις, τα ψιλά γράμματα, οι άκριτες πιστοληπτικά χορηγήσεις, το μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων και η χρήση της μάστιγας των εισπρακτικών εταιρειών, δίνει το περίγραμμα ενός τομέα που από την πρώτη στιγμή βρέθηκε στο στόχαστρο του Συνηγόρου του Καταναλωτή. Τέλος, τα προβλήματα που δημιουργούνται με τις πρώην ΔΕΚΟ υποδεικνύουν την ανάγκη να περιφρουρηθεί ο κοινωνικός τους ρόλος, του οποίου η υποχώρηση είναι αντιστρόφως ανάλογη της αύξησης των προβλημάτων, ενώ σημαντικά είναι και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε με τη λειτουργία πολλών ινστιτούτων αισθητικής, αδυνατίσματος, κ.λπ. Στον τομέα αυτόν, που στοχεύει στην καρδιά των νέων καταναλωτικών προτύπων, αντιμετωπίσαμε εκτός των άλλων και την έμμεση κάλυψη δημοσίων υπηρεσιών και υπηρεσιών της Αυτοδιοίκησης. Αυτό για μας συνιστά προφανώς μια χαρακτηριστική περίπτωση διαφθοράς, την οποία με κάθε ευκαιρία αναδείξαμε επώνυμα. Μέσα σε όλο αυτό το χαοτικό πλαίσιο τι πρέπει να κάνουν οι καταναλωτές; «Δυστυχώς, μέχρι σήμερα τα δείγματα αντίδρασης από πλευράς των καταναλωτών δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία. Επί δεκαετίες ο Ελληνας καταναλωτής αφέθηκε έρμαιο του markethic και εν πολλοίς εξελίχθηκε σε παθητικό δέκτη μηνυμάτων και προτύπων. Δεν θα ήταν υπερβολή να αναφερθούμε στο νέο homo consumerus. Η κοινωνία των πολιτών, όπως και σε άλλους τομείς, κατακερματίσθηκε σε σημείο οι ενώσεις καταναλωτών στην πατρίδα μας να αριθμούν αρκετές δεκάδες, ενώ σε χώρες με εξαπλάσιο πληθυσμό να μην ξεπερνούν τις δέκα. Επίσης, η σύνδεση πολλών από αυτές με το κράτος έχει φθάσει σε ανησυχητικά επίπεδα. Ο καταναλωτής οφείλει να είναι υπεύθυνος και να μην περιμένει τα πάντα από τρίτους, παράλληλα όμως οφείλει να απαιτήσει από την Πολιτεία να εξισορροπήσει τις ανισότητες της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση η αντίδραση οφείλει να προέλθει από τον καθένα μας, εγκαταλείποντας την παθητικότητα του καναπέ. Ας επανέλθουμε από το emo ergo sum (αγοράζω, άρα υπάρχω) στο cogito ergo sum». Και ο Συνήγορος του Καταναλωτή τι μπορεί να κάνει για την προστασία των πολιτών-καταναλωτών; «Με την εμπειρία των τριών ετών λειτουργίας του Συνηγόρου, από τα οποία τους τελευταίους έξι μήνες ασκώ τα καθήκοντα του επικεφαλής της Αρχής και έχοντας περάσει πια τις πρώτες παιδικές αρρώστιες του θεσμού, πιστεύω πως το κρίσιμο σημείο από το οποίο θα κριθεί η επιτυχία του εγχειρήματος, είναι η ανεξαρτησία από τον εναγκαλισμό της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας. Η θεμελιώδης αυτή προϋπόθεση, σε συνδυασμό με την αμεροληψία, την αξιοκρατική στελέχωση, την υποχρέωση λογοδοσίας και την προγραμματισμένη δουλειά, θα καταξιώσουν τον Συνήγορο του Καταναλωτή στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας, που στην πραγματικότητα, μαζί με τη νομιμότητα και τη δεοντολογία, αποτελούν τα μόνα σημεία αναφοράς του νέου θεσμού».
Για την ιστορία, επειδή στο ίδιο φύλλο υπάρχουν και κάποια
στατιστικά, η δική μου καταγγελία ήταν η μία από τις 814 της "β' στατιστικής περιόδου". :)
Συμπεράσματα:
Η ιστορία εξελίχθηκε ως εξής:
1) Μου τον φόρεσαν στην αρχή (όχι από δόλο, αυτό το ξεκαθάρισα και στους ίδιους ευθύς εξ αρχής. Από
αφέλεια, απύθμενη ηλιθιότητα και καθαρή υπεροψία του ισχυρού. Βέβαια, αν για τους ίδιους λόγους πατήσεις κάποιον με το αυτοκίνητο, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει και εξακολουθεί να υφίσταται).
2) Με γείωσαν προκλητικά (αφού πρώτα είχαν φροντίσει να μου σπάσουν τα νεύρα).
3) Προσπάθησαν να με απαξιώσουν ακόμη και με τις απαντήσεις τους προς τους αρμοδίους φορείς και Αρχές.
4) Αρκετούς μήνες μετά (και λίγο πριν μας ανακοινώσει ο Συνήγορος ότι καλό είναι να συμβιβαστούμε) εκνευρίστηκαν κιόλας (φάνηκε σε επιστολή αυτό).
5) Τελικώς τι; Έφυγαν τρέχοντας με την ουρά στα σκέλια, ικανοποιώντας με, πλήρως (πάντα υπό το πέπλο της καλής πίστης, η οποία βέβαια απουσίαζε επί μήνες) και είπαν κι ευχαριστώ που τελικώς γλύτωσαν τα χειρότερα.
Και αυτά γιατί έπρεπε να γίνουν έτσι; Χα, το καλό είναι εδώ: όταν είχα αρχίσει να ασχολούμαι με την ιστορία, με πήρε τηλέφωνο ένα μεσημέρι κάποιος της τράπεζας μεν, αλλά τελείως άσχετος με την όλη υπόθεση ντε και καλά να με συμβουλεύσει να μην δώσω συνέχεια. Πρακτικά προσπάθησε να με εκβιάσει να μην συνεχίσω, τονίζοντάς μου με νόημα ότι "δεν έβγαλε ποτέ κανείς άκρη με τέτοια πράγματα για να βγάλετε εσείς". Αφού τον ενημέρωσα ότι τον ευχαριστώ πολύ, του ζήτησα να μου το κοινοποιήσει και εγγράφως το αίτημά του (καλά, περιμέντε...). Και πάλι καλά που κρατήθηκα, διότι έτοιμος ήμουν να του πω να περάσει από το σπίτι να του δώσω τα κλειδιά να ξεκλειδώσει τις μάντρες που θα μου εκλ.... Ευτυχώς κρατήθηκα. Αυτό είναι ένα μικρό δείγμα του πως το (μας) βλέπουν όλες οι τράπεζες: ότι αποκλείεται ποτέ να νατιδράσει κανείς, ότι σιγά μην βρεθεί κάποιος τρελός που να κυνηγήσει κάτι τέτοιο (βέβαια, το όνομά του του τύπου το έχω σημειωμένο και του ετοιμάζω μια καλή έκπληξη, αλλά όχι ακόμη!). Και γιατί αυτό;
Διότι όπως έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου να λέω, ποτέ κανείς σε αυτόν τον τόπο δεν κάνει τίποτε. Τα περιμένουμε όλα από τους άλλους. Πρακτικά το ίδιο ακριβώς λέει και ο Συνήγορος του Καταναλωτή στην συνέντευξη που παρέθεσα.
Να συνεχίσω με τα συμπεράσματά μου όμως. Ο Συνήγορος όπως είπα ούτε αστειεύεται, ούτε ασόβαρος είναι. Τουναντίον, πρόκειται για μια εκπληκτική Αρχή με τεράστιες δυνατότητες, αξιοπιστία και σοβαρότητα. Για την Γενική Γραμματεία Καταναλωτού είχα επιφυλάξεις. Από την αρχή κιόλας μου απέδειξε με έργα όμως ότι δεν είχαν λόγο να υφίστανται. Άψογη λειτουργία και μεγάλη συμβολή στην όλη εξέλιξη. Την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων τουλάχιστον η συγκεκριμένη τράπεζα εκτιμώ ότι την χέζεται άσχημα. Δεν θα επεκταθώ τι και πως, σεβόμενος τον συμβιβασμό (γι'αυτό και δεν μπηκα σε περαιτέρω λεπτομέρειες και σε όλα τα προηγούμενα). Επίσης, ακόμη κι όταν η τράπεζα έδειχνε να είναι υπεράνω,
δεν σταμάτησα να την κυνηγάω δευτερόλεπτο, που πρακτικά ήταν το ένα σημείο κλειδί στην όλη ιστορία (το δεύτερο ήταν ότι είχα εξασφαλίσει εκ των προτέρων ότι ήμουν καθαρός). Και μάλιστα το έκανα τελείως μόνος μου κιόλας.
Και τελικά δικαιώθηκα. Ήρθαν όλα ακριβώς όπως ήθελα (και όπως
έφτυσα αίμα για να γίνουν φυσικά). Κάτι άλλο σημαντικό: οι τράπεζες πατάνε πάνω στην υπογραφή του συμβολαίου. Παπάρια μάντολες. Τα συμβόλαια είναι τυποποιημένα και είτε τα υπογράφεις είτε δεν τα υπογράφεις καθόλου. Χώρια ότι βρίθουν από αντιφάσεις (αυτό κι αν είναι εκπληκτικό). Ως δικαιολογία δηλαδή καταρρίπτεται πολύ εύκολα. Επίσης, η περιβόητη υπηρεσία υπόπτων συναλλαγών (τουλάχιστον της συγκεκριμένης τράπεζας) υπάρχει απλώς για να υπάρχει και κατάφερα να το αποδείξω.
Εν κατακλείδι: οι τράπεζες συνήθως κάνουν ό,τι κάνουν επειδή ποτέ δεν τις καταγγέλει κανείς. Έχουν καταντήσει ν'αλωνίζουν ανενόχλητες ακριβώς επειδή έχουν την
ανοχή των πολιτών. Για ν'ασχοληθούν οι φορείς, πρέπει κάποιος να καταγγείλει. Εγώ το έπραξα και όχι απλά ασχολήθηκαν, αλλά παραασχολήθηκαν κιόλας, δείχνοντάς μου στην πράξη ότι αυτό που λείπει κατά κύριο λόγο είναι η θέληση των πολιτών. Και με βοήθησαν στην πράξη και όχι στα λόγια, γι'αυτό και τους ευχαριστώ εκ βαθέων καρδίας. Η ασυδωσία είναι κάτι που μπορεί να τιμωρηθεί, ακόμη κι αν προέρχεται από τράπεζες.
Δύο τελευταίες διευκρινίσεις: όταν λέω ότι κυνήγαγα την όλη ιστορία για μήνες, εννοώ για περισσότερο από έναν χρόνο. Το πόσο, δεν έχει σημασία. Δεύτερον, εννοείται ότι το αρχείο είναι πλήρες (αν και δεν πρόκειται να κοινοποιηθεί φυσικά). Απλά το αναφέρω για την περίπτωση που θελήσει κανείς να κουνηθεί περιέργως. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: όλα αυτά που έγραψα δεν σημαίνουν πως όποιος κυνηγήσει τράπεζα αυτομάτως και θα δικαιωθεί. Επαναλαμβάνω αυτό που έγραψα εξ αρχής: ήξερα πως είχα το δίκιο με το μέρος μου, τόσο ηθικά, όσο και νομικά. Γι'αυτό και το κυνήγησα μέχρι τέλους (όπου αν δεν έπαιρνα αυτό που ήθελα, θα είχαμε άλλο τέλος φυσικά).
Καλό είναι να ξέρουμε τις υποχρεώσεις των άλλων (μιας και το μόνο που κάνουμε είναι να διαμαρτυρόμαστε αέναα), αλλά ακόμη καλύτερο να ξέρουμε και τις δικές μας, μα προπάντων τα δικαιώματά μας. Αυτά τα ολίγα. Πάνω-κάτω καταλάβατε που το πάω.
Και ποιο είναι το κερασάκι στην τούρτα; Ότι ενώ εγώ από την πλευρά μου έδειξα καλή θέληση για συμβιβασμό, ενώ η τράπεζα έδειξε ότι επιθυμεί ν'άποφύγει τα χειρότερα, στην πραγματικότητα υπέπεσε σε μερικά ολέθρια σφάλματα έστω και την ύστατη στιγμή, τα οποία μου δίνουν το πάτημα να ψάξω
κατά πόσον αθέτησε τον συμβιβασμό που η ίδια ενυπογράφως μέσω πληρεξουσίων αντιπροσώπων δεσμεύθηκε να τηρήσει και
θεωρητικά έδειξε να τηρεί. Διότι όπως είπα, το ζήτημα ήταν κατά κύριο λόγο ηθικής φύσεως και την μαλακία τους την ξαναέκαναν, είχαν δεν είχαν...
ΥΓ. Ελπίζω να έγινε κατανοητό για ποιον λόγο πολλάκις αναφέρομαι απαξιωτικά στους λεγόμενους διαδικτυακούς ακτιβισμούς που και πολύ της μόδας (my ass) έχουν γίνει εσχάτως. Και θα συνεχίζω να τα χώνω ακάθεκτος διότι
ως επί τω πλείστω τους θεωρώ... μην πω τι. Διότι όχι τίποτε άλλο, αλλά βάζουν στο ίδιο καζάνι και κάποιους που όντως αξίζουν.
Χαίρετε.